Οι τράπεζες της αισχροκέρδειας

Οι τράπεζες της αισχροκέρδειας

Συνεχίζουν να ανοίγουν την ψαλίδα επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων και γδέρνουν όσους αποπληρώνουν στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια

Είναι ένα ατελείωτο παιχνίδι αισχροκέρδειας που εκτινάσσει τον «πληθωρισμό απληστίας» εις βάρος της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνίας. Ο λόγος για τις ελληνικές τράπεζες, που συνεχίζουν στο ίδιο μοτίβο να ανοίγουν την ψαλίδα μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και των επιτοκίων χορηγήσεων. Αυτοί που την πληρώνουν για να αισχροκερδούν οι τράπεζες, που δρουν ανεξέλεγκτα και αδυσώπητα χωρίς κρατική εποπτεία, είναι από τη μία όσοι έχουν πάρει στεγαστικά δάνεια και από την άλλη όσοι επιτηδευματίες έχουν λάβει επιχειρηματικά δάνεια.

Οπως και να έχει, η εκτεταμένη και διαρκώς αυξανόμενη αυτή άπληστη πολιτική φέρει τη σφραγίδα του Κυριάκου Μητσοτάκη, που και στην προηγούμενη θητεία του αλλά και τώρα αρνείται να επέμβει υπέρ της κοινωνίας και της οικονομίας, κρυπτόμενος πίσω από τη νεοφιλελεύθερη άποψη ότι η αγορά αυτορρυθμίζεται!

Πνίγουν τους δανειολήπτες

Ολα αυτά προκύπτουν από τις ανακοινώσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Σε σχέση με τα αποτελέσματα του Μαΐου οι τράπεζες χορήγησαν αύξηση της τάξης των 3 μονάδων βάσης στα επιτόκια καταθέσεων και εξακόντισαν κατά 19 μονάδες βάσης την αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων!

Συγκεκριμένα, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των υφιστάμενων καταθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων μίας ημέρας, αυξήθηκε κατά 4 μονάδες βάσης στο 0,33%, από 0,29%. Αντίστοιχα, το μέσο σταθμισμένο του συνόλου των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 19 μονάδες βάσης και έφτασε στο δυσθεώρητο 6,04%. Ειδικότερα:

H Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο μειώθηκε κατά 23 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 3,83% (όταν το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων είναι 0,28%).

H Το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια αυξήθηκε κατά 6 μονάδες βάσης στο 6,42%. – Το επιτόκιο των επαγγελματικών δανείων αυξήθηκε κατά 4 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 7,61%.

H Το μέσο επιτόκιο των νέων επιχειρηματικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 43 μονάδες βάσης τον Μάιο του 2023 και διαμορφώθηκε στο 5,99%. H Το μέσο επιτόκιο των δανείων τακτής λήξης με κυμαινόμενο επιτόκιο προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) αυξήθηκε κατά 8 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,13%.

Τέλος, ως προς το ύψος του δανείου σημειώνεται ότι το μέσο επιτόκιο για δάνεια μέχρι και 250.000 ευρώ αυξήθηκε κατά 5 μονάδες βάσης στο 7,07%, για δάνεια από 250.001 μέχρι 1 εκατ. ευρώ αυξήθηκε κατά 18 μονάδες βάσης στο 6,19% και για δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ αυξήθηκε κατά 41 μονάδες βάσης στο 5,92%.

Αφαιρούν ρευστότητα από την πραγματική οικονομία

Ολα αυτά δείχνουν ότι μήνα με τον μήνα οι τράπεζες σφίγγουν τον βρόχο γύρω από τον λαιμό των δανειοληπτών και αν συνεχιστεί αυτή η απληστία είναι θέμα χρόνου να υπάρξει νέος κύκλος «κόκκινων» δανείων. Αν λοιπόν συνδυάσουμε την κρίση του κόστους ζωής με τη φορομπηχτική πολιτική Μητσοτάκη (ήδη στο πρώτο τετράμηνο του έτους τα έσοδα από τον ΦΠΑ εμφανίζονται κατά 958 εκατ. ευρώ περισσότερα σε σχέση με το 2022 που η κοινωνία έσπασε κάτω από το βάρος των έμμεσων φόρων) και προσθέσουμε τα βάρη από τα επιτόκια σε επιχειρηματικά, καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια, έχουμε ήδη μια πρώτη εικόνα ασφυξίας…

Στόχος οι καταθέσεις των ολίγων

Ομως οι τράπεζες έχουν βρει και άλλο ένα μοτίβο κερδοσκοπίας, που ελλείψει κρατικής εποπτείας οδηγεί σε άρνηση να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων. Πρόκειται για τις καταθέσεις που βρίσκονται στα χέρια ολίγων. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία που τηρεί το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ), οι τραπεζικές καταθέσεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022 ανέρχονταν σε 191,87 δισ. ευρώ έναντι 179,97 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021, αυξημένες δηλαδή κατά 6,61%.

Μέσα στο πεντάμηνο του τρέχοντος έτους αυξήθηκαν περίπου 3 δισ. ενώ μειώθηκαν κατά 205 εκατ. τον Μάιο, λόγω της ακρίβειας που κάνει τους μικροκαταθέτες να ξοδεύουν από όσα έχουν αποταμιεύσει για να επιβιώσουν.

Από αυτά τα μεγέθη προκύπτει ότι το 72,5% των καταθετών είναι μικροκαταθέτες, καθώς διατηρούν καταθέσεις έως 1.000 ευρώ. Καταθέσεις πάνω από 1.000 και έως 5.000 ευρώ είχε το 2022 το 12,4% των καταθετών, από 5.001 έως 50.000 ευρώ το 13%, από 50.001 έως 100.000 ευρώ το 1,4% και πάνω από 100.000 ευρώ μόλις το 0,7% των καταθετών. Αυτή η τελευταία κατηγορία όμως έχει το 42% του συνόλου των καταθέσεων ή 80,6 δισ. ευρώ από τα 191,87 δισ. ευρώ. Εδώ εισέρχονται οι τράπεζες και παίζουν το διπλό παιχνίδι με στόχο τα αισχρά κέρδη εις βάρος της πραγματικής οικονομίας.

Από τη μία συνεπώς κρατούν καθηλωμένα τα επιτόκια καταθέσεων σε μηδενικά επίπεδα και από την άλλη προτείνουν στους μεγάλους αποταμιευτές να βάλουν τα χρήματά τους σε εναλλακτικά επενδυτικά προϊόντα, όπως ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου, ακόμη και ειδικού τύπου μεσομακροπρόθεσμης διάρκειας επενδυτικά προϊόντα, μέσω των οποίων εγγυώνται το 100% του κεφαλαίου και κάποιες θετικές αποδόσεις που σχετίζονται με χρηματιστηριακά παίγνια και στοιχήματα.

Ετσι λοιπόν από τη μία κερδίζουν γιατί εμφανίζουν υπερβάλλουσα ρευστότητα και ως εκ τούτου αρνούνται να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων που παραμένουν μηδενικά ενώ από την άλλη κερδοσκοπούν με τις καθηλωμένες καταθέσεις του 42% των αποταμιευτών που έχει καταθέσεις συνολικού ύψους 80,6 δισ. ευρώ (άνω των 100.000 ευρώ). Ομως όταν κάποιος αισχροκερδεί, κάποιος άλλος χάνει το ισόποσο. Δυστυχώς, αυτοί που χάνουν είναι οι πολλοί που συγκαταλέγονται σε όσους έχουν στεγαστικό δάνειο και το αποπληρώνουν (υπάρχουν μηνιαίες δόσεις των 400 ευρώ που έχουν φτάσει τα 700 ευρώ μηνιαίως) και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που για να πληρώσουν την αύξηση των επιτοκίων βουλιάζουν στα χρέη προς προμηθευτές και προς το δημόσιο.

Ετικέτες

Documento Newsletter