Οι προτεινόμενες αλλαγές της Κομισιόν στη συνθήκη Σένγκεν στο πνεύμα μιας Ευρώπης-φρούριο

Την Τρίτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το κείμενο με τις μεταρρυθμίσεις που έχει προαναγγείλει από τον Ιούνιο στην συνθήκη Σένγκεν, ενσωματώνοντας τα διδάγματα από την πανδημία αλλά κάνοντας την μετανάστευση πιο δύσκολη σε ανθρώπους που προέρχονται εκτός περιοχής Σένγκεν.

Μετά την μεταναστευτική κρίση του 2015, την κρίση στα πολωνικά σύνορα και την πανδημία, η Κομισιόν θέλει να ενσωματώσει αλλαγές στην συνθήκη που να επιτρέπει περισσότερη πολιτική καθοδήγηση και συντονισμό σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης αλλά και να ξανακάνει τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς την έσχατη λύση και όχι την «πρώτη βοήθεια», όπως γράφεται χαρακτηριστικά στην αιτιολογική έκθεση.

Η πρόταση αναφέρει την πιθανότητα για μια χώρα να αρνείται την είσοδο μεταναστών στο έδαφός της και να τους επιστρέψουν σε γειτονική χώρα, εάν υπάρχουν «σαφείς ενδείξεις» ότι έρχονται από εκεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθεί η ΕΕ να διευθετήσει το ακόμα άλυτο ζήτημα των δευτερευουσών μετακινήσεων. Ακόμα κι αν ο κανονισμός του Δουβλίνου ορίζει ότι ένα άτομο πρέπει να υποβάλει αίτηση για άσυλο στο κράτος από το οποίο πέρασε για να εισέλθει στην ΕΕ, πολλοί κάνουν αυτή τη διαδικασία σε παραπάνω από μία χώρες ή περνούν από άλλες χωρίς να ζητήσουν άσυλο. Η μεταρρύθμιση του Δουβλίνου, που ζήτησαν οι χώρες πρώτης εισόδου, εξακολουθεί να βρίσκεται σε αδιέξοδο, όπως το «παγκόσμιο σύμφωνο» για τη μετανάστευση που κατατέθηκε τον Σεπτέμβριο του 2020 από την Επιτροπή.

Μηχανισμός κοινής ανταπόκρισης

Ένα άλλο κείμενο που παρουσιάστηκε την Τρίτη είναι ότι σε περίπτωση που η εργαλειοποίηση της μετανάστευσης -όπως αυτή που ασκεί η δικτατορία της Λευκορωσίας επαναληφθεί και επηρεάσει αρκετές χώρες-μέλη- θα πρέπει να ενεργοποιείται ένας μηχανισμός κοινής ανταπόκρισης, για να αποφευχθούν οι μεμονωμένες ενέργειες όπως της Πολωνίας, με δραματικές συνέπειες για τους μετανάστες, λειτουργώντας ως ένα είδος νομιμοποίησης των επαναπροωθήσεων.

Οι ενδιαφερόμενες χώρες θα μπορούν να περιορίσουν τον αριθμό των σημείων διέλευσης στο έδαφός τους και να αυξήσουν την επιτήρησή τους «σεβόμενες τα θεμελιώδη δικαιώματα». Η Επιτροπή προτείνει επίσης οι χώρες να έχουν στη διάθεσή τους τέσσερις εβδομάδες, αντί των τριών έως δέκα ημερών που προβλέπονται επί του παρόντος, για να καταχωρήσουν και να εξετάσουν ένα αίτημα για άσυλο. Θεωρητικά, αυτό θα επέτρεπε στους μετανάστες να έχουν πραγματική πρόσβαση σε μια τέτοια διαδικασία. Στην πράξη, ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μακρά αναμονή στα σύνορα για τους ενδιαφερόμενους, με ελάχιστη βοήθεια από τα κράτη. Η Κομισιόν, ωστόσο, υπόσχεται ότι τα κράτη θα μπορούσαν να ζητήσουν βοήθεια από ανθρωπιστικές οργανώσεις, τη Frontex, τη Europol και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου. Αυτό που η Πολωνία αρνήθηκε κατηγορηματικά να κάνει.

Το έγγραφο της Επιτροπής σκοπεύει επίσης να αντλήσει διδάγματα από την πανδημία και να προσπαθήσει να ενοποιήσει τις διαδικασίες για τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς, προκειμένου να αποφευχθούν οι απάτες και οι παρεξηγήσεις των τελευταίων μηνών. Αυτό θα σήμαινε από κοινού καθορισμό κανόνων, περιορισμών και εξαιρέσεων για τους λεγόμενους «απαραίτητους» ταξιδιώτες, κατοίκους και διασυνοριακούς εργαζόμενους: 1,7 εκατομμύρια Ευρωπαίοι ζουν σε χώρα διαφορετική από αυτήν στην οποία εργάζονται.

Περισσότερη ευελιξία, συντονισμός και διαχείριση

Τον Ιούνιο, η Επιτροπή υποσχέθηκε να «αναθεωρήσει» τον χώρο Σένγκεν, τώρα μιλά για «προσαρμογή στις νέες προκλήσεις», με περισσότερο «συντονισμό», «ευελιξία» και «διαχείριση». Στο αίτημα για «πολιτική καθοδήγηση» που διατύπωσε συγκεκριμένα η Γαλλία, η ευρωπαϊκή εκτελεστική εξουσία απάντησε αναφερόμενη σε ένα «φόρουμ Σένγκεν» που θα συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα και θα εμπλέκονται οι υπουργοί Εσωτερικών, τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.