Τις προτάσεις της σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στο οικογενειακό δίκαιο που προωθεί το υπουργείο Δικαιοσύνης απέστειλε την Πέμπτη 1η Απριλίου η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων τόσο στο υπουργείο όσο και στα πολιτικά κόμματα. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων μαλιστα σήμερα έδωσε στη δημοσιότητα της τις παρατηρήσεις της πάνω σε συγκεκριμένα άρθρα του νομοσχεδίου.
Διαβάστε αναλυτικά της παρατηρήσεις της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων:
«Γενικές επισημάνσεις
Η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τις σχέσεις γονέων και τέκνων είναι αναγκαίο να ξεκινάει από τη δημιουργία κατάλληλων δημόσιων υπηρεσιών, οι οποίες θα στηρίζουν νομοθετικές παρεμβάσεις που γίνονται μετά από γνωμοδοτήσεις επιτροπών, βασισμένων σε πορίσματα της επιστήμης. Προκαλεί στο σημείο αυτό πολλά ερωτήματα η σιωπηρή απόρριψη του σχεδίου της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για τις τροποποιήσεις των διατάξεων του Αστικού Κώδικα για τη γονική μέριμνα και την προσωπική επικοινωνία με το τέκνο, το οποίο δεν δόθηκε ποτέ στην δημοσιότητα, και η αντικατάστασή του με ένα Σχέδιο Νόμου επεξεργασμένο από παράγοντες του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων θεωρεί αναγκαίους όρους επιτυχούς αναμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου:
1]Τη συγκρότηση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης ειδικής υπηρεσίας παιδοψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, η οποία θα συνεπικουρεί τους δικαστές, όταν κρίνεται αναγκαίο, σε υποθέσεις που αφορούν σχέσεις γονέων – τέκνων.
2]Σε περιπτώσεις αντιδικίας γονέων για θέματα γονικής μέριμνας και επικοινωνίας, να υπάρχει προηγούμενη αξιολόγηση των αναγκών του παιδιού και συμβουλευτική των γονέων από υπηρεσίες ψυχικής υγείας του Δημοσίου.
3]Την πραγματοποίηση ειδικών επιμορφωτικών σεμιναρίων, που θα γίνονται σε σταθερή βάση, για τους δικαστικούς λειτουργούς που υπηρετούν σε τμήματα οικογενειακού δικαίου.
Ειδικότερες επισημάνσεις επί του Σχεδίου Νόμου
1.Άρθρο 56 ΑΚ:
Ο προσδιορισμός του τόπου επίδοσης των εγγράφων που αφορούν το τέκνο στην κατοικία οποιουδήποτε εκ των γονέων, μπορεί σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των γονέων να οδηγήσει σε πλημμελή εκπροσώπηση του τέκνου σε δίκες που το αφορούν. Προτείνουμε τη διατήρηση της υποχρέωσης επίδοσης των εγγράφων που αφορούν το τέκνο στην κατοικία του γονέα με τον οποίο συνήθως διαμένει, με την προσθήκη στο ισχύον άρθρο 56 εδ.β ΑΚ της υποχρέωσης του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο και στον οποίο επιδίδεται το έγγραφο να ενημερώσει άμεσα, με οιοδήποτε μέσο, τον άλλο γονέα σχετικά με την επίδοση και το περιεχόμενο του εγγράφου. Παράλληλα, να προστεθεί στο άρθρο 1532 εδ. β ΑΚ πως κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστά και η υπαίτια και συστηματική παράλειψη ενημέρωσης του άλλου γονέα για σοβαρά ζητήματα που αφορούν την υγεία, τη μόρφωση και την περιουσία του ανηλίκου, καθώς και η παράλειψη ενημέρωσης για επιδόσεις εγγράφων κατ’ άρθρο 56 ΑΚ.
- Άρθρο 1441 ΑΚ.
Θεωρούμε ότι πρέπει να προσαρμοστεί το περιεχόμενο της παρ. 3 στοιχ. α΄ στο περιεχόμενο της έγγραφης συμφωνίας, όπως προσδιορίζεται στην παρ. 2, δηλ. να αναφέρεται ότι «η έγγραφη συμφωνία για τη λύση του γάμου, καθώς και κάθε χωριστή συμφωνία για την κατανομή της γονικής μέριμνας, …», κάτι που από προφανή παραδρομή παραλείφθηκε.
Περαιτέρω στην παρ. 2 του άρθρου 1441 ΑΚ προβλέπεται η έγγραφη συμφωνία των γονέων για ρύθμιση της κατανομής της γονικής μέριμνας και ιδίως της επιμέλειας των τέκνων, του τόπου διαμονής τους, του γονέα με τον οποίο διαμένουν, της επικοινωνίας τους με τον άλλο γονέα και της διατροφής τους. Όμοια ρύθμιση εισάγεται και στο άρθρο 1514 ΑΚ, για περιπτώσεις διάστασης, ακύρωσης γάμου, διαζυγίου κ.λπ. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις ορίζεται χρόνος ισχύος της συμφωνίας αυτό των δύο ετών τουλάχιστον. Ανεξάρτητα από τη δυνατότητα των γονέων να ρυθμίσουν τα σχετικά ζητήματα για μεγαλύτερο χρόνο και της ανανέωσης ή τροποποίησης της συμφωνίας τους, για την αποφυγή διατάραξης της ισορροπίας που ενδεχομένως έχει επιτευχθεί στις σχέσεις μεταξύ τους και με το τέκνο τους, με την επάνοδο του νόμιμου καθεστώτος μετά την εκ παραδρομής λήξη ισχύος της συμφωνίας, προτείνεται η προσθήκη, μετά την φράση «για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) ετών», της φράσης «που παρατείνεται αυτοδικαίως, αν κάποιος από τους δύο γονείς δεν δηλώσει εγγράφως στον άλλο γονέα, πριν τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου, ότι δεν επιθυμεί την παράταση αυτή».
- Άρθρο 1511 ΑΚ.
-Θεωρούμε πως το συμφέρον του τέκνου πρέπει να αξιολογείται από το Δικαστήριο εξατομικευμένα σε κάθε περίπτωση, μετά από στάθμιση και συνεκτίμηση πολλών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων και των αναφερομένων στην παρ. 2 του άρθρου 1511 ΑΚ, και να μην τίθενται κριτήρια ιεράρχησης από τον Νομοθέτη, όπως προκύπτει από τη χρήση της λέξης ‘πρωτίστως’. Ως εκ τούτου προτείνεται να ορισθεί στην παρ.2 πως «Στο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν κατά τις διατάξεις του νόμου, το δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της…»
-Ως προς το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 1511, πρέπει να σημειωθεί πως η γνώμη του παιδιού (εφόσον το επιτρέπει η ηλικία του) ανέκαθεν συνεκτιμάτο από τον Δικαστή, ο οποίος βεβαίως πάντοτε προσπαθεί να διαγνώσει, με τις γνώσεις και την εμπειρία του, εάν είναι προϊόν καθοδήγησης ή υποβολής. Η ειδική μνεία στον νόμο, χωρίς πρόβλεψη για συνδρομή του Δικαστή σε αυτό το στάδιο, από ειδικό επαγγελματία ψυχικής υγείας, δε συνιστά καινοτομία.
3)Άρθρα 1512 και 1514 παρ.3γ ΑΚ
Γίνεται παραπομπή σε ιδιώτη διαμεσολαβητή, χωρίς να έχει τεθεί ως προϋπόθεση αυτός να έχει επιστημονική εξειδίκευση στον τομέα της ψυχικής υγείας. Πρόκειται για διατάξεις που σκοπούν στην ενίσχυση της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, με σημαντική οικονομική επιβάρυνση των γονέων. Αξίζει να σημειωθεί ότι το κόστος πρόσβασης σε ιδιώτη διαμεσολαβητή είναι σημαντικά μεγαλύτερο από την προσφυγή σε ειδικό παιδοψυχολόγο. Όπως ήδη εκθέσαμε, θεωρούμε ότι σε περιπτώσεις διαφωνίας των γονέων κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας απαιτείται η προσφυγή σε ειδική υπηρεσία παιδοψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, που είναι οι μόνοι επιστημονικά κατάλληλοι να συνδράμουν τόσο τους δικαστές όσο και τους γονείς.
4) Άρθρο 1513 ΑΚ
-Προτείνουμε να γίνουν οι εξής διορθώσεις στο εδ. α, ώστε να περιληφθεί και η περίπτωση της διάστασης των μερών του συμφώνου συμβίωσης : «Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης…».
-Ως προς το εδ.β του ίδιου άρθρου, θεωρούμε πως για τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας δεν είναι πρακτικά δυνατή η προηγούμενη ενημέρωση του άλλου γονέα με τον οποίο το τέκνο δεν διαμένει. Προτείνουμε να γίνει η εξής διάκριση : Για τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας να υπάρχει υποχρέωση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο να ενημερώνει τον άλλο γονέα κατόπιν σχετικού αιτήματος του τελευταίου. Για τις πράξεις που αφορούν την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του τέκνου, για πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα ή για τη λήψη δήλωσης βούλησης απευθυντέα προς το τέκνο, η ενημέρωση του άλλου γονέα να λαμβάνει χώρα σε εύλογο χρόνο.
5) Άρθρο 1515 ΑΚ
Το εδ. δ΄ του άρθρου 1515 ΑΚ διατήρησε τη ρύθμιση του ισχύοντος σήμερα άρθρου 1515 ΑΚ, που προβλέπει ότι ο πατέρας που αντιδίκησε στη δίκη αναγνώρισης της πατρότητας δεν ασκεί τη γονική μέριμνα, ούτε αναπληρώνει τη μητέρα, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων. Θεωρούμε ότι πρέπει να διευκρινισθεί πως «δεν συνιστά αντιδικία η συναίνεση του πατέρα να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις με αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους για τη διαπίστωση της πατρότητας», ώστε να μην αποκλείεται από τη γονική μέριμνα ο πατέρας που αντιδικεί, επειδή έχει αμφιβολίες για την πατρότητα του τέκνου.
6)Άρθρο 1520 ΑΚ
-Αρχικώς ορίζεται πως η επικοινωνία περιλαμβάνει τόσο τη φυσική παρουσία και την επαφή του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, όσο και τη διαμονή του τέκνου στην οικία του γονέα αυτού. Στη συνέχεια τίθεται υποχρέωση στον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο να διευκολύνει και να προωθεί την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα σε καθημερινή βάση. Προφανώς τα δύο εδάφια βρίσκονται σε λογική αντίφαση αφού δεν είναι δυνατή η καθημερινή φυσική παρουσία και διαμονή του τέκνου στην οικία του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει.
-Η μνεία ότι «ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει, τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου επικοινωνίας, εκτός αν…» είναι ασαφής και δημιουργεί ερμηνευτικές δυσχέρειες, καθώς ως ‘συνολικός χρόνος επικοινωνίας’ δύναται έτσι να νοηθεί είτε ο συνολικός χρόνος που έχει επικοινωνία με το τέκνο του ο γονέας που δε διαμένει με αυτό (καθόσον δικαίωμα επικοινωνίας έχει μόνο ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο) είτε ο συνολικός χρόνος επικοινωνίας με αμφότερους τους γονείς. Τέλος θα πρέπει να ορισθεί πως ο προτεινόμενος τρόπος κατανομής του χρόνου του τέκνου με έκαστο γονέα αποτελεί κατευθυντήρια νομοθετική οδηγία, ώστε αφενός το Δικαστήριο να μην προβαίνει σε μαθηματικούς υπολογισμούς, αφετέρου να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης, ώστε να μην διαφοροποιείται η ποιότητα του χρόνου που έχει ο κάθε γονέας με το τέκνο του.
-Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 ορίζεται ότι «Αποκλεισμός ή περιορισμός του δικαιώματος επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής». Παρόμοια ρύθμιση εμπεριέχεται στο άρθρο 1532 ΑΚ, όπου υπάρχει ενδεικτική απαρίθμηση των περιπτώσεων κακής άσκησης γονικής μέριμνας.
Θεωρούμε πως η προϋπόθεση της αμετάκλητης καταδίκης του γονέα για τα αναφερόμενα ποινικά αδικήματα δεν διασφαλίζει το τέκνο, που θα εξακολουθήσει να διαμένει ή να επικοινωνεί για μεγάλο διάστημα με έναν γονέα που έχει την ανωτέρω εγκληματική συμπεριφορά. Η αναμονή έκδοσης αμετάκλητης απόφασης για τόσο σοβαρά αδικήματα, που είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, δύναται να έχει καταστροφικές συνέπειες για το τέκνο. Προτείνουμε ο αποκλεισμός ή ο περιορισμός της επικοινωνίας, στις περιπτώσεις αυτές, να λαμβάνει χώρα μετά από εμπεριστατωμένη έκθεση κοινωνικών λειτουργών και παιδοψυχολόγων δημοσίου φορέα περί της ακαταλληλότητας του γονέα να ασκήσει το δικαίωμα της επιμέλειας ή της επικοινωνίας, η συνδρομή των οποίων πρέπει να λαμβάνει χώρα άμεσα, αφενός για την προστασία του τέκνου, αφετέρου για την προστασία του γονέα που κατηγορείται κακόβουλα».