Σε μία παράσταση διαστροφής της πραγματικότητας αλλά και ομολογίας των παρακολουθήσεων των προσώπων που αποκάλυψε ο Αλέξης Τσίπρας την περασμένη Τετάρτη από την ΕΥΠ μετέτρεψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης την δική του τοποθέτηση κατά τη συζήτηση της πρότασης μομφής, περιβάλλοντας βέβαια τις απαντήσεις από ψεύδη και παραπλανητικές αναφορές, και «κρύβοντάς» την μέσα σε ένα ρεσιτάλ επιχείρησης συγκάλυψης του σκανδάλου παρακολουθήσεων πίσω από μία άσχετη ατζέντα συζήτησης.
Με τους βουλευτές του στημένους να χειροκροτούν προκαταβολικά, πριν καν ανοίξει το στόμα του από το βήμα της Βουλής βρέθηκε στο έδρανο ο Κυριάκος Μητσοτάκης για την τοποθέτησή του, η οποία πριν αναφερθεί στις παρακολουθήσεις και τις απαραίτητες εξηγήσεις που ο ίδιος οφείλει, περιελάμβανε ένα αριστοτεχνικό σεμινάριο whataboutism, όπως λέγεται στις ΗΠΑ η επιχείρηση λογικής πλάνης με χρήση άσχετων αναφορών.
Έτσι, πριν αρχίσει να αναφέρεται στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων που είναι ο λόγος που η αξιωματική αντιπολίτευση κατέθεσε την πρόταση μομφής σε βάρος της κυβέρνησής του, ξεκίνησε από την ιστορική αναφορά στην ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος και τα… πάμπερς του Κοσκωτά, τις κλειστές τράπεζες, τα ορθάνοιχτα σύνορα, το δημοψήφισμα και το τρίτο μνημόνιο, μέχρι την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης επί ΣΥΡΙΖΑ, τα Ειδικά Δικαστήρια και τη δίκη για την τραγωδία στο Μάτι. Τακτική που ακολούθησε και μετά την «παρένθεση» των μετρημένων «απαντήσεων» που έδωσε για τις σημερινές αποκαλύψεις, φτάνοντας μέχρι το σημείο -στο τέλος της ομιλίας του- να ρωτά την αντιπολίτευση εάν «πήρατε λεφτά από τη Βενεζουέλα;»!
Μία και μόνη είδηση που βγήκε από αυτές του τις αναφορές είναι πως επιβεβαίωσε πως δεν προτίθεται ούτε σε αυτή την προεκλογική περίοδο να αναμετρηθεί τηλεοπτικά με τον αντίπαλό του, αφού τόνισε πως «αναμετρούμαστε εδώ και στις κάλπες», παρότι λίγα λεπτά πριν τον είχε εκ νέου προκαλέσει ο Αλέξης Τσίπρας.
Διαβάστε σχετικά: Ψέματα και σύγχυση αντί απαντήσεων από Μητσοτάκη για την επιστολή της ΑΔΑΕ
Φτάνοντας επιτέλους στο ζήτημα για το οποίο η κυβέρνησή του και ο ίδιος κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις μετά από αρκετή ώρα, αρχικά αναφέρθηκε σε «μεμονωμένα λάθη και αστοχίες», για ανάγκη ισορροπίες μεταξύ ατομικών δικαιωμάτων και συλλογικής προστασίας της ασφάλειας», αλλά και σε «παλιές αδυναμίες που δεν εξάντλησαν τον επίλογο τους», προσπαθώντας να κρυφτεί πίσω από τις παραιτήσεις Δημητριάδη-Κοντολέων το περασμένο καλοκαίρι.
Στη συνέχεια, κατά την προσφιλή του τακτική επιδόθηκε σε μία επιχείρηση παραπλάνησης ακόμα και για την ίδια την επιστολή με τα στοιχεία για τις παρακολουθήσεις που έλαβε ο Αλ. Τσίπρας, φτάνοντας στο σημείο να τον κατηγορήσει ακόμα και για παραπλάνηση, επικαλούμενος το περιεχόμενο της επιστολής της ΑΔΑΕ.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης έστησε ένα μικρό επικοινωνιακό σόου προκαλώντας τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακόμα και να πάρει τον λόγο, σε μία πρωτοφανή συμπεριφορά απαξίωσης του Προέδρου της Βουλής, υποστηρίζοντας πως η επιστολή της ΑΔΑΕ δεν περιελάμβανε τα ονόματα που κατέθεσε την Τετάρτη ο Αλ. Τσίπρας. Στην πραγματικότητα ωστόσο, η επιστολή περιελάμβανε την επιβεβαίωση της ΑΔΑΕ στο ερώτημα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για την άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών αριθμών των έξι «στόχων», γεγονός που καθιστά το ερώτημα «υπήρχαν ή όχι» ονόματα στην επιστολή άκυρο και παραπλανητικό.
Σημαία η νομιμότητα
Στη συνέχεια όμως ήρθε η «βόμβα» που πρέπει να έφερε σε δύσκολη αρκετούς πολίτες, αλλά και σημαντικούς παράγοντες εντός του ίδιου του κόμματός του. Μετακινώντας την γραμμή της κυβέρνησης από εκεί που αμφισβητούσε τις παρακολουθήσεις ή τις χρέωνε σε «ρυπαρά δίκτυα», ο Κυρ. Μητσοτάκης υποστήριξε ευθαρσώς πως «οι επισυνδέσεις θα ήταν προβληματικές εφόσον δεν είχαν τηρηθεί τα προβλεπόμενα, όμως ο κ. Ράμμος αναφέρεται σε νόμιμες επισυνδέσεις, άρα ήταν νόμιμες».
Παρότι στη συνέχεια αμφισβήτησε ακόμα και το δικαίωμα του προέδρου της ΑΔΑΕ να κρίνει τη νομιμότητα, το σημείο αυτό είναι που εγκαινιάζει την νέα γαλάζια γραμμή, που μετά τις συνεχείς διαψεύσεις που έχει φέρει η δημοσιογραφική έρευνα και η ανεξάρτητη Αρχή, θα καταφύγει στη «νομιμότητα» των παρακολουθήσεων. Στη συνέχεια επανέλαβε τα περί «λάθους» για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη, πριν επιστρέψει στα περί της επιστολής της ΑΔΑΕ, στην προσπάθεια να λασπώσει όσο μπορεί περισσότερο το έργο της Αρχής, αφού είναι πλέον διακηρυγμένος στόχος να «καθαρίσει» με τον πρόεδρο Ράμμο και μέλη της.
Λίγο αργότερα έβαλε στο κάδρο και τα «φιλικά στον ΣΥΡΙΖΑ ΜΜΕ», μεμφόμενος τις δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, φτιάχνοντας το «δίλημμα» πως «είτε υπήρξαν διαρροές απορρήτων πληροφοριών από την ΑΔΑΕ στον Τύπο, είτε ο Τσίπρας επέβαλε τα όνομα που ήθελε μοιράζοντάς τα στα Μέσα». Εκεί ήταν που «συνάντησε» τον εκπρόσωπό του Γιάννη Οικονόμου για τα περί «ρυπαρών δικτύων», για τα οποία υποστηρίζει πως είναι εκείνα που διέρρεαν εμπιστευτικά στοιχεία από την ΕΥΠ, αδειάζοντας ουσιαστικά τον εκπρόσωπό του που τις προηγούμενες ημέρες τους χρέωνε ακόμα και τη διενέργεια των παρακολουθήσεων.
Ακολούθως, πασχίζοντας να πείσει για ένα ερώτημα που παραμένει αναπάντητο, εγκάλεσε τον Αλ. Τσίπρα «γιατί έχετε τα στοιχεία εσείς και όχι εγώ, γιατί δεν έγινα αποδέκτης ποτέ καμίας πληροφορίας για όσα αναφέρεστε». Εκεί είναι και η ουσία της παρουσίας του Κυρ. Μητσοτάκη αλλά και σύσσωμης της κοινοβουλευτικής του ομάδας κατά τη διάρκεια της τριήμερης συζήτησης, αφού άπαντες πασχίζουν να προστατέψουν τον πρωθυπουργό από τις ευθύνες του, με επιχείρημα πως «δεν γνώριζε, δεν έμαθε».