Εννέα στους δέκα καταναλωτές θεωρούν το μέτρο ανάξιο λόγου και προτιμούν τη μείωση ΦΠA
Από τότε που εισήγαγε το «καλάθι του νοικοκυριού» ο Αδωνης Γεωργιάδης περιοδεύει κάθε εβδομάδα στα σουπερμάρκετ της εκλογικής περιφέρειάς του και αναρτά tweets με τα οποία περηφανεύεται για την επιτυχία της πρωτοβουλίας του, που συγκράτησε, λέει, την ακρίβεια, αποσιωπώντας ότι το καλάθι κάθε αλυσίδας περιέχει μόνο 100 από τους 15.000-20.000 κωδικούς προϊόντων που διαθέτουν οι αλυσίδες, άρα τους είναι εύκολο να ξεδιαλέγουν κάθε εβδομάδα με προσοχή τα προϊόντα που βάζουν σε αυτό και να παρουσιάζουν ένα «φτηνό καλάθι» ως εργαλείο διαφημιστικής προβολής.
Την περασμένη εβδομάδα όμως ο υπουργός Ανάπτυξης άλλαξε επικοινωνιακή πρακτική και αντί για περιοδεία, επέβαλε πρόστιμα σε τέσσερις αλυσίδες σουπερμάρκετ για αισχροκέρδεια. Γιατί; Επειδή την Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου η ΕΛΣΤΑΤ είχε δημοσιεύσει τα στοιχεία για τον πληθωρισμό Ιανουαρίου, που έδειξαν ότι παρά τη μικρή περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού λόγω συγκράτησης των τιμών της ενέργειας, ο πληθωρισμός των τροφίμων «καλπάζει» με αύξηση 15,4%, σε επίπεδα υπερδιπλάσια του γενικού πληθωρισμού (7%).
Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι το 15,4% του πληθωρισμού των τροφίμων που καταγράφηκε τον Ιανουάριο του 2023 προστίθεται πάνω σε έναν πληθωρισμό βάσης 5,4%. Το νούμερο αυτό αντιπροσωπεύει τον πληθωρισμό των τροφίμων που είχε ανακοινώσει η ΕΛΣΤΑΤ τον Ιανουάριο του 2022, δηλαδή τις αυξήσεις που είχαν πάρει οι τιμές στο διάστημα από τον Ιανουάριο 2021 έως τον Ιανουάριο 2022 και που ανατρέχοντας στα τότε στοιχεία διαπιστώνουμε ότι περιλάμβαναν ανατιμήσεις 15-17% στα έλαια, 14,4% στα λαχανικά, 8,4% στα φρούτα, 6% σε γαλακτοκομικά και τυριά, 5-7% σε άλευρα, ψωμί, ζυμαρικά, 5,9% στα ψάρια, 4% στην κατηγορία καφέ – σοκολάτες – τσάι αλλά και στους χυμούς, ενώ στα κρέατα τότε είχαν καταγραφεί μεγάλες διαφοροποιήσεις με ανατιμήσεις 17% σε αρνί, κατσίκι, 4,7% στα πουλερικά, 2,5% στο μοσχάρι και 7,4% στα παρασκευάσματα με βάση το κρέας.
Οι αυξήσεις στη διετία 2021-22
Είναι δουλειά στατιστικολόγου να υπολογίσει με ακρίβεια τις πραγματικές ανατιμήσεις που πήραν τα τρόφιμα στη διετία Ιανουαρίου 2021 – Ιανουαρίου 2023, όμως και ο πιο απλός «μπακαλίστικος» υπολογισμός αρκεί για να αντιληφθούμε ότι ο πληθωρισμός των τροφίμων στη διετία έχει ξεπεράσει το 20%, με τις ανατιμήσεις σε έλαια και λίπη να είναι άνω του 40%, στα γαλακτοκομικά και τα τυριά άνω του 30%, στο ψωμί, στα δημητριακά, τα λαχανικά και στο κρέας κοντά στο 25%, στην κατηγορία καφέ, κακάο, τσάι, σοκολάτες κοντά στο 15%, στους χυμούς φρούτων στο 12%, στα φρούτα στο 10% κ.λπ.
Και προφανώς οι ανατιμήσεις αυτές στο ράφι μέσα σε δύο μόλις χρόνια είναι πολύ μεγάλες – κι επειδή στο ίδιο διάστημα, όπως αναφέρει και η Τράπεζα της Ελλάδος, δεν υπήρξαν αυξήσεις μισθών πλην του κατώτατου, που παίρνουν 600.000 εργαζόμενοι– όχι μόνο ροκανίζουν τα εισοδήματα των στενεμένων νοικοκυριών, αλλά και γίνονται ιδιαίτερα αισθητές από τον κόσμο.
Για τον λόγο αυτό πιθανόν ενώ αυξάνεται η διείσδυση του «καλαθιού» του Αδωνη μεταξύ των καταναλωτών, μόνο ένας στους πέντε αποτιμά θετικά το μέτρο και ακόμη λιγότεροι πιστεύουν ότι βοηθά στη συγκράτηση της ακρίβειας.
Αναλυτικότερα, με βάση την έρευνα του Ινστιτούτου Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) για το «καλάθι» που έγινε τις τρεις τελευταίες μέρες του Ιανουαρίου δύο στους τρεις καταναλωτές ή το 64% δήλωσαν ότι κοιτούν το «καλάθι του νοικοκυριού» και κάνουν αγορές από αυτό, σημαντικά περισσότεροι από το 45,7% των καταναλωτών που δήλωναν ότι έκαναν αγορές από το καλάθι σε έρευνα της ΕΚΠΟΙΖΩ ένα μήνα πριν.
Οι ίδιοι καταναλωτές όμως αμφισβητούσαν τη χρησιμότητα του μέτρου και μόνο το 23% ανέφερε ότι το θεωρεί θετική πρωτοβουλία. Αντίθετα, εννέα στους δέκα καταναλωτές ή το 85% δήλωναν ότι πιστεύουν πως το καλάθι δεν αρκεί ως μέτρο για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και πως αντί για το καλάθι, προτιμούν να μειωθεί ο ΦΠΑ στα τρόφιμα, μέτρο που έχουν υιοθετήσει άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις –π.χ. της Ισπανίας–, όχι όμως η κυβέρνηση της ΝΔ.
Ανεξέλεγκτη η ακρίβεια
Η ίδια συνθήκη της ανεξέλεγκτης ακρίβειας εκτρέφει τις αθέμιτες πρακτικές διάφορων εταιρειών σε βάρος των καταναλωτών –από τη σιωπηρή μείωση του περιεχομένου των συσκευασιών με παράλληλη αναγραφή του νέου περιεχομένου με ψιλά γράμματα ή στην πίσω όψη της συσκευασίας, για να μην την αντιληφθεί ο καταναλωτής, έως τις κινήσεις της γαλακτοβιομηχανίας για μείωση της τιμής παραγωγού με αύξηση της τιμής για τον καταναλωτή στο ράφι– για τις οποίες πληθαίνουν σταδιακά οι καταγγελίες των καταναλωτικών οργανώσεων.
«Η γαλακτοβιομηχανία αγοράζει το γάλα από τους παραγωγούς στα 50 λεπτά το λίτρο, πουλά το γάλα ιδιωτικής ετικέτας στο 1,12 και το επώνυμο γάλα στο 1,90 ως 2 ευρώ, δηλαδή σε τετραπλάσια τιμή. Υπάρχουν περιθώρια μείωσης της τιμής στο ράφι» δήλωσε ο Γιώργος Λεχουρίτης, πρόεδρος του ΙΝΚΑ.