Αναρωτιέται κανείς ποιος ήταν ο σκοπός της επίσκεψης της απερχόμενης καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ στην Ελλάδα. Να αποσπάσει τη συμπάθειά μας για χάρη της υστεροφημία της ή να ολοκληρώσει το έργο της με την επικυριαρχία των γερμανικών επιχειρήσεων; Νομίζουμε ότι ο Καβάφης έχει δώσει την απάντηση στο ποίημα με τον συμβολικό τίτλο «Εν μεγάλη ελληνική αποικία, 200 π.Χ.».
«[…] Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά τόση δεινότητα χειρουργική. […]
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Εχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία. […] Και τέλος πάντων, να τραβούμ’ εμπρός».
Ξεκάθαρη συγγνώμη βεβαίως για όσα υπέφερε ο ελληνικός λαός τόσα χρόνια δεν ακούστηκε επειδή δεν συνάδει με την υπεροψία της «αρίας φυλής». Συμφώνησαν λοιπόν οι δυο αρχηγοί κρατών ότι τραβούμε μπρος γιατί αυτό που απομένει είναι κάτι μπίζνες, κάτι μίζες και κάτι ανεμογεννήτριες. Ο Ελληνας πρωθυπουργός βέβαια παρέδωσε μαθήματα ραγιαδισμού. Κουβέντα δεν είπε για τη μη πρόσκληση της Ελλάδας σε δύο συνδιασκέψεις για το λιβυκό. Δεν έθιξε φυσικά ούτε το ζήτημα του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνέχισε με άλλον τρόπο τα «βάστα, Σόιμπλε» και «οι Γερμανοί είναι φίλοι μας» που παπαγάλιζαν οι στρατευμένοι δημοσιογράφοι στην εποχή των μνημονίων και που την περίοδο της Κατοχής θα υπηρετούσαν αλλότρια συμφέροντα. Ολοι ξέρουμε ότι οι ναζί ηττήθηκαν, αλλά το ζητούμενο είναι το μέγεθος της ήττας της συλλογικής μνήμης.
Ψέλλισε μόνο ότι η προκλητικότητα της Τουρκίας είναι και πρόβλημα της ΕΕ, για να λάβει την αποστομωτική απάντηση ότι αυτή αφορά τις διμερείς σχέσεις που αντιμετωπίζονται με τον διάλογο και τον αμοιβαίο σεβασμό.
Αν ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε στοιχειώδη επίγνωση της πραγματικότητας, θα είχε αντιληφθεί ότι οι περιβόητες κυρώσεις που ζητιανεύουμε ούτε επιβλήθηκαν ούτε πρόκειται να επιβληθούν όσο διαρκεί η ηγεμονία της Γερμανίας. Ακόμη ένα στραπάτσο που επιμελώς αποκρύπτεται, γιατί η πτώση χρειάζεται και ένα ελάχιστο ύψος πτήσης.
Κάποιοι τροχοδρομούν αενάως, υποδυόμενοι διπλωματική απογείωση και μιμούμενοι απλώς τον ήχο από τους έλικες των αεροπλάνων. Αν ο Μητσοτάκης είχε διαβάσει ιστορία, θα ήξερε ότι οι Γερμανοί ουδέποτε υπήρξαν φίλοι μας. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν η Γερμανία ενοποιήθηκε, στάθηκε πάντοτε στο πλευρό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, των Νεότουρκων και του Κεμάλ.
Ο στρατηγός Λίμαν φον Σάντερς πρωτοστάτησε στις εκτοπίσεις και διώξεις των ελληνικών πληθυσμών όχι μόνο για να τους εξοντώσει βιολογικά αλλά και να τους αφανίσει οικονομικά, ώστε να μπορέσει το γερμανικό κεφάλαιο να βγάλει από τη μέση τους ανταγωνιστές του.
Η Μέρκελ μεταξύ άλλων είπε: «Οποιος γνωρίζει από πολιτισμό δεν μπορεί να αφήσει απέξω την Αθήνα και την Ελλάδα». Ισως γιατί κατά βάθος γνωρίζει ότι ο πολιτισμός στη χώρα της κατέρρευσε, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια ανείπωτη βαρβαρότητα με εκατομμύρια θύματα.
Στη νιτσεϊκή γενεαλογία της ηθικής η βαρβαρότητα ήταν όχι μόνο το αντίθετο του πολιτισμού, αλλά η αναγκαία προϋπόθεσή του. Θα το θυμηθούμε ξανά την επόμενη βδομάδα που θα προβάλλεται η ταινία «Καλάβρυτα 1943».
H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης