Χωρίς απάντηση στα όσα αληθή και συγκεκριμένα ανέφερε η ανακοίνωση της «Αττικής Οδός Α.Ε.» της 24ης Ιουνίου 2019 με τίτλο «Ο μόνος δρόμος για εμάς είναι η αλήθεια», επιλέγεται σήμερα η παρεμπόδιση της καθόλα νόμιμης αύξησης των διοδίων με μία Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου – για την οποία η Αττική Οδός Α.Ε. επιφυλάσσεται καθώς δεν έχει δημοσιευτεί – που ως γνωστόν δεν προαπαιτεί τη συμμετοχή της Βουλής.
Διαπιστώνεται συνεπώς, πως πάνω από την αξιοπιστία της χώρας και του Ελληνικού Δημοσίου ως αντισυμβαλλόμενου συνεπούς προς τις Συμβατικές του υποχρεώσεις έναντι των επενδυτών, προτάσσεται το πολιτικό κόστος, με θύμα το Κράτος Δικαίου.
Η «Αττική Οδός Α.Ε.» έπραξε απολύτως σύννομα, εντός του πλαισίου που ορίζει η Σύμβαση Παραχώρησης κι ενημέρωσε επίσημα και έγκαιρα το Υπουργείο, με επιστολή της ήδη από τον Δεκέμβριο του 2018, για τη πρόθεση της να προβεί σε αύξηση της τιμής διοδίων σε δύο δόσεις.
Οι εν λόγω αυξήσεις, οι πρώτες μετά από 13 χρόνια, αρχικά στα €3,00 την 1η Φεβρουαρίου 2019 και στη συνέχεια στα €3,30 τη 1η Αυγούστου 2019 μετατέθηκαν χρονικά για τη 1η Ιουλίου 2019 και τη 1η Ιανουαρίου 2020, αντίστοιχα, και στοιχειοθετούνται πλήρως και πέραν πάσης αμφισβήτησης από τα δικαιολογητικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο Χρηματοοικονομικό μοντέλο και στις Χρηματοοικονομικές αναφορές που υποβάλλονται στον Κύριο του Έργου, το Ελληνικό Δημόσιο.
Άλλωστε, η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, η οποία είχε ενημερωθεί, με επίσημη επιστολή από την «Αττική Οδός Α.Ε.» από τις 28/12/2018, για τις νέες τιμές, ουδέποτε είχε εκφράσει υπηρεσιακά την παραμικρή αντίρρηση ή είχε ζητήσει οποιαδήποτε διευκρίνιση ή συμπληρωματικό στοιχείο.
Επίσης, είναι γνωστό στο αρμόδιο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών μέσω των στοιχείων που έχει στη διάθεσή του και του υποβάλλονται περιοδικά από την «Αττική Οδός Α.Ε.» σύμφωνα με τα όσα ορίζει η Σύμβαση Παραχώρησης, πως μέχρι το τέλος του 2018 η απόδοση της επένδυσης των μετόχων ανήλθε σε 6,23%, η οποία υπολείπεται σημαντικά του Συμβατικά ανώτατου προβλεπόμενου ορίου του 13,1%. Ως εκ τούτου, δεν έχει επιτευχθεί η Συμβατικά ορισθείσα απόδοση επί της επένδυσης και δεν στοιχειοθετείται η πρόωρη επιστροφή του δρόμου στο Ελληνικό Δημόσιο.
Σήμερα οι μεν αυξήσεις μπορεί να οδηγούνται εξαναγκαστικά σε αναστολή, ωστόσο όταν η υπόθεση κριθεί ενώπιον της Ελληνικής Δικαιοσύνης, οι Έλληνες πολίτες – στο σύνολό τους κι όχι μόνο αυτοί που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν τον αυτοκινητόδρομο – θα επιβαρυνθούν πολλαπλάσια, καλούμενοι να πληρώσουν τις αποζημιώσεις που θα επιδικαστούν.
Η «Αττική Οδός Α.Ε.», όπως πάντα, θα σεβαστεί τους νόμους και στο πλαίσιο άσκησης των νόμιμων δικαιωμάτων της, θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη για να προασπίσει το έννομο συμφέρον της.