Οι μικρόψυχες ηγεσίες και το έργο όλων

Οι μικρόψυχες ηγεσίες και το έργο όλων

Μέσα στην καθημερινή δυστοπία η ολοκλήρωση της επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης έρχεται ως ανακούφιση για το πολύπαθο έργο, το οποίο λόγω της συνθετότητάς του ως προς το φυσικό αντικείμενο, της χρηματοδότησης τμημάτων του από διαφορετικές πηγές καθώς και διάφορων αστοχιών παρουσίαζε συνεχώς νέα προβλήματα.

Το γεγονός της ολοκλήρωσης, παρά τον συμβολισμό του σε σχέση με την παράλληλη πορεία της ιστορίας της ελληνικής τέχνης με την ιστορία του ελληνικού κράτους, δεν φαίνεται να ακουμπά τον απλό πολίτη που σήμερα βρίσκεται εγκλωβισμένος στα αδιέξοδα του εγκλεισμού, της ανεργίας, της φτώχειας, της «μισής ζωής». Δεν φαίνεται να συγκινεί τον κόσμο αυτό, ο οποίος αντιθέτως αντιδρά στην είδηση των 60 εκατ. ευρώ που στοίχισε τελικά το «φαραωνικό» έργο με εκθεσιακούς χώρους περίπου 20.000 τ.μ., υπερδιπλάσιους από πριν.

Πολλές ατυχίες συνόδεψαν την πολυσυζητημένη επέκταση, ακόμη και στο άνοιγμά της στις 24 Μαρτίου 2021, σύμφωνα με την εξαγγελία του πρωθυπουργού το 2019. Τα μέχρι την περασμένη εβδομάδα «επίσημα εγκαίνια» (εφημ. «Τα Νέα», 4.3.2021) στο δελτίο Τύπου του υπουργείου Πολιτισμού στις 16.3.2021 διορθώθηκαν σε απλή ξενάγηση των ξένων ηγετών που θα προσέλθουν για την 200ή επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης, ασφαλώς λόγω της τραγικής κατάστασης της χώρας εξαιτίας του κορονοϊού.

Ξεκινώντας μια πολύ σύντομη ανασκόπηση πρέπει να αναφερθεί ότι μετά την ένταξη της πράξης της επέκτασης στο ΠΕΠ Αττικής/ ΕΣΠΑ 2007-13, μόλις το 2013 σταμάτησε η λειτουργία της Πινακοθήκης, με χρονοδιάγραμμα να ανοίξει ξανά σε 850 μέρες… και πέρασαν οκτώ χρόνια. Αμέσως μετά το κλείσιμο διαπιστώθηκε άνοδος της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα στο υπέδαφος της περιοχής και συνακόλουθα ανάγκη εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών ενίσχυσης της στατικότητας του κτιρίου, καθώς προβλεπόταν η προσθήκη τριών υπογείων. Ετσι το γεγονός αυτό ευθύς εξαρχής δημιούργησε εμπλοκή στις εργασίες και έφτασε ο Μάρτιος του 2015, με νέα κυβέρνηση πλέον, για να υπογραφεί η αναγκαία συμπληρωματική σύμβαση, επί υπουργίας Νίκου Ξυδάκη.

Οι πολλές δυσκολίες του έργου ξεκίνησαν από αστοχίες κατά την έναρξή του, οι οποίες το ακολούθησαν σε όλη την πορεία του με αποτέλεσμα να προκύπτουν χρονικές καθυστερήσεις και οικονομικές επιβαρύνσεις. Τα παραπάνω χωρίς καταγγελτικό λόγο και με περισσή έγνοια αντιμετώπισαν οι υπουργοί Πολιτισμού της προηγούμενης κυβέρνησης και κυρίως η Λυδία Κονιόρδου. Κατά το διάστημα αυτό ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες ώστε να δωρίσει το Ιδρυμα Στ. Νιάρχος το συνολικό ποσόν των 13 εκατ. ευρώ για την αποπεράτωση του κτιρίου Β και την ανέγερση του 3ου ορόφου. Επίσης, οι αρμόδιες τεχνικές υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ με μεγάλη αγωνία, χωρίς να παρατηρείται ουδεμία απραξία, κατόρθωσαν να ξεπεράσουν τα συνεχή εμπόδια και να βρουν διεξόδους, όπως στο αίτημα του αναδόχου για διάλυση της εργολαβίας.

Η ένταξη των εργασιών σε δύο κοινοτικά προγράμματα –ακόμη και σε περιόδους οικονομικής κρίσης και μνημονίων– σήμαινε ότι το έργο οπωσδήποτε θα τελείωνε, έστω και με μετάθεση των χρονοδιαγραμμάτων. Και ως όφειλε, το ολοκλήρωσε η σημερινή πολιτική ηγεσία μαζί με τα στελέχη του υπουργείου και της Πινακοθήκης, εν μέσω πανδημίας. Το όραμα της διευθύντριας Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα υλοποιήθηκε τελικά.

Ας αγνοήσουμε λοιπόν για μία ακόμη φορά τις ατυχείς, διχαστικές και μικρόψυχες δηλώσεις της Λίνας Μενδώνη, του τύπου «λιμνάζον εργοτάξιο» για τον Ιούλιο του 2019, και ας συγχαρούμε όλους τους συντελεστές που επιτέλους θα λειτουργήσει ξανά η Εθνική Πινακοθήκη και κάποια στιγμή θα ξαναδούμε τα μοναδικά της έργα μετά τα οκτώ χρόνια του δικού τους εγκλεισμού.

Η Μαρία Βλαζάκη είναι πρώην γενική γραμματέας ΥΠΠΟΑ

Documento Newsletter