Δηκτικοί απέναντι στη στάση της «δραστήριας» υπουργού Πολιτιμσού Λίνας Μενδώνη εμφανίστηκαν οι αρχαιολόγοι, καθώς η διεκπεραίωση της δουλειάς σκοντάφτει υποτίθεται σε μια υπογραφή της που ενισχύει τη γραφειοκρατική δουλειά κι εκείνη να κουνά το δάχτυλο στους υπαλλήλους ρίχνοντάς τους το μπαλάκι της ευθύνης και να μη χάνει ευκαιρία να κάνει… οραματικά έργα σε Ελληνικό, Εθνικό Κήπο, Φιλοπάππου, με την τρέχουσα δουλειά να παγώνει εξαιτίας της προκλητικά «αντιπαραγωγικής», γραφειοκρατικής και «υποκριτικής» στάσης της.
Η ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι αποκαλυπτική για την κατάσταση στο ΥΠΠΟΑ:
Στις 7-4-2020 οι Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ με έκπληξη παρέλαβαν το με αρ. πρωτ. ΥΠΠΟΑ/ΓΓΓΠ/166270/13440/7-4-2020 έγγραφο του Γ.Γ. με θέμα «Έκδοση αποφάσεων μετά τη γνωμοδότηση Συμβουλίων», όπου διάβασαν στην εισαγωγική πρόταση: «Επειδή το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια σημαντική καθυστέρηση στην υπογραφή και διεκπεραίωση αποφάσεων…».
Η προσπάθεια μετάθεσης ευθυνών είναι πράγματι προκλητική και υποκριτική, καθώς η πολιτική ηγεσία είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την καθυστερημένη έκδοση της Υπουργικής Απόφασης για τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων των Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων προς τους Προϊσταμένους των Περιφερειακών και Ειδικών Περιφερειακών Υπηρεσιών αρμοδιότητας της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και στους Προϊσταμένους των Περιφερειακών Υπηρεσιών αρμοδιότητας της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Την έκδοση της απαραίτητης νέας Υ.Α., βάσει του άρθρου 109 του ν. 4622/2019 (ΦΕΚ A΄ 133/07.08.2019) «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης», που για όλο το Δημόσιο ήταν σε ισχύ ήδη από την 7η Φεβρουαρίου, το Υπουργείο Πολιτισμού πραγματοποίησε την 17η Μαρτίου, δηλ. μετά την παρέλευση ενός μήνα και δέκα ημερών (!), και ενώ είχε ήδη αρχίσει η εφαρμογή των μέτρων για τη μη διάδοση του κορωνοϊού.
Η καθυστέρηση αυτή, άνευ ουσιαστικού λόγου, είχε ως αποτέλεσμα στο κατά τα άλλα “δραστήριο” ΥΠ.ΠΟ.Α. να καθυστερούν οι υπογραφές ενός μεγάλου αριθμού διοικητικών πράξεων που απορρέουν από γνωμοδοτήσεις των Τοπικών Συμβουλίων Μνημείων και άλλων σημαντικών εγγράφων των Υπηρεσιών του, τα οποία, ενώ είχαν προ πολλού συνταχθεί από τους δημόσιους λειτουργούς, ήταν αδύνατον να εκδοθούν. Η πρωτοφανής αυτή δυσλειτουργία του ΥΠ.ΠΟ.Α, από ολιγωρία της πολιτικής ηγεσίας, ήταν επόμενο να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια και τις διαμαρτυρίες των πολιτών, πολλοί από τους οποίους δεν πρόλαβαν να υλοποιήσουν τις δραστηριότητές τους, λόγω των μέτρων για την προστασία από την πανδημία, τα οποία επιβλήθηκαν στη συνέχεια.
Είναι γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού επιδεικνύει μεγάλη δραστηριότητα και πολυπραγμοσύνη εν μέσω πανδημίας. Από τη μια, τα Κεντρικά Συμβούλια συνεδριάζουν τακτικά, απασχολούμενα με θέματα που δεν είναι πάντα επείγοντα (όπως ερευνητικά προγράμματα κλπ.), χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ ιεράρχηση των άμεσων προτεραιοτήτων, με στόχο πρώτα από όλα την προστασία των μνημείων και την εξυπηρέτηση του πολίτη. Από την άλλη εγκρίνονται ταχύτατα υποθέσεις που επιπλέον δεν είναι δυνατόν να εκτελεσθούν άμεσα λόγω των συνθηκών, λ.χ. έγκριση κατεδαφίσεων στο Ελληνικό ή νομιμοποίηση αυθαιρέτων στην ιστορική Αίγλη Ζαππείου. Παράλληλα, προωθείται η παραχώρηση συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου σε ανώνυμες εταιρίες, όπως είναι οι περιπτώσεις του Αρχαιολογικού χώρου του Φιλοπάππου και του Εθνικού Κήπου ή η πρόσφατη “ολική επαναφορά” της έκπτωτης Εταιρείας I Know How στο έργο της ψηφιοποίησης των κινητών μνημείων.
Ταυτόχρονα, καμία ευκαιρία δεν χάνεται, ιδίως το τελευταίο διάστημα, προκειμένου η πολιτική ηγεσία να αποκαλύψει την αυταρχική φυσιογνωμία της. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η πιεστική απαίτηση για μετακόμιση της ΔΒΜΑ εν μέσω πανδημίας σε άλλο κτήριο από το κεντρικό της οδού Μπουμπουλίνας, αγνοώντας τον συνωστισμό και συγχρωτισμό που θα προκαλούσε η υλοποίησή της, σε αντίθεση μάλιστα με σχετικές εγκυκλίους του ΥΠ.ΕΣ.
Η ίδια έλλειψη σεβασμού προς τα μέλη του Σ.Ε.Α. εκδηλώνεται συχνά από την πολιτική ηγεσία σε συσκέψεις (πλέον σε τηλεδιασκέψεις) και όποια άλλη της επικοινωνία με τους προϊσταμένους μονάδων. Όλα αυτά περιγράφουν μία αίσθηση ισχύος που έχει η πολιτική ηγεσία απέναντι στους υπαλλήλους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Αυτό το ύφος (απαξιωτικό προς διακεκριμένους υπαλλήλους και τις υπηρεσίες που αυτοί εκπροσωπούν) μπορεί να ελεγχθεί με έναν τρόπο: καλούμε τους συναδέλφους να απευθύνονται στον Σύλλογο, που αποτελεί το όργανο προστασίας των δικαιωμάτων τους, και να αισθάνονται βέβαιοι ότι θα είμαστε εκεί να τους στηρίζουμε πιο επίμονα από ποτέ. Είμαστε αποφασισμένοι να μην επιτρέψουμε αυτήν την αυθαιρεσία.
Σε αυτό το πλαίσιο, ακόμη και το γεγονός της καθυστέρησης στην έκδοση Αποφάσεων για ενάμιση μήνα, με αποκλειστική υπαιτιότητα της ίδιας της πολιτικής ηγεσίας φαίνεται ότι υπήρξε μια καλή ευκαιρία για την έκδοση του προαναφερθέντος εγγράφου του Γ.Γ. με το οποίο- επιπλέον- ζητείται η κοινοποίηση των διοικητικών πράξεων που απορρέουν από τις γνωμοδοτήσεις των Τοπικών Συμβουλίων στα γραφεία Υπουργού και Γ.Γ. Πολιτισμού, χωρίς αυτό να προβλέπεται στον ν. 4622/2019 ή στην αρ. 9109/19-1-2010 σχετική εγκύκλιο του ΥΠ.ΠΟ.Τ.
Η άκομψη αλλά και περιττή αυτή ενέργεια, που προσθέτει γραφειοκρατικό βάρος, εφόσον οι Αποφάσεις αναρτώνται στη Διαύγεια προκαλεί εύλογα απορίες. Πιθανότατα γίνεται είτε για να αποσείσει η πολιτική ηγεσία τις ευθύνες της για τις όποιες καθυστερήσεις, είτε από έλλειψη διοικητικής επάρκειας και ψυχραιμίας, κάτω από το βάρος των ειδικών περιστάσεων που ορισμένοι φαίνεται δεν μπορούν να σηκώσουν, είτε από υπολογισμό, που αποσκοπεί στην καθιέρωση του ξεπερασμένου από την διοικητική πρακτική αλλά και από τις διατάξεις (παλαιότερες και πρόσφατες) για το αποκεντρωμένο και επιτελικό κράτος, μοντέλου συγκεντρωτικής – αυταρχικής διοίκησης, εν μέσω ειδικών καταστάσεων, που θα εξελιχθεί-επιβληθεί ως καθεστώς και στο μέλλον υπό «κανονικές» συνθήκες.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων ζητά την πιστή εφαρμογή του νόμου για το Επιτελικό Κράτος, σύμφωνα με όσα ισχύουν παράλληλα στην Αρχαιολογική Νομοθεσία, το Οργανόγραμμα και τις εγκυκλίους του ΥΠΠΟΑ.
Στηρίζει με κάθε τρόπο τους συναδέλφους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας στην άσκηση των καθηκόντων τους για την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομίας, εν μέσω μίας πρωτοφανούς για τη γενιά μας αρνητικής συγκυρίας.