Πώς μια αγορά που ελέγχεται από λίγους και δεν ρυθμίζεται από κανέναν αφήνει τους Αθηναίους εκτός κέντρου
Ούτε ένα διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων σε ολόκληρη την Αθήνα προσιτό για όσους και όσες εργάζονται οκτάωρο με τον κατώτατο μισθό.
Στο πλαίσιο της έρευνας του AthensLive, εξετάσαμε τις τιμές ενοικίασης σε όλους τους δήμους της Αττικής χρησιμοποιώντας δεδομένα από το πανελλαδικό δίκτυο κτηματομεσιτών E-Real Estates σε συνδυασμό με πάνω από 17.000 αγγελίες ενοικίων, αναρτημένες στο spitogatos.gr σε μία ημέρα. Χαρτογραφώντας αυτά τα δεδομένα, σε σχέση με τις ελάχιστες αποδοχές των εργαζομένων, διαπιστώσαμε ότι συνολικά υπάρχουν 0% προσιτά ενοίκια σε όλη την Αττική.
Βόρεια της Αλεξάνδρας, ανάμεσα στα Εξάρχεια και την Κυψέλη, με καμία τύχη για παρκάρισμα, η συνοικία του Γκύζη είναι μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες γειτονιές του αθηναϊκού κέντρου. Πήρε το όνομά της από τον Τηνιακό ζωγράφο Νικόλαο Γύζη, κυρίαρχη μορφή της «Σχολής του Μονάχου», ενώ ανοικοδομήθηκε ραγδαία τις δεκαετίες του 1960 και 1970 μέσω του μηχανισμού της αντιπαροχής.
Σήμερα η περιοχή κατοικείται κυρίως από πρόσφυγες και μετανάστες εργάτες στους χαμηλούς ορόφους των πολυκατοικιών, μεσήλικες και υπερήλικες Έλληνες στα ρετιρέ, και νέα ζευγάρια και οικογένειες κάπου στη μέση. Την εικόνα ολοκληρώνουν οι επισκέπτες της πόλης φυσικά· οι αλλοδαποί που ζουν και εργάζονται στην Αθήνα, οι μη-ευρωπαίοι (κυρίως Κινέζοι) δικαιούχοι της χρυσής βίζας που επενδύουν σε παλιά και αρκετές φορές υπερτιμημένα διαμερίσματα και οι τουρίστες που υψώνουν τα ποτήρια τους και μας εύχονται καλή χρονιά από το μπαλκόνι του ανακαινισμένου ρετιρέ απέναντι.
Πριν μετακομίσουμε εδώ η σύντροφός μου και εγώ νοικιάζαμε το ισόγειο ενός δίπατου νεοκλασικού του ’30 στα Κάτω Πετράλωνα μαζί με τουλάχιστον άλλους τρεις. Μετά από δυόμισι χρόνια κοινόβιας ζωής είχε ήρθε η ώρα να βρούμε μια καλύτερη αναλογία μπάνιου-υπνοδωματίων. Αρχίσαμε να ψάχνουμε σπίτι για αγορά κάπου σχετικά κοντά στο κέντρο. Ο μεσίτης μάς έδειξε σπίτια στην Κυψέλη, στα Εξάρχεια, στα Πατήσια, στην Καισαριανή και στο Μεταξουργείο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που βλέπαμε σπίτια σε γκρουπ μαζί με άλλους υποψήφιους αγοραστές. Ψάχναμε για ένα παλιό διαμέρισμα ενός ή δύο υπνοδωματίων, σε οποιονδήποτε όροφο. Κάποια από αυτά ήταν νοικιασμένα αλλά οι ιδιοκτήτες προτιμούσαν να τα πουλήσουν ξεσπιτώνοντας τους ενοικιαστές λόγω του άμεσου κέρδους. Μετά από έναν χρόνο ανεπιτυχών προσπαθειών και παζαριών συνειδητοποιήσαμε ότι οι οικονομίες (των γονιών) μας ήταν εντελώς εκτός εποχής, χώρια τα έξοδα ανακαίνισης. Έτσι καταλήξαμε να νοικιάζουμε από έναν φίλο πολύ φθηνότερα από τις τιμές της αγοράς.
Η πολυκατοικία μας έχει 30 διαμερίσματα και ελάχιστες παροχές. Τα καλοριφέρ έχουν χρόνια να λειτουργήσουν και, προφανώς, δεν έχουμε θέσεις πάρκινγκ, θυρωρό ή αποθήκη. Έχουμε όμως ταράτσα που βλέπει Παρθενώνα στο βάθος, χαμηλά κοινόχρηστα και προσφάτως το ανελέητο σφυροκόπημα και τον ήχο από τα κομπρεσέρ στο διαμέρισμα πάνω από το δικό μας, τόσο δυνατός που μερικές μέρες νομίζεις ότι ανακαινίζουν την κουζίνα μας. Η κατεδάφιση τοίχων, τα καινούργια κουφώματα και γενικά οι βιαστικές ανακαινίσεις επιστρέφουν σιγά-σιγά στην καθημερινότητα της Αθήνας. Μην βιαστείτε, όμως, να κανονίσετε μετακόμιση και στην συνέχεια κάποιο γλέντι για το καλωσόρισμα γιατί ο αριθμός των οικοδομικών αδειών δεν είναι το μόνο πράγμα που αυξάνεται.
Τα νέα interiors δεν είναι για εσάς
Ο νόμος 4146/2013 παρέχει, μέσω του προγράμματος της χρυσής βίζας, άδεια διαμονής σε μη Ευρωπαίους πολίτες που προβαίνουν σε αγορά ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα, η αξία της οποίας κατ΄ελάχιστο θα πρέπει να είναι 250.000€. Για τους επενδυτές και τις οικογένειες τους, πέρα από τη δυνατότητα διαμονής στη χώρα για πέντε χρόνια και την επ αόριστον ανανέωσή της, το πρόγραμμα-λάβαρο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων προβλέπει και απεριόριστο αριθμό ταξιδιών εντός της ζώνης Σένγκεν χωρίς βίζα. Πραγματικό κελεπούρι δηλαδή.
Σύμφωνα με στοιχεία του πανελλαδικού δικτύου κτηματομεσιτών E-Real Estates, μέχρι το Σεπτέμβριο του 2019 πραγματοποιήθηκαν 5.302 αγοραπωλησίες μέσω του προγράμματος της χρυσής βίζας στην Ελλάδα, με το 80% των ακινήτων να βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας. «Το σκεπτικό των επενδυτών είναι να ανακαινίσουν γρήγορα τα σπίτια που μόλις αγόρασαν και να τα μισθώνουν μέσω του Airbnb με σκοπό να κερδίζουν επιπλέον εισόδημα ενώ βρίσκονται εκτός πόλης ή και χώρας», μας εξήγησε ο πρόεδρος του E-Real Estates, κ. Θέμης Μπάκας.
Συναντήσαμε την Χ.Κ., 39, στο καφέ που δουλεύει ο σύζυγός της στο κέντρο. Η ίδια είναι δικηγόρος. Τα τελευταία τρία χρόνια, μένουν σε ένα διαμέρισμα 120 τ.μ. στα σύνορα μεταξύ Κάτω Χαλανδρίου και Νέου Ψυχικού για 480€ το μήνα. Τώρα πρέπει να το αφήσουν γιατί ο ξένος ιδιοκτήτης θέλει να το χρησιμοποιήσει για δικό του σκοπό.
«Παρόλο που ο ιδιοκτήτης μας έχει δώσει ένα περιθώριο 2 μηνών, το οποίο δεν είναι και πολύ για να βρούμε κάτι άλλο, έχουμε αρχίσει το πακετάρισμα. Μέσα στο σπίτι υπάρχουν παντού κούτες, δεν είναι όμορφο πλέον, δεν είναι φιλόξενο, δεν καλούμε κανέναν στο σπίτι γιατί είναι τελείως μίζερο». Από τη φωνή της καταλαβαίνεις πόσο πολύ το αγαπάει.
Χωρίς άλλη επιλογή, το νεαρό ζευγάρι άρχισε να τηλεφωνεί σε μεσίτες και να ψάχνει online σε ιστοσελίδες με αγγελίες. «Κάτι παράξενο συμβαίνει εκεί έξω», μας είπε η Χ.Κ. εννοώντας πως έχει γίνει αθρόα εισαγωγή ξένων κεφαλαίων. «Λογικά όλα τα σπίτια έχουν ανακαινιστεί, με βάση τις τιμές που βλέπουμε. Δεν ξέρουμε πώς είναι μέσα γιατί δεν τα πλησιάζουμε κιόλας. Και μάλλον έχουν αυξηθεί πάρα πολύ και οι μισθοί, όλων των υπόλοιπων δηλαδή, όχι οι δικοί μας. Ψάχνουμε στην Ελληνορώσων, στο Γηροκομείο, στο Χολαργό, στο Χαλάνδρι και πλέον και στην Αγία Παρασκευή. Είναι αδύνατο να βρεις διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων για λιγότερο από 750€. Υπάρχουν πολλά με 1.000€ ή 1.200€, αν μπορείς να τα διαθέσεις. Έχουμε βγει έξω από το κέντρο, παρόλο που και οι δύο δουλεύουμε εδώ».
Σύμφωνα με τον κ. Μπακά, από το 2007 έως το 2019 παρατηρείται αύξηση των ενοικίων κατά 6,9% μεσοσταθμικά σε όλη την Ελλάδα. Αν όμως εστιάσουμε σε αυτές τις περιοχές της Αθήνας που προσελκύουν μεγάλο αριθμό τουριστών και επενδυτών, η μέση τιμή ενοικίασης ανα τ.μ. σχεδόν διπλασιάστηκε σε σύγκριση με το 2016. Ο ορισμός της φούσκας.
Η επέλαση του Airbnb στη χώρα είναι άλλος ένας παράγοντας για την εκτόξευση των ενοικίων καθώς αφαιρεί ακίνητα από την αγορά μακροχρόνιας ενοικίασης διατηρώντας ταυτόχρονα τις τιμές σε υψηλό επίπεδο. Το Κουκάκι είναι ίσως η γειτονιά που έχει αλλάξει άρδην από το φαινόμενο των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων στην Αθήνα.
Η Χ.Μ., 35, είναι μία από τους λίγους κατοίκους της γειτονιάς που μπορούν ακόμα να νοικιάζουν σε χαμηλή τιμή. Οι ιδιοκτήτες του διαμερίσματός είναι μεγάλοι σε ηλικία και δεν έχουν ασχοληθεί καθόλου με το Airbnb. «Το νέο συμβόλαιο λήγει τον Ιανουάριο του 2021. Μου δημιουργεί ένα άγχος αυτό. Θέλω πολύ να συνεχίσω να μένω εδώ αλλά δεν ξέρω τι θα γίνει στη συνέχεια», μας είπε.
Το διαμέρισμα της είναι 75 τ.μ. και επιμελώς διακοσμημένο με διάφορα αντικείμενα από τα ταξίδια της, φυτά και τέχνη. Είναι designer και αυτό φαίνεται. Από το 80-τ.μ. μπαλκόνι της βλέπεις τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, θέαμα που σίγουρα αξίζει τα λεφτά μιας χρυσής βίζας.
«Όταν πρωτοήρθα εδώ, το 2012, το Κουκάκι ήταν ανερχόμενο» μας λέει. Και όντως, το 2016 το Κουκάκι ήταν στην 5η θέση του Airbnb με τις 16 πιο ανερχόμενες γειτονιές παγκοσμίως, με αύξηση 801% από το 2015. «Σήμερα είναι κορεσμένο με όλα αυτά τα μπαρ, τα μεζεδοπωλεία, τα τατουατζίδικα και τα είδη κεραμικής. Μπορείς να δεις τις επιπτώσεις του gentrification στην περιοχή και τους κατοίκους της. Περίπου το 60% με 70% των παλαιών ενοικιαστών έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια που έμεναν για χρόνια», πρόσθεσε. Το gentrification είναι η διαδικασία αναδιάρθρωσης υποβαθμισμένων περιοχών της πόλης. Με την εξέλιξη του, οι παλαιότεροι και πιο αδύναμοι, οικονομικά και πολιτικά, πληθυσμοί εκτοπίζονται και τη θέση τους καταλαμβάνουν μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Ταυτόχρονα, οι τιμές γης αυξάνονται και δημιουργούνται υπεραξίες.
Και ενώ οι αλλαγές στο αστικό πεδίο της Αθήνας είναι πια ξεκάθαρες, το μέλλον των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Ελλάδα παραμένει θολό. Από τη μία, η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ναυπλίου στις 7 Νοεμβρίου 2019, η οποία απαγορεύει σε ιδιοκτήτρια τη μίσθωση του διαμερίσματος της μέσω του Airbnb. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών λίγες μέρες μετά, στις 20 Νοεμβρίου, που ακυρώνει το παραπάνω σκεπτικό, απορρίπτοντας την αγωγή των ιδιοκτητών διαμερισμάτων σε πολυκατοικία της πλατείας Βικτωρίας στην Αθήνα, οι οποίοι είχαν στραφεί εναντίον άλλης ιδιοκτήτριας που εκμεταλλευόταν το ακίνητό της μέσω της πλατφόρμας.
Ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), κ. Γιάννης Ρέτσος, έγραψε στο Twitter σχολιάζοντας την απόφαση του μονομελούς δικαστηρίου στο Ναύπλιο: «Τα δικαστήρια οφείλουν να αποφασίζουν επί πλαισίου. Αυτό ακριβώς που λείπει στις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Ο τομέας του τουρισμού διεκδικεί ρυθμίσεις, όχι για να απαγορευθεί η δραστηριότητα, αλλά για να ενταχθεί αυτή σωστά στο τουριστικό μας προϊόν».
Ενώ θεσπίζονται κάποιοι θεσμικοί περιορισμοί, είναι πολύ δύσκολο να ρυθμιστεί ένα τόσο αμφιλεγόμενο ζήτημα σε μια πόλη όπως η Αθήνα όπου το Airbnb αποτελεί σημαντική πηγή εισοδήματος για άτομα με χαμηλό ή καθόλου μισθό. Είναι πια γνωστό ότι μετά από τόσα χρόνια κρίσης, τα έσοδα από τα ενοίκια υπερβαίνουν κατά πολύ την οικονομική ανάπτυξη και τους μισθούς.
«Έχουμε δει πολλούς νέους ανθρώπους που έχασαν τη δουλειά τους κατά τη διάρκεια της κρίσης να ανακαινίζουν τα παλιά διαμερίσματα των παππούδων τους και να τα εκμισθώνουν στο Airbnb για να έχουν κάποιο εισόδημα. Έτσι ξεκίνησε η λειτουργία της οικονομίας διαμοιρασμού στην Ελλάδα», εξηγεί ο κ. Μπάκας. «Σταδιακά, όμως, μεγάλες εταιρείες που είδαν τα οφέλη των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων και το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τον τουρισμό στην Ελλάδα άρχισαν να μπαίνουν και να αλλάζουν το παιχνίδι». Στις 19 Νοεμβρίου 2019, οι ιδιοκτήτες που κατέχουν πάνω από ένα διαμέρισμα στο Airbnb και έχουν de facto εμπορική δραστηριότητα μέσω της πλατφόρμας ήταν το 50,8% όλων των ιδιοκτητών στην Αθήνα.
Όταν θέλεις να πληρώσεις αλλά δεν μπορείς
Ο συνδυασμός των ροών παγκόσμιου κεφαλαίου στη χώρα, οι κυβερνητικές πολιτικές που αποσκοπούν στην καταστροφή της κοινωνικής δημοκρατίας και η ανύπαρκτη κοινωνική κατοικία αναδιαμορφώνει τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Ο ταξικός πόλεμος είναι και χωροταξικός. Ο εισερχόμενος πλούτος στη χώρα, αν και αυξημένος μέσω του τουρισμού, δεν διαχέεται ισομερώς στην κοινωνία, με αποτέλεσμα τα απρόσιτα ενοίκια και το φόβο της έξωσης για την πλειοψηφία των πολιτών.
Για τα πιο φτωχά στρώματα, η πρόσβαση σε κατάλληλη στέγη ήταν ανέκαθεν δύσκολη. Τα τελευταία χρόνια, όμως, το ίδιο ισχύει και για τη μεσαία τάξη. Σύμφωνα με την έρευνα του πανευρωπαϊκού δικτύου για τη δημόσια, συνεταιριστική & κοινωνική στέγη «Housing Europe», η Ελλάδα, με το μέσο νοικοκυριό να καταβάλλει πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του (μετά από φόρους και κοινωνικές μεταβιβάσεις) για την κάλυψη των αναγκών στέγασης, είναι η πιο ακραία εξαίρεση στην ΕΕ (21,1% κατά μέσο όρο). Οι ανάγκες στέγασης περιλαμβάνουν δαπάνες για ενοίκια και πληρωμές δανείων, φόρους ιδιοκτησίας, καθώς και συντήρηση και ασφάλιση του σπιτιού. Η Σερβία βρίσκεται στη δεύτερη θέση με 35,7% και ακολουθεί η Δανία με 27,3%.
Αυτό μπορεί να εξηγηθεί σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι το καθαρό μέσο εισόδημα των νοικοκυριών στη χώρα μειώθηκε κατά 36% το 2017 σε σχέση με το ανώτατο σημείο του το 2010, ως αποτέλεσμα της κρίσης, ενώ η ανεργία παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η συνεχώς ανοδική πορεία των τιμών σημαίνει ότι η αγορά ακινήτου είναι μία επένδυση με χαμηλό ρίσκο και πολύ μεγάλες επιστροφές. Για τους εγχώριους επενδυτές, λοιπόν, είναι λογική η αγορά και το στοκάρισμα ιδιοκτησίας αποβλέποντας στην ανοδική πορεία των τιμών. Παρόλα αυτά, οι αυξήσεις των ενοικίων στην Αθήνα οφείλεται κυρίως στις ροές ξένων κεφαλαίων. Οι τιμές ακινήτων αυξάνονται αλλά οι μισθοί δεν ακολουθούν την ίδια πορεία, ακόμη και στα επαγγέλματα με υψηλές απολαβές. Το αποτέλεσμα; Σχεδόν ο μισός πληθυσμός να καθυστερεί την πληρωμή λογαριασμών, ενοικίων και δόσεων.
Η κα Sorcha Edwards, Γενική Γραμματέας του Housing Europe, απάντησε στην έρευνά μας, λέγοντας: «Αυτό δείχνει σαφώς τον αντίκτυπο της εμπορευματοποίησης της στέγασης. Είναι καθοριστικής σημασίας για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να επιδείξουν πολιτική βούληση για να αναστρέψουν αυτή την τάση με κάθε δυνατό τρόπο, είτε μέσω της φορολογικής πολιτικής είτε μέσω χωροταξικών περιορισμών ή μέσω μιας ευρύτερης πολιτικής στέγασης».
Και συνεχίζει: «Οι αποφάσεις πρέπει να καθοδηγούνται από τις ανάγκες των κατοίκων για επαρκή, προσιτή και ασφαλή στέγαση, σε αντίθεση με την οικονομική ασφάλεια και το κέρδος των επενδυτών. Στο τέλος της ημέρας, η πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγη είναι βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Οι επενδύσεις σε οικονομικά προσιτή στέγαση παρουσιάζουν υψηλή απόδοση τόσο από κοινωνική όσο και από οικονομική άποψη, αφενός με την εξοικονόμηση δαπανών για την υγεία, αφετέρου βελτιώνοντας την προστασία των ευάλωτων ομάδων, ενώ παράλληλα αποτελεί το θεμέλιο που επιτρέπει σε όλους να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητες τους. Μια πολιτική στέγασης που βασίζεται στους παραπάνω πυλώνες μπορεί να αποτελέσει πραγματική αφετηρία για την αντιμετώπιση της κοινωνικής κρίσης».
Καμία τύχη για φτηνά ενοίκια
Στο πλαίσιο της έρευνάς μας, εξετάσαμε τις τιμές ενοικίασης σε όλη την Αττική χρησιμοποιώντας δεδομένα από το πανελλαδικό δίκτυο κτηματομεσιτών E-Real Estates, συνδυάζοντας τα με πάνω από 17.000 αγγελίες ενοικίων, αναρτημένες στο spitogatos.gr στις 27 Νοεμβρίου 2019, τις οποίες αποκτήσαμε με υπολογιστικά μέσα.
Διαχρονικά, η κατάσταση δεν ήταν καθόλου εύκολη για τους μισθωτές με χαμηλά εισοδήματα, αλλά όπως φαίνεται το να βρεις ενοίκιο σε λογική τιμή είναι δύσκολο για τους περισσότερους.
Με τη μέση τιμή στα 11,5€/τ.μ. για ένα παλιό διαμέρισμα (χτισμένο πριν το 2004) δύο υπνοδωματίων, τα νότια προάστια είναι η πιο ακριβή ζώνη ενοικίων στην Αττική. Ακολουθεί το κέντρο της Αθήνας με 10,5€/τ.μ., τα βόρεια και ανατολικά προάστια με 10€/τ.μ. και τέλος τα δυτικά με 5€/τ.μ. Όσον αφορά την προσφορά, όπως αυτή καταγράφεται στο spitogatos.gr, η Γλυφάδα κατέχει την πρωτιά με 535 παλιά διαμερίσματα δύο υπνοδωματίων, ακολουθούμενη από την Κηφισιά με 369, το Κολωνάκι με 320, τη Βούλα με 221 και τη Βουλιαγμένη με 201.
Πέρα από το φαινόμενο της υψηλής προσφοράς στις ακριβές περιοχές της Αττικής, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στο δείγμα μας, 17.336 αναρτημένων ακινήτων στο spitogatos.gr, υπάρχουν μόνο 601 παλιά διαμερίσματα δύο υπνοδωματίων με ενοίκιο 637€/μήνα, ο οποίος είναι και ο κατώτατος καθαρός μισθός στη χώρα.
Με πολλούς οικονομολόγους να υποστηρίζουν ότι το κόστος στέγασης πρέπει να λιγότερο από το ένα τρίτο του εισοδήματος ενός νοικοκυριού για να θεωρηθεί οικονομικά προσιτό, δεν υπάρχει ούτε ένα παλιό διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων σε ολόκληρη την Αττική που να μπορεί να νοικιάσει ένας/μία εργαζόμενος/η που λαμβάνει τον κατώτατο μισθό. Τα μόνα διαθέσιμα στην τιμή των 212€/μήνα, δηλαδή το 33,3% του κατώτατου καθαρού μισθού, είναι έντεκα παλιά διαμερίσματα με ένα υπνοδωμάτιο, όχι σε κάποιον όροφο πιο ψηλά από το ισόγειο. Με (όχι και πολλή) έκπληξη είδαμε ότι δύο από αυτά διαφημίζονται ως Airbnb με ενοίκιο 40€ και 22€ ανά ημέρα.
Στη συνέχεια, θέλαμε να εστιάσουμε στο κέντρο της αστικής περιοχής της Αθήνας.
Η κατάσταση είναι τρομακτική σε ολόκληρη την περιοχή. Ακολουθώντας το Κολωνάκι, οι Αμπελόκηποι έχουν 139 διαθέσιμα παλιά διαμερίσματα δύο υπνοδωματίων. Το Παγκράτι είναι τρίτο με 95 και στη συνέχεια είναι η Κυψέλη και η Πατησίων με 82 και 80 αντίστοιχα.
Το πρόβλημα εδώ δεν έχει σχέση με το δίπολο προσφοράς-ζήτησης, ποτέ δεν είχε. Πολύ απλά, η πόλη έχει σταματήσει να εξυπηρετεί τους πολίτες της αναγκάζοντάς τους να ζουν σε απαράδεκτες συνθήκες ή να εγκαταλείπουν το κέντρο. Στην Κυψέλη, το 2016, μπορούσες να νοικιάσεις ένα διαμέρισμα δύο δωματίων με 3€/τ.μ. Σήμερα χρειάζεσαι 6,5€. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στους Αμπελόκηπους: Από 4€/τ.μ. το 2016, έχει αυξηθεί στα 8,5€.
Απαντώντας στα ευρήματα της έρευνάς μας, ο κ. Λευτέρης Παπαγιαννάκης, Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη (ΕΕΔΑΠ) και πρώην Αντιδήμαρχος Αθηναίων, δήλωσε: «Πρόκειται για μια παράλογη αύξηση στα ενοίκια, εκτός εποχής».
«Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια κοινωνική πλατφόρμα ώστε να μπορούν όλοι να καταλάβουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ευάλωτες ομάδες καθημερινά. Ταυτόχρονα, οι τοπικές αρχές θα πρέπει να μπορούν να παρεμβαίνουν. Ειδικά στην Αθήνα, χρειαζόμαστε μια ευρύτερη συμμετοχή του Δήμου σε θέματα που αφορούν άμεσα τους κατοίκους του, κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει γόνιμο έδαφος για περισσότερη και ουσιαστικότερη συμμετοχή των πολιτών στην τοπική αυτοδιοίκηση» πρόσθεσε.
Πιο απλά, αν δεν ληφθούν μέτρα και η αγορά κατοικίας δεν ρυθμιστεί, η Αθήνα, γνωστή για την ποικιλομορφία της, τη φιλοξενία και την ανοικτότητα της προς όλους, κινδυνεύει να γίνει μια πόλη ανοιχτή μόνο στους πλούσιους επενδυτές και τους φίλους τους στην τοπική ελίτ.
Έρευνα και ανάλυση δεδομένων: Σωτήρης Σιδέρης / AthensLive
Εικονογράφηση και οπτικοποίηση δεδομένων: Όλγα Σουρή / Noucmas