Οι Γάλλοι στον δρόμο, ο Μακρόν σε άμυνα

Οι Γάλλοι στον δρόμο, ο Μακρόν σε άμυνα

Λαοθάλασσα. Μόνο αυτός ο όρος θα μπορούσε να περιγράψει τις μαζικότατες διαδηλώσεις της 31ης Ιανουαρίου κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης που προωθούν ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και η κυβέρνηση της προερχόμενης από το κόμμα του πρωθυπουργού Ελιζαμπέτ Μπορν. Μεταρρύθμιση η οποία πλην των άλλων περιλαμβάνει την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 χρόνια.

Συνδικάτα και Μακρόν

Οι κινητοποιήσεις, για τις οποίες οι επίσημοι υπολογισμοί του γαλλικού υπουργείου Εσωτερικών εκτιμούν ότι έβγαλαν στους δρόμους περίπου 1,27 εκατ. ανθρώπους, θεωρήθηκαν εξαιρετικά επιτυχημένες από τα οκτώ συνδικάτα που τις οργανώνουν, τα οποία ανακοίνωσαν αμέσως ότι θα οργανώσουν νέες στις 7 και 11 Φεβρουαρίου. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως έγιναν 250 συγκεντρώσεις κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού, δηλαδή σχεδόν σε όλες τις πόλεις και τις κωμοπόλεις της Γαλλίας.

Κι όμως, παρά τη γενική ευφορία, η πάντοτε καλολαδωμένη μηχανή του γαλλικού εργατικού κινήματος, που τα προηγούμενα χρόνια –μέσα από τις εξάρσεις των Κίτρινων Γιλέκων και του Nuit debout– είχε καταφέρει να ανατρέψει τους αντιδημοφιλείς στο ευρύ κοινό σχεδιασμούς κυβερνήσεων, οι οποίοι κατά διαβολική –ή και όχι– σύμπτωση συνδέονταν πάντοτε με την παρουσία του Μακρόν σε θέση εξουσίας, δεν δείχνει πλέον να τρομάζει την πολιτική ελίτ.

Ετσι, σε πείσμα των μαζικών κινητοποιήσεων και φανερώνοντας μια επιμονή πρωτόγνωρη για πολιτικούς μιας χώρας ταυτισμένης με το κράτος κοινωνικών παροχών, ο υπουργός Εργασίας Ολιβιέ Ντισό δήλωσε ότι η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 64 χρόνια είναι «μη διαπραγματεύσιμη», χωρίς να αποκλείει την ένταξη των εργαζομένων στα σώματα ασφαλείας και των χειρωνακτών εργατών στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.

Πρόκειται για εξέλιξη δυσεξήγητη αν ληφθεί υπόψη ότι το πακέτο μεταρρυθμίσεων συγκεντρώνει σταθερά περισσότερες αρνητικές παρά θετικές γνώμες σε κάθε δημοσκόπηση που έχει διεξαχθεί επί του θέματος. Και φαίνεται ακόμη πιο περίεργη αν συνυπολογίσει κανείς την ισχνή στήριξη των μέτρων, αφού μόνο οι κεντροδεξιοί Ρεπουμπλικάνοι δείχνουν συντριπτικά πρόθυμοι να στηρίξουν το νομοσχέδιο.

Οι ανάγκες της ελίτ

Είναι ωστόσο ένα ερώτημα που απαντάται αν αναλογιστεί κανείς τις επιλογές που καλείται να κάνει η γαλλική αστική τάξη εν μέσω διεθνούς αναταραχής. Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 30% για την περίοδο 2024-30 και η κατασκευή έξι νέων πυρηνικών εργοστασίων μέχρι το 2050 που έχει δρομολογήσει ο Μακρόν συμβαδίζουν με τις ανάγκες περικοπής ενός τμήματος των δημόσιων δαπανών ώστε να στηριχτούν αυτές οι επιλογές. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η παραγωγή σειράς νεοφιλελεύθερων νομοθετημάτων συμπίπτει με την αφετηρία ενός κύκλου οικονομικών και γεωπολιτικών κρίσεων (Brexit, πόλεμος στην Ουκρανία) που θέτουν την ανάγκη επαναπροσδιορισμού για τους ισχυρούς κρατικούς δρώντες της Ευρώπης.

Σε αυτό τον συνδυασμό ακριβώς της ζωτικής ανάγκης της οικονομικής ελίτ της χώρας με τις διαχρονικές πιέσεις των ίδιων κύκλων για μια συνολική μετατόπιση της σχέσης κεφαλαίου – εργασίας προς όφελος της πρώτης θα πρέπει να αναζητηθεί η διαμόρφωση μιας γραμμής άμυνας από την οποία ο ένοικος των Ηλυσίων Πεδίων είναι δύσκολο να υποχωρήσει, τη στιγμή μάλιστα που δεν διακυβεύεται μια επανεκλογή του. Σε αυτό το πλαίσιο και με δεδομένη την ικανότητα του Παρισιού να καθορίζει σε πρώτο χρόνο τις ευρωπαϊκές τάσεις και νόρμες, το ποιος θα επικρατήσει είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την υπόθεση του κοινωνικού κράτους στη γηραιά ήπειρο.

Documento Newsletter