Περιηγηθείτε online στον «Κήπο των επίγειων απολαύσεων» του Ιερώνυμου Μπος.
Η δεύτερη πανδημία της πανώλης, γνωστή και ως Μαύρος Θάνατος, η οποία ξεκίνησε από την κεντρική Ασία και μέσω των θαλάσσιων εμπορικών διαδρομών μεταδόθηκε στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο με συνεχείς αναζωπυρώσεις από το 1346 έως το 1840 κόστισε συνολικά 25 εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές. Η εξοικείωση με τον θάνατο καλλιέργησε την ανάγκη για πίστη στη μετά θάνατον ζωή, μια και η επίγεια φάνταζε πλέον αβίωτη. Με τη συνδρομή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας οι χαρές του σώματος ταυτίστηκαν με την αμαρτία, μια και η σάρκα θεωρούνταν πλέον το δοχείο που φιλοξενούσε τον θάνατο.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Ιερώνυμος Μπος δημιούργησε τον «Κήπο των επίγειων απολαύσεων» (1503-1515), ένα από τα πιο σκοτεινά και αινιγματικά έργα στην ιστορία της τέχνης. Το αριστούργημα του Μπος μπορεί κανείς να περιηγηθεί online μέσω του διαδραστικού ντοκιμαντέρ του NTR (https://archief.ntr.nl/tuinderlusten/en.html) όπου μπορεί να διαβάσει και να ακούσει την ιστορία και την ανάλυση του πίνακα που φιλοξενείται από το 1939 στη συλλογή του Μουσείο Πράδο.
Ο Μπος και η εποχή του
Ζώα βασανίζουν ανθρώπους, άντρες και γυναίκες ερωτοτροπούν μπροστά στα μάτια του θεατή και δαιμονικές μορφές καταπίνουν αμαρτωλές ψυχές, σε ένα σύμπλεγμα όπου η λαγνεία και το σκοτάδι κυριαρχούν. Σε αδρές γραμμές αυτά βλέπει ο θεατής στο τρίπτυχο έργο «Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων». Ο Μπος (περ. 1450-1516) χαρακτηρίστηκε «υπερρεαλιστής» της εποχής του και ίσως μόνο αυτός ο αναχρονιστικός χαρακτηρισμός είναι ικανός να αποδώσει το καινοτόμο πνεύμα του που, είτε από επιλογή είτε λόγω συνθηκών, δεν εναρμονίστηκε με το ρεύμα της αναγεννησιακής ζωγραφικής που εκείνη την εποχή εξαπλωνόταν από την Ιταλία στον Βορρά (ο ίδιος γεννήθηκε και έζησε στο Χερτόχενμπος, πόλη του δουκάτου της Βραβάντης, στο έδαφος της σημερινής Ολλανδίας).
Πρώτη ύλη του ήταν ο φόβος του μεσαιωνικού ανθρώπου απέναντι σε αυτό που δεν κατανοούσε, τον οποίο ο Μπος απέδωσε με την ελευθερία που του πρόσφερε το κίνημα του Ουμανισμού. Αυτή ακριβώς η μίξη είναι που απελευθέρωσε από το πινέλο του τις σατανικές φαντασιώσεις που στοίχειωναν τα, υποταγμένα στις πνευματικές αλυσίδες της Καθολικής Εκκλησίας, μεσαιωνικά κορμιά.
Στο έργο του έκανε χρήση σκοτεινών μορφών, αλχημιστικών, αστρολογικών και μαγικών συμβολισμών για να περιγράψει μια ολόκληρη εποχή, που μαστιζόταν από την πανώλη, τους πολέμους, τις θρησκευτικές και κοινωνικές ταραχές, τους λιμούς, τους δημόσιους βασανισμούς και τις δημόσιες εκτελέσεις θανατικών ποινών. Κατά βάσιν τα θέματά του ήταν εμπνευσμένα από τις Ιερές Γραφές και τα απέδιδε αποτυπώνοντας την αντίληψη περί της αιώνιας τιμωρίας των απίστων. Ο ίδιος ήταν πιστός και μάλιστα ανήκε στη θρησκευτική Αδελφότητας της Παναγίας.
Αν και τα πρώιμα έργα του δεν διαφοροποιούνται πολύ από τα έργα της εποχής, περιλαμβάνουν λεπτομέρειες που τα συνδέουν με την ώριμη περίοδό του, εκείνη για την οποία έγινε γνωστός. Ζωγράφισε αρκετά τρίπτυχα, ωστόσο κορυφαίο του θεωρείται «Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων», το οποίο φιλοτέχνησε πάνω σε ξύλο βελανιδιάς. Όταν το τρίπτυχο είναι κλειστό βλέπει κανείς την απεικόνιση της Γης όπως τη φαντάστηκε ο Μπος κατά τη βιβλική δημιουργία του Κόσμου. Στο άνοιγμά του διαβάζεται πιθανότατα από τα αριστερά στα δεξιά.
Στο πρώτο φύλλο, σύμφωνα με τον ιστορικό τέχνης E.H. Gombrich, είναι πιθανό να απεικονίζεται η ζωή στη Γη πριν από τον Κατακλυσμό. Ο Θεός κρατά το χέρι της Εύας που γονατίζει, ενώ ο Αδάμ κάθεται στο γρασίδι. Και οι τρεις βρίσκονται πάνω σε ένα λόφο. Η σκηνή απεικονίζει τη στιγμή που ο Θεός παραδίδει την Εύα στον Αδάμ. Πουλιά, γάτες, ψάρια, αλλά και εξωτικά ζώα όπως ένας ελέφαντας, μία καμηλοπάρδαλη κι ένας ρινόκερος, βρίσκονται στο κάδρο μαζί με φανταστικά πλάσματα, όπως ένας μονόκερος κι ένα ψάρι με φτερά. Με την επιλογή αυτού του θέματος στο αρχικό φύλλο, ο Μπος πιθανότατα εννοεί πως ό,τι επακολουθεί είναι απόρροια αυτής της συνάντησης.
Οι σαρκικές επιθυμίες που οδηγούν στην Κόλαση
Στο δεύτερο φύλλο, που είναι και το μεγαλύτερο σε διαστάσεις από τα τρία, απεικονίζεται ένα μέρος με δεκάδες γυμνούς ανθρώπους. Άλλοι συμπεριφέρονται με αθωότητα και άλλοι προσπαθούν να πραγματοποιήσουν τις πιο τρελές τους φαντασιώσεις, σαν να πρόκειται να επέλθει άμεσα το τέλος του κόσμου. Κάποιοι βρίσκονται μέσα σε κρυστάλλινες σφαίρες, άλλοι κάτω από γυάλινους θόλους, ενώ τα ψάρια, τα κοχύλια και τα βατόμουρα υπογραμμίζουν ως σύμβολα τη σεξουαλικότητα και τη φιληδονία.
Στο τρίτο φύλλο απεικονίζεται η Κόλαση, η πληρωμή για όσα έζησαν οι άνθρωποι του δεύτερου φύλλου του έργου. Στο πιο σκοτεινό, και χρωματικά ακόμα, από τα τρία φύλλα ο θεατής αντικρίζει ανθρώπους να βασανίζονται, τέρατα να τους καταπίνουν και να τους αφοδεύουν, σκυλιά να τρώνε τα κορμιά τους. Άλλοι πλέουν σε βάρκες μέσα σε μαύρα νερά.
Ξεχωρίζουν κάποια μουσικά όργανα, μεταξύ αυτών ένα τύμπανο, μία σάλπιγγα, ένα λαούτο και μια άρπα, στην οποία είναι δεμένη μια γυναίκα. Στο μέσο του πίνακα ξεπροβάλλει ένα ανδρικό πρόσωπο, τόσο λευκό και ανέκφραστο σαν να είναι νεκρό. Ανήκει στον άνθρωπο-δέντρο, η κοιλιά του οποίου περικλείει ένα καπηλειό, όπου ανεβαίνουν άλλες δυστυχείς φιγούρες, μέσω μιας σκάλας. Στο πίσω μέρος της παράστασης βλέπουμε ανθρώπους να χάνονται στα μονοπάτια μιας καιόμενης πόλης. Πρόκειται για την Κόλαση.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μπος συνδυάζει εικόνες της Εδέμ και της Κόλασης. Είναι σαφής η θέση που παίρνει μέσα από τα έργα του σχετικά με την ανθρώπινη φύση. Για τον Μπος, ο άνθρωπος είναι αμαρτωλός και του αξίζει να τιμωρηθεί. Γι’ αυτό σε άλλα έργα του παίρνει ο ίδιος τον ρόλο του Θεού-τιμωρού κολλώντας στα ανθρώπινα σώματα ουρές ζώων, κεφάλια τεράτων, φτερά δράκων. Ο Μπος δεν ζωγραφίζει για να τέρψει τον θεατή, αλλά για να του υπενθυμίσει ότι η εσωτερική ανθρώπινη κακία είναι ορατή.
Ωστόσο από τα έργα του δεν λείπει το χιούμορ. Τουλάχιστον αυτό μαρτυρούν λεπτομέρειες όπως το μπουκέτο των λουλουδιών που ξεπροβάλλει από τον πρωκτό ενός σκυμμένου άντρα στο δεύτερο φύλλο ή το γουρούνι που ενδύεται το βέλο της μοναχής στην απεικόνιση της Κόλασης. Το στιλ του επέδρασε καταλυτικά στην ιστορία της τέχνης και επηρέασε σημαντικά κορυφαίους καλλιτέχνες όπως ο Μιρό και ο Νταλί.
Περιηγηθείτε στον «Κήπο των επίγειων απολαύσεων» του Ιερώνυμου Μπος πατώντας εδώ