Οταν η μεικτή Μακρονήσου κέρδισε τον Ολυμπιακό

Οταν η μεικτή Μακρονήσου κέρδισε τον Ολυμπιακό

Η γερμανική κατοχή είχε κλειδωθεί από τετραετίας στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, αλλά η ταλαίπωρη Ελλάδα δεν έλεγε να ησυχάσει. Σφιχταγκαλιασμένοι με τους μηχανισμούς της μεταπολεμικής εξουσίας, οι εθνικόφρονες της εποχής έχυναν αίμα κατακόκκινο και εξόριζαν στα ξερονήσια όλους όσοι λοξοκοίταζαν κρυφά το σιδηρούν παραπέτασμα ή σταυροκοπιόνταν με το αριστερό. Ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος μαινόταν και η κυβέρνηση πάσχιζε να «αποτοξινώσει», όπως έλεγε, τον λαό της από τον δηλητηριώδη ιό του κομμουνισμού.

Τα παιδιά που «επλανήθησαν»

Στη μαρτυρική Μακρόνησο συνέβαινε ό,τι και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής θηριωδίας: μια μπάλα καμωμένη από κουρέλια γινόταν όχημα επιβίωσης και ελπίδας. «Να οργανώσουμε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα με αντίπαλο τον πρωταθλητή Ολυμπιακό» σκέφτηκε κάποιος φαεινός εγκέφαλος στην ταραγμένη Αθήνα. «Ετσι θα δείξουμε ότι η ζωή στη Μακρόνησο συνεχίζεται κανονικά και θα διαψεύσουμε στην πράξη τα περί βασανιστηρίων και δολοφονιών».

Η επιστολή που δρομολόγησε

τη συγκλονιστική συνάντηση των ελεύθερων με τους φυλακισμένους, στην οποία το φως νίκησε το σκοτάδι, γραμμένη στην παράξενη καθαρεύουσα της εποχής, έφερε την υπογραφή κάποιου Γεωργίου Σγουρού, ταγματάρχη, διοικητή του Γ΄ Τάγματος Σκαπανέων της Μακρονήσου. Και στάλθηκε στον επίσημο Ολυμπιακό με ημερομηνία 29 Νοεμβρίου 1948:

«Εκφράζομεν την επιθυμίαν όπως η μικτή ποδοσφαιρική ομάδα των Α΄ και Γ΄ Ταγμάτων Σκαπανέων συναντηθή μετά της ημετέρας ομάδας εις φιλικήν ποδοσφαιρικήν συνάντησιν εν των γηπέδω υμών και χρόνον καθοριζόμενον υφ’ υμών. Τούτο ως γνωστόν θα βοηθήση εις την προσπάθειαν ημών, την οποίαν από πολλού χρόνου καταβάλλομεν προς την ανάπτυξιν του αθλητικού πνεύματος μεταξύ των ανδρών ημών ως και γενικότερον εις το του Εθνικού Στρατού.

Πιστεύομεν πως εις το έργον μας αυτό θα βοηθήσετε αμερίστως δεχόμενοι την πρότασίν μας διά την ως άνω ποδοσφαιρικήν συνάντησιν. Αι εισπράξεις της συναντήσεως θα διατέθωσι διά την ενίσχυσιν του Ραδιοφωνικού Σταθμού Μακρονήσου ο οποίος ήρχισε λειτουργών. Γνωρίζετε ποιας υπηρεσίας προσφέρει ο Ραδιοσταθμός εις την ανάπτυξιν του Εθνικού Πνεύματος και την εκλαΐκευσιν των γενομένων προσπαθειών δια την επαναφοράν των παιδιών τα οποία εις το παρελθόν επλανήθησαν, εις τον δρόμο της Ελλάδος».

Ανάμεσα στα παιδιά που «εις το παρελθόν επλανήθησαν» ήταν, κατά τραγική ειρωνεία, και ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού: ο Γιώργος Δαρίβας (που «έφυγε» πρόσφατα στην ηλικία των 98 ετών), ο Νίκος Πολίτης, ο Διονύσης Γεωργάτος και ο Ηλίας Μαλαμόπουλος. Τη φανέλα με τις οριζόντιες ρίγες και την ένδειξη «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ» στην καχεκτική πλάτη φόρεσαν επίσης ο Βασίλης Παπαδόπουλος του Απόλλωνα, ο Κώστας Λιάρος και ο Γιώργος Πατηνιώτης του Εθνικού, ο Συμεών Ζωπσός της ΜΕΝΤ, ο Αντώνης Παπαντωνίου και ο Γιάννης Φωκάς του Παναθηναϊκού, ο Κώστας Ιωαννίδης του Ηρακλή, ο Καραβασίλης της Προοδευτικής.

Στο κενό η κυβερνητική προπαγάνδα

Οι αποστεωμένες φιγούρες και ο τρόμος που ζωγραφιζόταν στα μάτια των ποδοσφαιριστών που παρατάχθηκαν απέναντι στους «ερυθρόλευκους» στο γήπεδο της Λεωφόρου είπαν όλη την αλήθεια. Η κυβερνητική προπαγάνδα έπεσε στο κενό. Οι 12.000 φίλαθλοι που γέμισαν τις εξέδρες στις 3 το μεσημέρι της 26ης Ιανουαρίου 1949 διψούσαν για μπάλα και θέαμα, αλλά δεν τρέφονταν με κουτόχορτο. Οι οπαδοί του Ολυμπιακού έβλεπαν δικά τους παιδιά στην ομάδα του στρατοπέδου και χειροκρότησαν συγκινημένοι την ήττα (2-1).

Είχαν προηγηθεί άλλοι αγώνες στο αυτοσχέδιο γηπεδάκι της κατάξερης Μακρονήσου, με αντιπάλους τον Παναθηναϊκό, τον Απόλλωνα, το Αιγάλεω, την Παναχαϊκή. Κανένας όμως δεν έγινε στην Αθήνα πριν από τον Γενάρη του ’49 και κανένας δεν έδωσε τη δυνατότητα στους μεγαλόσχημους του καθεστώτος για προπαγανδιστικά ενσταντανέ.

Στην κερκίδα των επισήμων της Λεωφόρου κάθισαν καμαρωτοί μεταξύ άλλων ο υπουργός Στρατιωτικών Παναγιώτης Κανελλόπουλος («στη Μακρόνησο αναγεννάται η Ελλάς ωραιοτέρα στην ψυχή των Ελλήνων»), ο γενικός στρατοπεδάρχης Μακρονήσου συνταγματάρχης Εξαρχάκος με άλλους γαλονάδες του αιματοβαμμένου νησιού και άλλοι μεγαλόσχημοι.

Πριν από τη σέντρα παιάνισε στρατιωτικούς θούριους η Φιλαρμονική του Δήμου Αθηναίων, ενώ κάποιος ναύτης έδωσε όρκο πίστης προς την πατρίδα, εκπροσωπώντας, υποτίθεται, τους «ανανήψαντες» κρατουμένους της Μακρονήσου. Λίγο πριν από το εναρκτήριο λάκτισμα οι θεατές τραγούδησαν τον εθνικό ύμνο. Ο Κανελλόπουλος δέχτηκε ανθοδέσμη από τους εξόριστους ποδοσφαιριστές και την πρόσφερε «εν μέσω των ζητωκραυγών των φιλάθλων, εις τους τραυματίας». Τραυματίες του πολέμου που είχε προηγηθεί, προφανώς.

«Μόλις έμαθαν ότι ήμουν ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού το εκμεταλλεύτηκαν, γι’ αυτό και έκαναν το παιχνίδι του Ολυμπιακού με τη Μακρόνησο, για να βγάλουν χρήματα και μάλιστα έβγαλαν αρκετά» αφηγήθηκε ο Γιώργος Δαρίβας σε ντοκιμαντέρ του Σκάι λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του. «Παίξαμε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Ηταν κατάμεστο. Κι από ποδοσφαιριστές, διάφορους ποδοσφαιριστές. Από τη Θεσσαλονίκη, από την Πάτρα και τα λοιπά μέρη. Πολλοί γνωστοί ποδοσφαιριστές της εποχής. Κερδίσαμε τον Ολυμπιακό μες στο γήπεδο του Παναθηναϊκού με 2-1 και ο διοικητής μάς έδωσε ένα μήνα άδεια. Ενα μήνα να έχει άδεια Μακρονησιώτης ήταν μεγάλη υπόθεση εκείνη την εποχή. Κερδίσαμε, λοιπόν, δοξάστηκε η Μακρόνησος και βγάλαμε και χρήματα αρκετά. Ηταν κατάμεστη η Λεωφόρος. Παίξαμε πολλοί ποδοσφαιριστές, όπως εγώ, ο Μαλαμόπουλος, ο Πολίτης κόντρα στον Ολυμπιακό, γιατί ήμασταν στρατιώτες στη Μακρόνησο».

Τα… πετσωμένα Μέσα της εποχής

Εξυπακούεται ότι οι εφημερίδες της εποχής απέφυγαν τις αιχμές και τις πολιτικές αναφορές. «Η ομάς της Μακρονήσου έκανε ικανοποιητικωτάτην εμφάνισιν και εχειροκροτήθη ζωηρώς υπό των θεατών» γράφει η «Καθημερινή». Για αποτέλεσμα που προκάλεσε «γενικήν έκπληξιν» μιλάει η «Ελευθερία». Ο αγώνας ήταν «πειθαρχημένος και ήρεμος» καθησυχάζει τους αναγνώστες της στην επικεφαλίδα η «Αθλητική Ηχώ»: «Ο Ολυμπιακός Πειραιώς υπέκυψε εις την ισχυρά μεικτή Μακρονήσου με 2-1. H στρατιωτική ομάς απέσπασε την νίκην πέντε λεπτά προ της λήξεως διά του Πατηνιώτη. Το τέρμα του Ολυμπιακού – πρώτον του αγώνος– επέτυχεν ο Χατζησταυρίδης και ισοφάρισε δε ο παλαίμαχος Θεσσαλονικεύς Ιωαννίδης. Ηρως του αγώνος ο τερματοφύλαξ Πολίτης».

Ο σπουδαίος γκολτζής του Παναθηναϊκού Αντώνης Παπαντωνίου ήταν αρχηγός αλλά και προπονητής της ομάδας των Μακρονησιωτών, κομμουνιστής, από τους ελάχιστους που αρνήθηκαν να υπογράψουν δήλωση μετανοίας. «Εγώ δεν πρόκειται να παίξω για τη βασίλισσα Φρειδερίκη, όπως μου ζητάτε, αλλά θα παίξω ευχαρίστως αν είναι να δοθούν οι εισπράξεις να φτιαχτούν νοσοκομεία» είπε στους ανωτέρους του. Αργότερα βασανίστηκε φριχτά και πέθανε από τις κακουχίες στα 39 του χρόνια.

Ο Ολυμπιακός αγωνίστηκε σε αυτό το ιστορικό ματς επίδειξης με τους Xρήστο Κλέτσα (46΄ Στέλιος Κουρκουλάτος), Διονύση Μινάρδο (αρχηγός), Ανδρέα Μουράτη, Ηλία Ρωσσίδη (46΄ Ακύλας Δρούγκας), Λουκιανό Γκιόκα, Μπάμπη Κοτρίδη, Στέλιο Χριστόπουλο, Αρη Μπιζάν, Αγγελο Βασιλειάδη, Αλέκο Χατζησταυρίδη και Λευτέρη Τριανταφύλλου. Προπονητής ήταν ο Θεολόγος Συμεωνίδης. Σύμφωνα με το βιβλίο του Θανάση Κάππου «Το ποδόσφαιρο και η Αριστερά» (εκδ. Καστανιώτη), οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού αψήφησαν το κλίμα τρομοκρατίας και χειροκρότησαν τους εξόριστους μετά τη λήξη του αγώνα.

Οι σκαπανείς επέστρεψαν στη Μακρόνησο αμέσως μετά, με λάφυρο το κύπελλο που είχε θεσπιστεί από την εφημερίδα «Εθνικόν Προσκλητήριον». Στο λιμάνι του Λαυρίου τούς περίμενε το ίδιο σαπιοκάραβο με το οποίο είχαν κάνει την αντίθετη διαδρομή την προηγούμενη μέρα. Η νίκη τους επί του κραταιού Ολυμπιακού, σε συνδυασμό με τη φιλική προς τους εξοστρακισμένους στάση των θεατών (πολλοί από τους οποίους ήταν ένστολοι), οδήγησε το καθεστώς σε αναδίπλωση, καθώς η πρωτοβουλία τούς γύρισε μπούμερανγκ. Η ιστορική αναμέτρηση της 26ης Ιανουαρίου 1949 ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως ήταν η τελευταία αυτού του είδους. Η Μακρόνησος είχε ακόμη μπροστά της έξι χρόνια «δόξας».

Documento Newsletter