Η απόφαση, όπως όλα δείχνουν, να ανοίξουν τα σχολεία στις 7 Σεπτεμβρίου με κάποια υποτυπώδη μέτρα, όπως η χρήση μάσκας (από παιδιά δημοτικού!), από τη στιγμή που υπάρχει και η εμπειρία της πλατφόρμας eClass και του eLearning, δείχνει ότι στο κυβερνητικό επιτελείο κάποιοι πέρασαν με χαρακτηριστική ευκολία από το «σκληρό» lockdown (το οποίο μάλιστα διαφημίστηκε ως παγκόσμιο υπόδειγμα αντιμετώπισης της πανδημίας) σε λογικές ανοσίας της αγέλης.
Ακούγεται υπερβολικό αλλά δεν είναι. Θα ισχυριστεί κάποιος ότι κάποια μέτρα λαμβάνονται και σήμερα, αλλά η καθημερινότητα είναι πάντα εκείνη που δίνει το στίγμα. Και η καθημερινότητα λέει ότι η χώρα μετρά τα περισσότερα κρούσματα από τότε που ο SARSCoV-2 πέρασε τα σύνορα (με ένα εισερχόμενο από την Ιταλία κρούσμα στη Θεσσαλονίκη στις 26 Φεβρουαρίου).
Από τότε έως σήμερα λίγα πράγματα έγιναν στο δημόσιο σύστημα υγείας ώστε να θωρακιστούμε έναντι μιας πανδημίας. Αντιθέτως, άνοιξαν τα σύνορα στον τουρισμό αλλά δυστυχώς και στα εισερχόμενα κρούσματα για να φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση.
Αν κάτι παρέμεινε ίδιο σε επίπεδο ασκούμενων πολιτικών, είναι ο εξαιρετικά χαμηλός αριθμός τεστ, που μόνο ως πολιτική απόφαση μπορεί να ερμηνευτεί, για λόγους οικονομίας να υποθέσω.
Δεν γίνεται για παράδειγμα μια ολόκληρη μέρα στο λιμάνι του Πειραιά, με χιλιάδες επιστροφές εκδρομέων από τα νησιά, να κάνεις δειγματοληπτικό έλεγχο σε 300 ανθρώπους.
Ούτε είναι δυνατόν να μην αποφασίζεις για παράδειγμα υποχρεωτική εξ αποστάσεως εργασία επτά ημερών (όπου είναι εφικτό) για τους εκδρομείς που επιστρέφουν στα αστικά κέντρα.
Οπως κανείς δεν κατάλαβε γιατί δεν δόθηκαν κίνητρα στον εσωτερικό τουρισμό. Ωραία, συντονισμένα, με μέτρα, παστρικά – που λένε και οι γιαγιάδες που μας υποδέχονται κάθε καλοκαίρι στους γενέθλιους τόπους.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι για μια ακόμη φορά αποφασίζουμε στο πόδι και υπό τον φόβο του όποιου κόστους (πολιτικού και οικονομικού).
Δικά μας τα λάθη, δικές μας και οι αντιφάσεις, δικός μας και ο λογαριασμός…