Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η τραγουδίστρια Φλέρυ Νταντωνάκη ήταν μάλλον ξεχασμένη απ’ όλους. Είχε σταματήσει να εμφανίζεται στις διάφορες μουσικές σκηνές, πάντα της Αθήνας, ενώ είχε κόψει και τους δεσμούς της με τη δισκογραφία. Από τότε άκουγα γι’ αυτή την πολύ ιδιαίτερη περίπτωση καλλιτέχνιδας, μια και ελλείψει διαδικτύου, ήταν πολύ δύσκολο να έβρισκες κάποιες περαιτέρω πληροφορίες. Θυμάμαι σαν όνειρο τώρα μια εκπομπή της Λιάνας Κανέλλη στον τηλεοπτικό ΑΝΤ1 εκείνων των χρόνων με θέμα το ελληνικό ροκ. Καλεσμένος της ήταν, μεταξύ άλλων, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο οποίος είχε δηλώσει πως το «πιο ροκ άτομο» που γνώρισε ποτέ, ήταν η Φλέρυ Νταντωνάκη. Μα, ποια ήταν αυτή η άγνωστη «ροκ τραγουδίστρια», που δεν την είχα ακούσει, την ίδια περίοδο που ανακάλυπτα τη Χαρά Αργυροπούλου στο – κατά Λάκη με τα Ψηλά Ρεβέρ – «Ουρλιαχτό» του Γκίνζμπεργκ και τη Λένα Πλάτωνος με τον «Καρυωτάκη» της; Χατζιδάκι, λέει, τραγουδούσε θεσπέσια, μοναδικά, όπως δεν τον είχε τραγουδήσει καμία άλλη ομότεχνή της, απ’ αυτές που συνεργάζονταν κατά καιρούς με τον μεγάλο συνθέτη. Μα, είναι ο Χατζιδάκις «ροκ»; Μπουζούκι, μαντολίνο, κιθάρες και τσέλο είχε στα τραγούδια του. Ούτε ηλεκτρικές κιθάρες, ούτε ντραμς, ούτε γενικά ηλεκτρισμό. Πώς τό’λεγε ο Δημήτρης Πουλικάκος, ο οποίος εκτιμούσε πολύ τον Χατζιδάκι; «Άμα στα τραγούδια βάζεις βιολοντσέλα, γάμησέ τα»…Πολλά χρόνια αργότερα, βέβαια, σε μία ιδιωτική ακρόαση στο σπίτι του Σταύρου Ξαρχάκου, θα έμενα στήλη άλατος, όταν ο άλλος μεγάλος συνθέτης μας μού έβαλε και άκουσα ένα ηχητικό ντοκουμέντο από την περίοδο 1969 – 70: Η Φλέρυ Νταντωνάκη σε τραγούδια δικά του από το – α λα «Hair» – μιούζικαλ «Δώδεκα μήνες καλοκαίρι» σε απίστευτους βοκαλισμούς συνοδεία ηλεκτρικής κιθάρας, μπάσου, ντραμς και αρπίχορδου. «Σαν να ακούς τη Φλέρυ με τους Vanilla Fydge» είχα σχολιάσει του Ξαρχάκου για να εισπράξω την εξής απάντηση: «Μέσα έπεσες! Άκουγα πολύ Vanilla Fudge τότε»!
Τέλος πάντων, ξαναπάω στις αρχές του 1990 και, συγκεκριμένα, στο 1992, όταν ο γνωστός συγγραφέας σήμερα Θωμάς Κοροβίνης έγραφε ένα σύντομο σε διάρκεια (2′.50”) τραγούδι για τη Φλέρυ Νταντωνάκη. Ο τίτλος του τραγουδιού ήταν το όνομα της τραγουδίστριας, δηλαδή «Φλέρυ», και ήταν το δεύτερο τραγούδι που είχε κυκλοφορήσει και ονομαζόταν έτσι. Το πρώτο είχε γραφτεί από τον εφοπλιστή και συνθέτη Γιώργο Ποταμιάνο το 1973 και είχε τραγουδηθεί από την ίδια τη Φλέρυ. Σε μια μαρτυρία του, που αποφάσισα να μη συμπεριλάβω στο ντοκιμαντέρ για τη Νταντωνάκη, ο Ποταμιάνος μου είχε πει πως όταν μπήκαν με τη Φλέρυ στο στούντιο, οι στίχοι ήταν ημιτελείς και έψαχναν ένα δισύλλαβο γυναικείο όνομα. «Γιατί να μη βάλουμε το δικό μου;» πρότεινε η Φλέρυ και έτσι γράφτηκε τελικά το κομμάτι. Για σκέψου, όμως, να έμπαινε ο Χατζιδάκις με τη Νταντωνάκη στο στούντιο της Columbia, όταν έκαναν τον «Μεγάλο Ερωτικό» και να έψαχνε αν στο τάδε κομμάτι θα έβαζε στίχους από Σαπφώ ή από Σαραντάρη…Γίνονται αυτά τα πράγματα; Όχι, δεν γίνονται τελευταία στιγμή!
Στο δικό του τραγούδι πάλι ο Κοροβίνης, πολύ νέος το ’92, μόλις 39 ετών, είχε πιάσει καλύτερα το νόημα συγκρτιτικά με τον Ποταμιάνο. Έφτιαξε ένα εξωστρεφές καζαντζιδικό λαϊκό άσμα, που με τρόπο ποιητικό και εύληπτο ταυτόχρονα, σκιαγραφούσε ολόκληρο τον βίο της παράξενα γοητευτικής «καταραμένης» Φλέρυς. Επειδή γνωρίζω πως ο σπάνιος εκείνος δίσκος του Ποταμιάνου με τη Νταντωνάκη υπάρχει μέχρι σήμερα στη δισκοθήκη του Κοροβίνη, είναι σίγουρο πως ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας, ερευνητής και τραγουδοποιός, τον είχε ακούσει πολύ και επηρεασμένος ενδεχομένως θέλησε να καταθέσει και το δικό του τραγούδι. Ποτέ δεν την είχε γνωρίσει τη Φλέρυ, όμως οι δυο τους μιλούσαν στα τηλέφωνα από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, λίγο πριν η τραγουδίστρια εσυμμετάσχει στα «Τσιμεντένια τραίνα» του ροκ συγκροτήματος Τερμίτες με το «Τραγούδι της νύχτας». Να τι μου είχε αφηγηθεί ο Κοροβίνης αυτοπροσώπως για τη Φλέρυ Νταντωνάκη σε συνέντευξη μας από τον Ιούνιο του 2016:
«Το τραγούδι που της έγραψα λέγεται ”Φλέρυ” και υπάρχει στον πρώτο μου δίσκο. Λέει: ”Στις άγριες πολιτείες, τι γύρευες τρελή; Σε σκοτεινά λιμάνια να ψάχνεις για ψωμί. Να ψάχνεις το μαχαίρι, να σπάσεις τα δεσμά, για πάντα να πετάξεις στα μυστικά πουλιά” (σ.σ. τραγουδάει ολόκληρο το τραγούδι). Με τη Φλέρυ δεν γνωριστήκαμε από κοντά, είχαμε όμως συχνή τηλεφωνική επικοινωνία. Δεν την πρόλαβα, αλλά είχε ακούσει το τραγούδι που σας τραγούδησα! Της άρεσε και το παίνευε, περνούσε μια φάση δύσκολη τότε. Μου έλεγε: ”Εμένα, τώρα, όλοι με κοροϊδεύουνε”. Ήταν το ’85-’86, λίγο πριν από τη συμμετοχή στον δίσκο του συγκροτήματος Τερμίτες, κι αισθανόταν ότι την περιφρονούν, αυτό μου είχε μεταφέρει. Στις κουβέντες μας κάπου χανόταν, μου μιλούσε για γάμο και πως πρέπει να παντρευτώ κι εγώ την άκουγα και τη σεβόμουν. Είχαμε και τέτοια παράδοξα, να της μιλάω εγώ στον ενικό κι αυτή στον πληθυντικό. Την τιμώ και τη δοξάζω ως τη ”Φλέρυ, την τραγουδίστρια του Ουρανού”, και όσο ζούσε και όταν απεβίωσε. Η Φλέρυ ήταν ένθεη, συνομιλούσε με το επέκεινα με έναν τρόπο δικό της. Είναι ένα πρόσωπο τρανό της προσωπικής μου μυθολογίας».
Το κομμάτι εντάχθηκε στο πρώτο άλμπουμ του Κοροβίνη με γενικό τίτλο «Από έβενο κι αχάτη». Ήταν τέταρτο στη σειρά στη δεύτερη πλευρά του βινυλίου, που περιείχε συνολικά 13 λαϊκά τραγούδια. Σύμφωνα με το σημείωμα στο οπισθόφυλλο της έκδοσης, κάποια από τα τραγούδια του δίσκου είχαν παιχτεί για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1986 στην «Όμορφη νύχτα» του Γιώργου Χουλιάρα μαζί με τραγούδια επίσης του Γιώργου Ζήκα και του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου. Ο Χριστιανόπουλος, μάλιστα, ήταν εκείνος που παρότρυνε τον Κοροβίνη να τα δισκογραφήσει. Κάτι που έγινε τελικά το 1992, λίγα χρόνια μετά, με τη συμβολή της Ντόρας Ρίζου της LYRA (η LYRA είχε παράρτημα στη Θεσσαλονίκη) και των καλύτερων μουσικών που διέθετε και που διαθέτει η συμπρωτεύουσα: Την ενορχήστρωση του άλμπουμ επιμελήθηκε ο Κώστας Βόμβολος και μέσα έπαιζαν – εκτός απ’ τον ίδιο (κανονάκι, ακορντεόν, κρουστά) – οι Μιχάλης Σιγανίδης (κοντραμπάσο), Κυριάκος Γκουβέντας (βιολί), Κατερίνα Παπαδοπούλου (κρουστά), Γιάννης Αλεξανδρής (κιθάρα, ούτι, τζουρά) κ.α. Οι δε ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν στο περίφημο στούντιο «Αγροτικόν» του Νίκου Παπάζογλου στην Άνω Τούμπα.
Εξακολουθεί να μου αρέσει αυτό το, όχι πολύ γνωστό, τραγούδι του Κοροβίνη για τη Φλέρυ Νταντωνάκη. Καταρχάς είναι απρόβλεπτο από μουσικής άποψης. Δεν είναι μια θλιμμένη «έντεχνη» ή «ροκ» μπαλάντα για την Ιέρεια του «Μεγάλου Ερωτικού», του Ξαρχάκου και του Ποταμιάνου. Είναι, όπως είπα, ένα «έξω καρδιά», χορευτικό σχεδόν, γνήσιο λαϊκό άσμα με τον Κοροβίνη στη θέση του τραγουδιστή να πατάει ολοφάνερα πάνω στο ερμηνευτικό ύφος του Καζαντζίδη και, μάλιστα, πετυχημένα. Όχι γιατί ο δημιουργός πήγε να μιμηθεί τον σημαντικότερο Έλληνα λαϊκό τραγουδιστή, αλλά γιατί τον είχε μελετήσει τόσο πολύ, που πλέον είχε διαπεράσει ως και τους πόρους του δέρματός του. Κάποτε η Φλέρυ Νταντωνάκη είχε δηλώσει στον Γιώργο Λιάνη, αν δεν κάνω λάθος: «Νιώθω σαν τον Καζαντζίδη», αναφερόμενη πάλι στην περίοδο 1985 – 86 που ο Μάνος Χατζιδάκις είχε σταματήσει να οραματίζεται νέα του έργα με τη φωνή της και η ίδια ένιωθε απογοητευμένη από τις δισκογραφικές εταιρείες. Ήταν το ίδιο διάστημα που επικοινωνούσε από το τηλέφωνο με τον Θωμά Κοροβίνη, Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Στην ουσία, ο Κοροβίνης, κάνοντας τραγούδι τη Φλέρυ, την τοποθέτησε ευλαβικά στο προσωπικό του εικονοστάσι, που περιλάμβανε ακόμη τον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Γιλμάζ Γκιουνέι, τον Πιέρ Πάολο Παζολίνι, τον Ζεκί Μουρέν, τον Αλμπέρ Καμύ και τη θρυλική Λάουρα, την παλιά ερμηνεύτρια του Τσιτσάνη.
Ξέρουμε πως η Φλέρυ Νταντωνάκη πρόλαβε ν’ ακούσει το τραγούδι και της άρεσε. Ξέρουμε ακόμη πως το άκουσε και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο οποίος – παρόλο που θεωρούσε «πολύ γλυκερή» τη Φλέρυ (αιρετικός μια ζωή γαρ) – εμψύχωσε τον Κοροβίνη στην πρώτη του δισκογραφική εξόρμηση. Δεν ξέρουμε αν το άκουσε ποτέ ο Μάνος Χατζιδάκις και το συνάφι των μουσικών, οι οποίοι είχαν δουλέψει κάποτε στην Αθήνα με την ερμηνεύτρια. Ανακαλύψτε το, ακούστε το!
Και μνημονεύετε πάντα την «παραδεισένια Φλέρυ Νταντωνάκη που κολύμπησε στα βαθιά της ψυχής», σύμφωνα με τον δημιουργό του τραγουδιού.
Σήμερα συμπληρώνονται 25 χρόνια από το θάνατο της στο νοσοκομείο «Μεταξάς» του Πειραιά. Ήταν 61 ετών.
Το δίσκο «Από έβενο κι αχάτη», μου τον χάρισε ο Θωμάς Κοροβίνης με αφιέρωση σ’ ένα πέρασμα μου από τη Θεσσαλονίκη και τον ιδιωτικό του χώρο. Το ημερολόγιο έδειχνε 12 Δεκεμβρίου του 2022.