Οι εργαζόμενοι των μουσείων στη Βουλή

Κοινός βηματισμός στις συζητήσεις με τα κόμματα ενόψει των προωθούμενων αλλαγών.

Εγκαινιάζοντας τις συναντήσεις με τα κόμματα της Βουλής για το μείζον θέμα της προωθούμενης από την κυβέρνηση μετατροπής του νομικού καθεστώτος των πέντε μεγαλύτερων δημόσιων μουσείων της χώρας (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου), ευρεία αντιπροσωπεία του Συντονιστικού των Πρωτοβάθμιων Σωματείων εργαζομένων στο Υπουργείο Πολιτισμού πραγματοποίησε, την Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021, συνάντηση με αντιπροσωπεία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ), αποτελούμενη από την Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ του και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού, και τον βουλευτή του Κόμματος Γιάννη Δελή.

Κατά την συνάντηση, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών που έχουν αναλάβει τα σωματεία, μετά την σύσκεψη της 15ης/1/2021, διαπιστώθηκε η συναντίληψη των συμμετεχόντων στα βασικά ζητήματα που ανοίγονται από τον καταστρεπτικό, τόσο για τα Μουσεία όσο και για το σύνολο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, κυβερνητικό σχεδιασμό και επιβεβαιώθηκε η στήριξη του ΚΚΕ στον αγώνα των εργαζομένων.

Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ανέπτυξαν τους λόγους για τους οποίους η ευόδωση της κυβερνητικής πρωτοβουλίας θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ίδια την προστασία και την ανάδειξη των στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου.

Ειδικότερα, επισήμαναν πως ο κυβερνητικός σχεδιασμός υπονομεύει όχι μόνο τον ενιαίο χαρακτήρα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και οδηγεί στη διάλυσή της, αλλά και τον δημόσιο χαρακτήρα των Μουσείων, μετατρέποντάς τα σε κυβερνητικά υποχείρια, με τον διορισμό Διοικητικών Συμβουλίων από τον εκάστοτε Υπουργό.

Η προωθούμενη από την κυβέρνηση αλλαγή της μουσειακής πολιτικής, στην πραγματικότητα αποδυναμώνει τον επιστημονικό και παιδευτικό ρόλο των Μουσείων, θέτει σε κίνδυνο την επαρκή χρηματοδότηση και στελέχωσή τους και

ανοίγει τον δρόμο για την εφαρμογή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων λειτουργίας τους, με την αύξηση των εισιτηρίων και την κατάργηση των δωρεάν παροχών στο κοινό (ξεναγήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, δωρεάν ημέρες, εκδηλώσεις).

Ανοίγει, επίσης, το δρόμο για την ανάθεση κρίσιμων τομέων λειτουργίας τους, που σήμερα εκτελούνται από το προσωπικό των Μουσείων, σε ιδιωτικές εταιρείες – εργολάβους, με άμεσα αποτελέσματα τόσο στην ασφάλεια των αρχαιοτήτων όσο και στους εργαζόμενους (λ.χ. φύλαξη, καθαριότητα, οργάνωση εκθέσεων, επικοινωνία, διοικητική και οικονομική υποστήριξη).

Τέλος, υπάγει τις συλλογές των δημόσιων Μουσείων, των οποίων πρόκειται να μετατραπεί το θεσμικό καθεστώς λειτουργίας τους στην απαράδεκτη διάταξη που επιτρέπει την εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό για 50 χρόνια, ενώ μειώνει τα έσοδα του ΟΔΑΠ, τα οποία στηρίζουν όλους τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία της χώρας και απειλεί με οριστικό λουκέτο τα μικρότερα μουσεία ανά την επικράτεια.

Από την πλευρά του ΚΚΕ, ο Γιάννης Δελής είπε ότι «δώσαμε μια πρώτη μάχη με το νόμο μετατροπής του ΤΑΠ σε έναν οργανισμό ιδιωτικοοικονομικής διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Εκεί φάνηκε καθαρά ότι η κυβέρνηση δηλώνει πως ο Πολιτισμός αποτελεί γι’ αυτήν παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης, μια αντίληψη που έχει ως φυσική συνέπεια την ολοσχερή εμπορευματοποίηση και παράδοση της πολιτιστικής κληρονομιάς στους επιχειρηματικούς ομίλους».

Η Ελένη Μηλιαρονικολάκη σημείωσε ότι τα όσα ειπώθηκαν αποτελούν ένα μοντέλο που εφαρμόζεται σε όλο τον κρατικό τομέα, περί «μικρού – ευέλικτου κράτους». Η πολιτική για την πολιτιστική κληρονομιά βασίζεται στις κατευθύνσεις της ΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες η προστασία και η ανάδειξη των πολιτιστικών μνημείων, δεδομένης της μειωμένης κρατικής χρηματοδότησης, θα πρέπει να στηριχθούν στην «κοινωνία των πολιτών». Ως παράδειγμα έφερε την καταστροφή της Παναγίας των Παρισίων, που οφείλεται στην πολιτική του κόστους – οφέλους, η οποία εναποθέτει τη μοίρα των πολιτιστικών θησαυρών στα χέρια των επιχειρηματικών ομίλων και των χορηγών. Αυτός είναι ο λόγος που η πολιτιστική πολιτική των διαδοχικών κυβερνήσεων έχει ενιαία κατεύθυνση για εμβάθυνση της εμπορευματοποίησης.

Στη συνέχεια τόνισε πως «όλα τα προβλήματα που συζητήθηκαν σήμερα πηγάζουν από το ότι κριτήριο επιτυχίας στην πολιτική διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς θεωρείται η συνεισφορά της στην κερδοφορία άλλων τομέων της οικονομίας, όπως ο Τουρισμός, οι Τηλεπικοινωνίες, οι Μεταφορές, η αγορά ακινήτων, και όχι η εκπλήρωση της πραγματικής αποστολής της, να πλουτίζει την ιστορική και πολιτιστική γνώση, να βοηθά στην κατανόηση του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος».

Κλείνοντας διαβεβαίωσε ότι το ΚΚΕ θα ανταποκριθεί με κάθε δυνατό τρόπο στο αίτημα των φορέων να αναδειχθεί το σοβαρό αυτό πρόβλημα, που αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την εκμετάλλευση του αρχαιολογικού πλούτου από τα κάθε είδους επιχειρηματικά συμφέροντα.

Θα συνεχίσουμε την ενημέρωση όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων σχετικά με το θέμα, ώστε να αποτραπεί η υλοποίηση του καταστρεπτικού για την πολιτιστική κληρονομιά και τα μουσεία σχεδιασμού περί μετατροπής των μουσείων σε Ν.Π.Δ.Δ., ζητώντας την συμπαράσταση όλων στον δίκαιο αγώνα που δίνουμε συνολικά οι εργαζόμενοι στο ΥΠΠΟΑ.

Ενιαίος Σύλλογος Υπαλλήλων ΥΠΠΟ Αττικής Στερεάς και Νήσων

Ένωση Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων Διπλωματούχων Μηχανικών Ανωτάτων Σχολών – ΕΜΔΥΔΑΣ Αττικής/Τμήμα ΥΠΠΟΑ

Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων – ΠΕΣΑ

Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτου Προσωπικού ΥΠΠΟ – ΠΣΕΠ ΥΠΠΟ

Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων Πτυχιούχων Ανώτατης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Υπουργείου Πολιτισμού

Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων – ΣΕΚΑ

Ετικέτες