Πολύ πριν από τη Λένα Κιτσοπούλου, το θεατρικό κοινό έχει γιουχάρει τόσο τον Κάρολο Κουν, όσο και τον Γιάννη Χουβαρδά. «Αίσχος βέβηλοι», είχε φωνάξει η Άννα Συνοδινού κατά τη διάρκεια της παράστασης «Άλκηστη» του Χουβαρδά. Η Επίδαυρος δεν ήταν ποτέ εύκολη «πίστα» για ηθοποιούς και σκηνοθέτες, ακόμη και αν τα τελευταία χρόνια οι αντιδράσεις έχουν περιοριστεί σημαντικά.
Διαδικτυακός πόλεμος ξέσπασε τις τελευταίες μέρες με αφορμή την παράσταση «Σφήκες» σε σκηνοθεσία της Λένας Κιτσοπούλου που ανέβηκε στην Επίδαυρο την Παρασκευή και το Σάββατο. Ένα κομμάτι του κοινού έφυγε κατά τη διάρκεια της παράστασης, κάποιοι γιούχαραν, ενώ άλλοι χειροκρότησαν θερμά τους συντελεστές. Η αιρετική δημιουργός, όπως συνηθίζεται να αποκαλείται τα τελευταία χρόνια, έχει άποψη και την καταθέτει πάνω στη σκηνή. Σε αρκετούς δεν αρέσει, όμως το φανατικό κοινό την ακολουθεί πιστά. Η κριτική για μία παράσταση που μπορεί να είναι μέτρια ή κακή απέχει πολύ από τον διαδικτυακό διασυρμό που ακολούθησε. Οι επικρίσεις που ξεφεύγουν κατά πολύ από τα όρια μιας παράστασης ξεσηκώνουν συντηρητικά κοινωνικά αντανακλαστικά. Το θέατρο διαμορφώνει κοινούς κώδικες και συλλογική ταυτότητα.
Τα τελευταία χρόνια το κοινό δεν είναι ούτε τόσο διαδραστικό, ούτε τόσο «θερμό» όσο παλαιότερα. Μεμονωμένα «ουουου» έχουν ακουστεί κατά καιρούς σε διάφορες παραστάσεις, ειδικά όταν «προσβάλλονται» υποτίθεται τα «ιερά σύμβολα του τόπου».
Τα παλαιότερα χρόνια, όμως, έχουν ανακύψει αντιδράσεις ακόμη και για καταξιωμένους ανθρώπους του θεάτρου, όπως για παράδειγμα ο Κάρολος Κουν. Το κοινό έκρινε ως «ιερόσυλη» την παράσταση «Όρνιθες» στο Ηρώδειο το 1959. Το γιουχάισμα ήταν ιδιαίτερα έντονο και συζητήθηκε, η παράσταση όμως ακολούθησε μία διαδρομή που τη δικαίωσε απολύτως στην πορεία.
Τη δεκαετία του ’80, αποδοκιμάστηκαν στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου παραστάσεις που κρίθηκαν νεωτεριστικές και «αιρετικές», όπως η «Αντιγόνη» του Ρεμούνδου και η «Αλκηστη» του Χουβαρδά.
Στην «Αντιγόνη», όταν η πρωταγωνίστρια, Μαρία Σκούντζου, βγήκε στη σκηνή σέρνοντας βαριές αλυσίδες το κοινό αντέδρασε με γιουχαΐσματα και γέλια. Το κοινό είχε αποδοκιμάσει και τη Λυδία Φωτοπούλου όταν εμφανίστηκε στη σκηνή γυμνόστηθη και αυτομαστιγούμενη στην «Ελένη» του Ευριπίδη.
Ο «Οιδίπους Τύραννος» που σκηνοθέτησε για την Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο ο Ρόμπερτ Στούρουα προκάλεσε την οργή των θεατών, όταν η Άννα Μακράκη άναψε τσιγάρο επί σκηνής.
Η «Άλκηστη» του Γιάννη Χουβαρδά το 1984 είχε προκαλέσει πρωτοφανείς καταστάσεις. «Τσόντα στην Επίδαυρο. Οι μοντέρνοι πάνε να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας!», έγραφε η εφημερίδα «Ακρόπολις», ενώ η Άννα Συνοδινού είχε φωνάξει «αίσχος βέβηλοι». Σε εκείνη την παράσταση υπήρξαν μέχρι και χειροδικίες εναντίον των ηθοποιών και διακοπή της παράστασης μέχρι να αποχωρήσουν οι πιο θυμωμένοι. Τα μοντέρνα κοστούμια των ηθοποιών (πράγμα ανεπίτρεπτο για την εποχή) και μία ερωτική σκηνή, αποτέλεσαν την αφορμή για αυτές τις αντιδράσεις. Ο Γιάννης Χουβαρδάς είχε αναφέρει ότι ήταν το δεξιό και συντηρητικό κοινό αυτό που αντέδρασε.
Το 1997 οι «Βάκχες» του Ευριπίδη που σκηνοθέτησε για το ΚΘΒΕ ο Ματίας Λάνγκχοφ προκάλεσαν αντιδράσεις. Ο γυμνός Μηνάς Χατζησάββας στον ρόλο του Διόνυσου πυροδότησε βίαιες αποδοκιμασίες και σχόλια, ενώ γράφτηκε ότι «θα τρίζουν το κόκαλα του Μινωτή».
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός είχε σκηνοθετήσει την «Ηλέκτρα» την οποία παρουσίασε με δερμάτινους ιμάντες στα πόδια, προκαλώντας πολλά «αίσχος».
Οι αποδοκιμασίες του κοινού σημάδεψαν και τη «Μήδεια» σε σκηνοθεσία του Ανατόλι Βασίλιεφ (σημαντικός δημιουργός του ευρωπαϊκού θεάτρου) το 2008. «Ντροπή» και «ουυυυ», ακούγονταν αρκετά συχνά κατά τη διάρκεια της παράστασης, ενώ οι θεατές διαφωνούσαν και μεταξύ τους. Χαρακτηριστική ήταν η σκηνή που ένας ηθοποιός διακόπτει, ανασηκώνει το κεφάλι και απευθυνόμενος προς το κοινό λέει: «Έλεος!». Και η απάντηση που πήρε: «Αυτό λέμε κι εμείς». Το χειροκρότημα πάντως στο τέλος ήταν εξαιρετικά θερμό από κάποιους θεατές, ειδικά για την πρωταγωνίστρια της παράστασης Λυδία Κονιόρδου.