Οταν «εξέλαβε» η Ράικου

Οταν «εξέλαβε» η Ράικου

Η εισαγγελέας Ελένη Ράικου εξέλαβε, όπως κατέθεσε στο ειδικό δικαστήριο, ένα τηλεφώνηµα του υπουργού ∆ηµήτρη Παπαγγελόπουλου ως υπόδειξη να κάνει συγκεκριµένα πράγµατα για τη Novartis. Σε ερώτηση της προέδρου του ειδικού δικαστηρίου Βασιλικής Ηλιοπούλου αν της υπέδειξε ποτέ ο πρώην υπουργός να δράσει µε τέτοιον τρόπο, η απάντηση ήταν αρνητική. Ουδέποτε της είπε τι να κάνει, αλλά αυτή έτσι το εξέλαβε.

Κάπως το εξέλαβε η εισαγγελέας Ελένη Ράικου, κάποιος έλαβε χρήµα στη Novartis τον οποίο δεν ερεύνησε και αφού ούτε γνώριζε ούτε είδε, µετέλαβε τα άχραντα µυστήρια της ιερής κυβέρνησης που ήθελε µια κατηγορία και µάρτυρες υπηρεσίας. Εισαγγελικής µάλιστα.

Αυτά που συµβαίνουν στο ειδικό δικαστήριο όπου δικάζονται η εισαγγελέας Ελένη Τουλουπάκη και ο πρώην υπουργός ∆ηµήτρης Παπαγγελόπουλος είναι η απόδειξη για την κατάπτωση αυτής της χώρας και το µέγεθος της διαφθοράς. Ταυτόχρονα αποδεικνύουν πώς στήθηκε όλη η επιχείρηση ενοχοποίησης των ανθρώπων που αποκάλυψαν το σκάνδαλο Novartis.

Η Ελένη Ράικου δεν είναι µια τυχαία εισαγγελέας. Υπηρέτησε ως προϊσταµένη στην Εισαγγελία της Αθήνας και στη συνέχεια στη νευραλγική θέση της εισαγγελίας η οποία έχει αναλάβει την καταπολέµηση της διαφθοράς, πάλι ως επικεφαλής. ∆εν χρειάζεται να είσαι εισαγγελέας και να έχεις υπηρετήσει σε τέτοιες θέσεις ευθύνης για να γνωρίζεις ότι οι κατηγορίες δεν στηρίζονται στο πώς εκλαµβάνει κάποιος µια πραγµατικότητα, αλλά στην πραγµατικότητα. Το «εκλαµβάνω» ερµηνεύεται από όλα τα λεξικά ως ο υποκειµενικός τρόπος µε τον οποίο αντιλαµβάνεται κάποιος αυτό που συµβαίνει. Σίγουρα όχι αυτό που συµβαίνει πέρα από κάθε αµφισβήτηση. Αν, για παράδειγµα, ένας µάρτυρας βρεθεί µπροστά σε κάποιον εισαγγελέα για να καταγγείλει κάτι επειδή έτσι το εκλαµβάνει, ο εισαγγελέας θα τον ρωτήσει αν έχει αποδείξεις. Αν µεν έχει, θα προχωρήσει την εισαγγελική έρευνα· αν όχι, θα την τερµατίσει. Οι διώξεις δεν γίνονται ούτε µε την αίσθηση ούτε µε τη διαίσθηση ούτε µε διορατικές και µεταφυσικές εµπειρίες. Απαιτούν και βασίζονται σε γεγονότα.

Να υποθέσουµε ότι η κ. Ράικου δεν γνώριζε ως εισαγγελέας το δεδοµένο αυτό και έθεσε τον εαυτό της στον ρόλο µάρτυρα υπηρεσίας; Πρόσφερε µάλιστα τις υπηρεσίες της σε µια νοµική κατασκευή που προέκυψε, όπως αποδεικνύεται πλέον, από πολιτικές εντολές.

Η εισαγγελέας Ράικου εξευτελίστηκε από τους ίδιους τους συναδέλφους της µέσα στο ειδικό δικαστήριο. Τόσο η πρόεδρος του δικαστηρίου Βασιλική Ηλιοπούλου όσο και η εισαγγελέας Ολγα Σµυρλή την απαξίωσαν για τον ρόλο της θυµατοποίησης που επέλεξε αντί να κάνει τη δουλειά της. Η άλλοτε εισαγγελέας διαφθοράς στην ερώτηση γιατί εγκατέλειψε τη θέση της απάντησε ότι φοβήθηκε και δέχτηκε την απαξιωτική ερώτηση της συναδέλφου της Ολγας Σµυρλή:

«Tι µας λέτε; Φοβάται ο εισαγγελέας; Τότε τι να πει ο απλός πολίτης; Ο κόσµος έρχεται σε µας τους εισαγγελείς για να τον βοηθήσουµε. Και µας λέτε ότι φοβάται ο εισαγγελέας; O εισαγγελέας είναι το τελευταίο καταφύγιο του πολίτη. Ποια παιδιά και οικογένεια µας λέτε; Ο εισαγγελέας εκπροσωπεί τη ∆ικαιοσύνη. ∆εν είναι προσωπικό του θέµα. Είναι καθήκον του. Μπορεί να φοβάται σαν άνθρωπος, αλλά δεν µπορεί να το εκδηλώνει σαν εισαγγελέας. Εσείς µάλιστα, που ήσασταν και εισαγγελέας κατά της διαφθοράς και προϊσταµένη της ποινικής δίωξης, δικαιολογείται να µας λέτε ότι φοβηθήκατε;».

Σε όλη τη διαδικασία της έρευνας για την υποτιθέµενη σκευωρία Novartis, όπου η Ράικου έπαιξε τον ρόλο του µάρτυρα που «κάτι εξέλαβε» και όχι της αξιοπρεπούς εισαγγελέα, δεν βρέθηκε κανένας, ούτε ανακρίτρια (Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου) ούτε οι δηµοσιογράφοι, να ρωτήσει «µα πώς µας λέτε όλα αυτά εσείς που δεν κάνατε τίποτε από όσα έπρεπε, αντιθέτως εγκαταλείψατε την εισαγγελία και δεν δίνετε κανένα αποδεικτικό στοιχείο;».

Επρεπε να φτάσουµε ως το ειδικό δικαστήριο και να βρεθούν δύο άνθρωποι της ∆ικαιοσύνης να πράξουν το αυτονόητο για να καταρρεύσει η κατηγορία και να φτάσει η Ράικου εκεί που της αξίζει, στον ευτελισµό και τον χλευασµό, όχι µόνο ως µάρτυρας αλλά ως εισαγγελέας. Η κ. Ράικου δεν µπορεί πλέον να σταθεί στο εισαγγελικό σώµα. Με την εξέτασή της στο ειδικό δικαστήριο έχει αποδειχτεί αναξιόπιστη και ανεπαρκής νοµικά κατά την πιο αθώα αποτίµηση, ενώ ο καθένας έχει δικαίωµα να αναρωτιέται ποιους εξυπηρέτησε και γιατί. Ποιον θα δικάσει η «φοβισµένη» εισαγγελέας; Ποιον µπορεί να πείσει στο µέλλον ότι η εισαγγελική της δραστηριότητα ξεπερνά τα υποκειµενικά και γήινα για να αποδώσει δικαιοσύνη, όταν η ίδια έχει παραδεχτεί δηµόσια ότι δεν έκανε τη δουλειά της επειδή φοβήθηκε; Και ποια, αλήθεια, είναι η δουλειά της; Να κατηγορεί και να διώκει όπως «εκλαµβάνει»; Ποιος κακόµοιρος θα βρεθεί στον δρόµο της και θα τον σύρει σε περιπέτειες γιατί έτσι εξέλαβε; ∆εν πρέπει τα όργανα της ∆ικαιοσύνης να της ζητήσουν να εγκαταλείψει τη θέση που κατέχει;

Να θυµίσω µόνο ότι η κ. Ράικου έχει καταθέσει και στην επιτροπή της Βουλής και στην ανακρίτρια ότι όσα έγραφε το Documento (επειδή έτσι εξέλαβε προφανώς) για τα έργα και τις ηµέρες της στην εισαγγελία, και για τα οποία δεν απάντησε αλλά έφυγε σαν τον κλέφτη, τα έγραφε για να εξυπηρετήσει τις προσπάθειες πίεσης του Παπαγγελόπουλου. ∆ηλαδή τώρα που την έχουν λοιδορήσει οι συνάδελφοί της µέσα στο δικαστήριο πώς να εκλάβουµε εµείς την πρακτική της; Ως σκοπιµότητα; Ως δόλο και µεθοδευµένο ψέµα; Ως εκδίκηση για όσα αποκαλύψαµε για τις σχέσεις µε τη Novartis; Ως εξυπηρέτηση συµφερόντων;

Οι συνεδριάσεις του ειδικού δικαστηρίου δεν παρέχουν συµπεράσµατα µόνο για τη Ράικου και τον ρόλο της. Είναι διδακτικές σε πολλά επίπεδα. Το γεγονός ότι δικάζεται ένας πρώην υπουργός και µια πρώην εισαγγελέας διαφθοράς θα έπρεπε να έχει κινητοποιήσει τα µέσα ενηµέρωσης και µάλιστα αυτά που υποστήριζαν ότι υπήρξαν τέρατα και σηµεία µε τον Παπαγγελόπουλο και την Τουλουπάκη. Οι κάµερες έπρεπε να είναι συνδεδεµένες για live µεταδόσεις και τα σάιτ να παρέχουν συνεχή πληροφόρηση από τη δίκη των δικών και το δικαστήριο των δικαστηρίων. Η πληροφόρηση όµως είναι αναιµική. Τυποποιηµένα δηµοσιεύµατα χωρίς εξάρσεις θυµίζουν ότι απλώς υπάρχει σε εξέλιξη αυτή η δίκη. Η «δηµοσιογραφία» που τόσα πρόσφερε στο αφήγηµα της σκευωρίας Novartis δικάζει άλλους για άλλα αλλού. Ο τρόπος που απέχει το σύστηµα των ΜΜΕ από την ουσιαστική κάλυψη της δίκης είναι η απόδειξη ότι όλα στήθηκαν και δηµοσιοποιήθηκαν για να επιτευχθεί ο πολιτικός στόχος και όχι η αποκάλυψη κάποιας αλήθειας. Τώρα που η αλήθεια αποκαλύπτεται από τις καταθέσεις τα Μέσα απέχουν, για να εµφανιστούν πλέον στη δικαστική απόφαση. Αν είναι καταδικαστική, θα θριαµβολογήσουν· αν είναι αθωωτική, θα επιλέξουν µια παράσταση Καραγκιόζη.

Η διαδικασία στο ειδικό δικαστήριο αποκαλύπτει και κάτι άλλο σοβαρό. Οταν θέλουν η ∆ικαιοσύνη και οι άνθρωποί της µπορούν να φτάσουν στην αλήθεια, µπορούν να κάνουν τη δουλειά τους και να βοηθήσουν την κοινωνία. Χρειάστηκαν µόλις µερικές ερωτήσεις από την πρόεδρο του δικαστηρίου και την εισαγγελέα για να καταλάβει όποιος παρακολούθησε τη δίκη ότι µπορεί να υπάρξει ∆ικαιοσύνη την οποία δεν θα εκλαµβάνουµε ως ∆ικαιοσύνη· θα είναι.

Ετικέτες

Documento Newsletter