Σιωπητήριο ευθυνών από τα ΜΜΕ που χτίζουν το κυβερνητικό αφήγημα με γενικότητες, θριαμβολογίες και συναίσθημα
Η χώρα μετρά ήδη νεκρούς, δεκάδες καμένα σπίτια και επιχειρήσεις και εκατοντάδες χιλιάδες καμένα στρέμματα γης. Kαι ακόμη δεν έχει μπει ο Αύγουστος, ο κατά γενική ομολογία πιο επικίνδυνος μήνας για πυρκαγιές. Αναρίθμητα ζώα έχουν χάσει τη ζωή τους και η οικολογική καταστροφή είναι ανυπολόγιστη.
Η προστασία της ανθρώπινης ζωής είναι δεδομένο ότι πρέπει να διασφαλιστεί, ωστόσο για ακόμη μία χρονιά το μοναδικό σχέδιο της Πολιτικής Προστασίας είναι οι μαζικές εκκενώσεις προκειμένου να εξυπηρετηθεί το επικοινωνιακό αφήγημα σύγκρισης με τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι. Επιπλέον, για άλλη μία φορά η κλιματική κρίση αποτελεί όψιμη «ανακάλυψη» της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Εχει ενσωματωθεί στο επικοινωνιακό της οπλοστάσιο τα τελευταία χρόνια, αλλά δεν υπήρχε όταν ασκούσε αντιπολίτευση.
Και τα δύο κυβερνητικά αφηγήματα, όμως, εκκένωση και κλιματική αλλαγή, τα οποία συγκλίνουν στο ότι έγινε άμεση, έγκαιρη και σωστή αντιμετώπιση των πυρκαγιών, έχουν τη σφραγίδα της επιτυχίας από τα ελληνικά ΜΜΕ. Κι αυτό επειδή σπεύδουν από την πρώτη στιγμή είτε να μειώσουν τη σοβαρότητα της κατάστασης είτε να εκθειάσουν την κυβερνητική ετοιμότητα, λειτουργώντας σαν πατερίτσα της ΝΔ που προτάσσει το «εκκενώστε» αδιακρίτως.
«Υποδειγματική» εκκένωση
Πέρα όμως από τα δάση και τα σπίτια, στην Ελλάδα κάηκε και η ενημέρωση. Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης αντί να αναδείξουν τι συμβαίνει στο πεδίο και να προβάλουν την κατάσβεση από επίγειες δυνάμεις, αρκέστηκαν στο να καυχιούνται για «τη μεγαλύτερη εκκένωση που έγινε ποτέ» στη Ρόδο, σιγοντάροντας τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για τους Βρετανούς τουρίστες που «εντυπωσιάστηκαν με το 112 γιατί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει στη χώρα τους» και για τον θαυμασμό που έδειξαν απέναντι στην «ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού». Ταυτόχρονα σχεδόν στο σύνολό τους τα ξένα ΜΜΕ παρουσιάζουν το χάος και την έλλειψη οργάνωσης που επικράτησε σε πολλές περιπτώσεις στη φλεγόμενη Ελλάδα, ενώ προτάσσουν τη βοήθεια εθελοντών και κατοίκων δείχνοντας την κρατική ανεπάρκεια στη διαχείριση της έκτακτης ανάγκης.
Ενώ κυβέρνηση και ΜΜΕ επαίρονται για το «ρεκόρ εκκένωσης» καθώς δεκάδες χιλιάδες απομακρύνθηκαν από τις πληγείσες περιοχές αφήνοντας πίσω τους σπίτια και ξενοδοχεία, ο ξένος Τύπος κυκλοφόρησε με διόλου κολακευτικούς τίτλους για την πύρινη κόλαση στο νησί της Ρόδου, αναδεικνύοντας μέσω ρεπορτάζ το επιτελικό μπάχαλο στην Ελλάδα: «Πτήση στην κόλαση» από την «Daily Record», «Ο τρόμος μας» από την «Daily Mirror», «Κόλαση στη γη» από την «Daily Express», «Τρέξτε για τις ζωές σας» από τη «Sun». Μάλιστα αναφέρθηκε ότι Ολλανδία και Ιταλία –είδηση από την εφημερίδα «La Repubblica»– εξέδωσαν συστάσεις για αποφυγή ταξιδιού στην Ελλάδα, το οποίο και αποσιωπήθηκε από τα ελληνικά Μέσα.
«Σαν τον “Τιτανικό”»
Οταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης διατυμπανίζει από το βήμα της Βουλής ότι από την πλευρά του κράτους λειτούργησαν όλα υποδειγματικά αλλά φταίει η κλιματική κρίση που η πυρκαγιά έφτασε μέχρι τα τουριστικά χωριά της Ρόδου, αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον διέψευδαν πανηγυρικά. Μιλούσαν για κράτος-φάντασμα που δεν έκανε σχεδόν τίποτε προτού καλέσει σε εκκένωση μέσω του 112. Περιγράφουν απόλυτο χάος, φόβο, έλλειψη συντονισμού και ανύπαρκτη επίσημη ενημέρωση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ανάρτηση της Δανής τουρίστριας Λουίζ Φάσοβ Χολμ-Πέντερσεν που εξιστόρησε λεπτομερώς την κόλαση που έζησε στο ξενοδοχείο της Ρόδου όπου διέμενε μέχρι και την επιστροφή της στη Δανία.
Περιέγραψε όσα έζησε κάνοντας λόγο για διαβεβαιώσεις περί ασφάλειας δικής της και της οικογένειάς της την ώρα που οι καπνοί και η φωτιά πλησίαζαν απειλητικά προς το μέρος τους αλλά και για έλλειψη επίσημης προειδοποίησης από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης. Παράλληλα αναφέρθηκε σε επικοινωνία της με το υπουργείο Εξωτερικών από την οποία προέκυψε η διαβεβαίωση ότι «οι ντόπιοι είχαν τακτοποιήσει το θέμα». Οι ντόπιοι, όχι η κυβέρνηση. Η Δανή τουρίστρια κατέληξε να τρέχει προς την παραλία με το μαγιό προκειμένου να σωθεί και να περπατάει μαζί με εκατοντάδες άλλους επί πάνω από τρεις ώρες υπό 40°C και τη φωτιά να την ακολουθεί.
Απερίγραπτες είναι και οι στιγμές που έζησαν κάτοικοι εθελοντές και τουρίστες όταν οι φωτιές άρχισαν να μπαίνουν στα πρώτα χωριά και όσοι βρίσκονταν εκεί χρειάστηκε να εκκενώσουν την περιοχή διά θαλάσσης. «Ηταν σαν να ζούσα το έργο του “Τιτανικού”» δήλωσε ένας εκ των εθελοντών που βρέθηκε αντιμέτωπος με τη μηδαμινή κρατική οργάνωση που από τύχη δεν στοίχισε τις ζωές εκατοντάδων ανθρώπων. «Οταν πλησίαζε η βάρκα στη στεριά ορμούσε ο κόσμος πάνω, ποιος θα πρωτομπεί» είπε και πρόσθεσε: «Εκλαιγαν, ούρλιαζαν, μωρά παιδιά, γυναίκες έγκυες, κυρίες σε μεγαλύτερη ηλικία».
Αβάντα με σιωπή
Προκειμένου να αβαντάρει το κυβερνητικό αφήγημα η πλειονότητα των ελληνικών τηλεοπτικών ΜΜΕ δεν δίνει τον απαραίτητο χρόνο στον τηλεοπτικό αέρα για την ανάδειξη ενός τόσο σοβαρού θέματος, ενώ οι απεσταλμένοι στο πεδίο εμφανίζονται κάθε φορά λιγότερο. Αντί λοιπόν για συνεχείς απευθείας συνδέσεις με τα μέτωπα της φωτιάς –παρότι οι δημοσιογράφοι βρίσκονται σε αποστολή σε όλες τις περιοχές που καταστρέφονται–, οι τηλεοπτικοί δέκτες πλημμυρίζουν από επαναλήψεις παλιών ελληνικών σειρών, με αποτέλεσμα την αποσιώπηση της είδησης παρά την ανάδειξή της. Αξιοσημείωτο είναι ότι μία στις δέκα λέξεις που χρησιμοποιούσαν στα ΜΜΕ τα πρώτα 24ωρα της πύρινης λαίλαπας ήταν ο αριθμός 112, προσπαθώντας έτσι να δείξουν την «άριστη» κρατική διαχείριση και την οργάνωση του επιτελικού κράτους. Τα δελτία ειδήσεων σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης επέλεξαν να αναδείξουν το –άξιο προβολής αναντίρρητα– έργο των εθελοντών, χωρίς ωστόσο να κάνουν καμία αναφορά στο κενό που αφήνει η κρατική ανεπάρκεια, την οποία καλύπτουν αυτοβούλως οι πολίτες.
«Στράτευση των ΜΜΕ»
«Αρχικά υπήρχε μια προσπάθεια υποβάθμισης του θέματος είτε με τη μη αναφορά του θέματος είτε με περιορισμένη αναφορά. Αυτό είναι κάτι το οποίο δείχνει σαφώς στράτευση των ΜΜΕ. Δεν δείχνει δηλαδή μια προσήλωση στον ρόλο τους για την ανάδειξη των θεμάτων προς όφελος του πολίτη» σημειώνει μιλώντας στο Documento ο καθηγητής Πολιτικής Επικοινωνίας στο ΕΚΠΑ Γιώργος Πλειός και προσθέτει: «Σε τελική ανάλυση ο πολίτης έπρεπε να ενημερωθεί. Και ο πολίτης που βρίσκεται εκεί αλλά και ο πολίτης που έχει εκεί τους ανθρώπους του και είναι μακριά. Φανταστείτε ότι κάποιοι τουρίστες προσέτρεχαν στις ιστοσελίδες των χωρών τους προκειμένου να ενημερωθούν και όχι σε ελληνικές πηγές που ήταν άμεσα διαθέσιμες εκεί πέρα».
Υπογράμμισε επίσης ότι εκτός από την προσπάθεια υποβάθμισης των πυρκαγιών υπήρξε και μια «υπερβολή» ως προς την προβολή της «αποτελεσματικής διαχείρισης της κατάστασης από μέρους των αρχών».
«Τα ΜΜΕ δεν λειτούργησαν με στόχο την ενημέρωση του πολίτη αλλά κυρίως με στόχο τη δημιουργία μίας εντύπωσης ότι το κράτος λειτουργεί, ότι οι υπηρεσίες έκαναν σωστά τη δουλειά τους» τονίζει ο Γ. Πλειός και αναφερόμενος στη ζέση με την οποία τα ελληνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης υπερθεμάτιζαν οποιοδήποτε θετικό σχόλιο ξένων ΜΜΕ για την Ελλάδα συμπλήρωσε: «Από την άλλη πλευρά υπήρξε μία έμφαση στο ότι οι υπηρεσίες έκαναν καλά τη δουλειά τους, ότι αναγνωρίστηκε αυτό από το εξωτερικό».
Στον αντίποδα ο καθηγητής κάνει λόγο για τη μεγάλη βοήθεια που δόθηκε από τους εθελοντές και τους κατοίκους των περιοχών που επλήγησαν, χωρίς ωστόσο το έργο αυτών να έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τα δελτία ειδήσεων. «Προφανώς και για παράδειγμα οι πυροσβέστες έκαναν καλά τη δουλειά τους, αλλά οι πηγές τοπικά (σ.σ. κάτοικοι, τουρίστες) λένε ότι πάρα πολλά οφείλονται στην άμεση κινητοποίηση των ίδιων των πολιτών».
Ο Γ. Πλειός ξεκαθαρίζει πως το παραπάνω «προφανώς και αποτελεί σοβαρό και μεγάλο πρόβλημα» καθώς «δείχνει ότι οι κρατικές υπηρεσίες δεν αντιλήφθηκαν εγκαίρως τη σοβαρότητα του προβλήματος».
Τέλος, μιλώντας για το δυστύχημα κατά το οποίο έχασαν τη ζωή τους δύο άντρες της πολεμικής αεροπορίας, ο καθηγητής Πολιτικής Επικοινωνίας στάθηκε στην τάση της απόδοσης ατομικών και όχι κρατικών ευθυνών: «Σε σχέση με το αεροπορικό δυστύχημα είχαμε το γνωστό αφήγημα ότι φταίει πάντα ο άμεσος χειριστής, είτε είναι πιλότος είτε είναι μηχανοδηγός είτε είναι σταθμάρχης. Οι δομικές αιτίες ποτέ δεν εξετάζονται, αλλά πάντα οι ατομικές. Αυτό δεν είναι τωρινό. Πάντα υπήρχε στα ΜΜΕ, είναι βαθιά ιδεολογικό».
«Ανθρώπινες ιστορίες»
Παρακολουθώντας την ενημέρωση από την πλειονότητα των ΜΜΕ παρατηρεί κανείς ότι, αντί να ασκούν κριτική στο κράτος που δεν έχει προσλάβει αρκετούς πυροσβέστες ή δεν έχει εκσυγχρονίσει τα Canadair, επιλέγουν να προβάλλουν συνεχώς συγκινησιακά φορτισμένες σκηνές με κατοίκους που ξεχύνονται με αυτοθυσία στο μέτωπο της φωτιάς, ζωάκια που γλίτωσαν τελευταία στιγμή τον κίνδυνο, αστυνομικούς που συνέβαλαν στην κατάσβεση της φωτιάς, εθελοντές που περπατούσαν ώρες για πάνε ένα μπουκάλι νερό στους πυροσβέστες ή ακόμη και fake news, όπως τις εικόνες με τη διάσωση ελαφιού από την Ισπανία, με σκοπό φυσικά να αποπροσανατολίσουν.
Το συγκινησιακό μοντέλο υιοθετεί με τη σειρά της και η κυβέρνηση με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να επικαλείται τους δύο νεκρούς πιλότους. Αντί να ζητήσει συγγνώμη από τις οικογένειές τους είπε: «Μας καλούν από τους ουρανούς να συνεχίσουμε την προσπάθεια και να σιωπήσουμε για να τους τιμήσουμε. Χωρίς παραπληροφόρηση και θεωρίες συνωμοσίας. Και χωρίς ο πόνος να γίνει κομματικό σύνθημα».
«Βάζουν πλάτη»
Στη συνέχεια ο Κυρ. Μητσοτάκης επιδόθηκε ως συνήθως σε σειρά δικαιολογιών και γενικοτήτων για την απελπιστική κατάσταση των πυρκαγιών, κάνοντας λόγο για «άνιση μάχη με τη φύση που βιώνει ολόκληρος ο πλανήτης, ειδικά η Μεσόγειος», υποστηρίζοντας στη συνέχεια ότι το κράτος είναι στην πρώτη γραμμή «όχι χωρίς αδυναμίες, όμως με καλύτερη οργάνωση», ένα αφήγημα που ενισχύεται με την προβολή της κατάστασης από τα ΜΜΕ που υποβαθμίζουν όσα συμβαίνουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ακόλουθος διάλογος σε γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό της Αθήνας:
Δημοσιογράφος: Από το 1984 έως το 2021 οι φωτιές στη Ρόδο, η αναφορά για φωτιές στη Ρόδο, πρέπει να είναι για τις λίγες χρονιές που δεν άναψε πυρκαγιά (γέλια) όχι για…
Καλεσμένος: Ναι, ναι. Να βρούμε ποια χρονιά δεν είχε φωτιά.
Δημοσιογράφος: Το ’93 ας πούμε δεν είχε. Μετά δεν είχε το 2001, το ’02 και το ’03. Δεν είχε το ’09. Δεν είχε το ’12.
Καλεσμένος: Μέσα σε είκοσι χρόνια δεν είχε τέσσερις φορές.
Δημοσιογράφος: Ε, πέντε έξι, εκεί είναι.
Ετσι πολλά ΜΜΕ αντιμετωπίζουν την είδηση όχι από τη δημοσιογραφική της σκοπιά, από την οποία θα έπρεπε να αναδείξουν τι φταίει, ποιος ευθύνεται και γιατί κάθε χρόνο η φωτιά να σβήνει στη θάλασσα, αλλά από τη σκοπιά των δημοσίων σχέσεων. Με αυτό τον τρόπο έχουμε μια βολική δημοσιογραφία που βοηθά την επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης, βάζει πλάτη ώστε ο δημόσιος διάλογος να δραπετεύσει από την επίρριψη κρατικών ευθυνών και να καταφεύγει, για παράδειγμα, στη συνωμοσιολογία «κουκουλοφόρων» και «Τούρκων πρακτόρων» που καίνε την Ελλάδα.