Ο βιασµός και ακόµη περισσότερο ο βιασµός ενός παιδιού δεν είναι «συνεύρεση» και δεν δικαιολογείται επ’ ουδενί. Εξίσου δεν δικαιολογείται ο τηλεκανιβαλισµός της δωδεκάχρονης, κάθε παιδιού και κάθε θύµατος. Και αυτές οι απλές αλήθειες έχουν διαχρονική αξία, ό,τι κι αν λένε κάποια αποβράσµατα και ό,τι κι αν κάνουν τα τηλεοπτικά κοράκια που προσπαθούν να τους ρίξουν στα µαλακά.
Το ζήτηµα λοιπόν στη φρικιαστική ιστορία του Κολωνού δεν είναι η ενοχή του µεγαλοµπακάλη µε τις πολιτικές και άλλες άκρες, αλλά η αποκάλυψη όλων όσοι συµµετείχαν ή κάλυψαν τη δράση του. Κι αυτό σηµαίνει ότι το ζήτηµα είναι η αποκάλυψη του κυκλώµατος παιδοβιαστών που είχε στήσει –πιθανότατα µε συνεργάτες που παραµένουν κρυµµένοι στο σκοτάδι– ο φίλος των παπάδων, των αστυνόµων και γενικότερα του συστήµατος.
Το ξετύλιγµα όµως αυτής της βρόµικης ιστορίας δεν µπορεί να αφήσει εκτός συζήτησης την υπόλοιπη δράση του συγκεκριµένου προσώπου, την πολιτική και την κοινωνική. Γιατί δεν επιτρέπεται να παραγνωρίσουµε ότι είχε δύναµη και κάλυψη και µέσα, τα οποία του επέτρεπαν να εµφανίζεται ως πολίτης υπεράνω υποψίας. Και, ακόµη περισσότερο, ως πολίτης-πρότυπο για τους γύρω του, για τους φουκαράδες της γειτονιάς που δεν είχαν τις κατάλληλες επαφές για να έχουν την ανάλογη δύναµη.
Οι φωτογραφίες που έβγαζε ο χαρτέµπορος µε τις κυβερνητικές απευθείας αναθέσεις που του επέτρεψαν να επιβιώσει άνετα σε µια δεκαετή κρίση που σκότωνε τους άλλους γύρω του δεν ήταν απλό ενθύµιο της συνάντησης µε κάποιους «σπουδαίους». Ηταν διαβατήριο για έναν κόσµο δορυφορικό των στελεχών του συστήµατος και µια απόδειξη ότι αυτός µπορούσε να τους πλησιάσει και να τους µιλήσει, να τους πει –ή µάλλον να τους ψιθυρίσει στο αυτί καθώς αγκαλιάζονταν– δυο κουβέντες για να γίνει η «εξυπηρέτηση» που του είχαν ζητήσει.
∆ώρο που του έδινε δύναµη ήταν αυτές οι φωτογραφίες µε τα αυτοδιοικητικά στελέχη και τους πολιτικούς παράγοντες και γι’ αυτό τις µοστράριζε να τις βλέπει το πόπολο. Και επειδή τα δώρα θέλουν αντίδωρο και οι χάρες θέλουν αντίχαρη, όταν ερχόταν η κατάλληλη στιγµή ο κυρ Ηλίας µε το όνοµα, ο βιαστής που είναι λεβέντης κατά πώς λέει ο πατέρας του, ο µαστροπός που ήταν παράγοντας κατά πώς δείχνουν οι επαφές του, επισκεπτόταν τους συλλόγους κυριών και δεσποινίδων και τα καφενεία της µατσίλας, θύµιζε τις εξυπηρετήσεις και ζητούσε µια… µικρή εξυπηρέτηση και αυτός: την ψήφο τους.
Γιατί αυτό κάνουν οι Γκρούεζες. Και γι’ αυτό διαχρονικά η ∆εξιά φυτεύει Γκρούεζες στις γειτονιές και φροντίζει να δικτυώνονται και να αναπτύσσονται οι άκρες τους. Και ενώ οι Γκρούεζες συνεχίζουν να υπάρχουν και να παίζουν τον ρόλο τους, δεν υπάρχουν πια Μαυρογιαλούροι που να αυτοµουτζώνονται, όπως δεν υπάρχει και φιλότιµο.