Η επίσκεψη Πομπέο στην Αθήνα αναρριπίζει σκέψεις και προβληματισμούς για τις σχέσεις της χώρας μας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Ποια τα οφέλη;
Ποιες οι σκοτεινές στιγμές και οι πληγές της εξαιτίας της πρόσδεσης στο άρμα της Δύσης; Και, βέβαια, τι μπορεί να κάνει μια χώρα που έτυχε να βρίσκεται σε μια συνεχώς φορτισμένη περιοχή του πλανήτη, με έναν επιθετικό γείτονα και μόνιμη την απειλή στην πόρτα της; Μπορεί να είναι ουδέτερη ή τουλάχιστον ευέλικτη ώστε να μη χάνει το δίκιο της; Αυτά κι άλλα πολλά στη σημερινή επιστολή προς φίλο αναγνώστη της στήλης.
Αγαπητέ Νίκο,
Μου λες: «Γράψε κάτι για τον Πομπέο που τα πήρε όλα με αντίδωρο ωραία λόγια και διαβεβαιώσεις –όχι εγγυήσεις– για τον εξ ανατολών κίνδυνο»… Δεν πρόλαβα να διαβάσω το σημείωμά σου κι άρχισαν οι κατεβασιές του τρόμου: εισβολή στη Συρία και νέα επικίνδυνη εξέλιξη στην κυπριακή ΑΟΖ (η ΕΝΙ υπαναχωρεί για τη γεώτρηση). Με τη σειρά, λοιπόν.
Μια μικρή χώρα και δη σε διαολεμένη περιοχή, όπως η Ελλάδα, δεν είχε ποτέ περιθώριο επιλογών. Κανένα. Από το 1830 μέχρι σήμερα. Φτωχή που ζούσε με δάνεια, μπλεγμένη μονίμως σε πολέμους, διαμάχες και εμφυλίους. Προνομιακό οικόπεδο για τους εκάστοτε επικυρίαρχους της οικουμένης, που μοιραία την είχαν –και τη διατηρούν– στο άρμα τους. Το ζήτημα «του ανήκειν» κρίθηκε οριστικά στη μοιρασιά της Γιάλτας. Εντάξει; Πάμε παρακάτω.
Από τότε που παρέδωσαν οι Αγγλοι τη σκυτάλη στους Αμερικανούς δεν «Ανήκομεν απλώς εις την Δύσιν», αλλά στην απόλυτη «δικαιοδοσία» των ΗΠΑ. Με συγκεκριμένα οδυνηρά αποτελέσματα: αμερικανοκίνητη χούντα, «Αττίλας», Ιμια και αρματωμένες απειλές από τη γείτονα και… σύμμαχο Τουρκία υπό την απόλυτη ανοχή –ή κυνική επίνευση– των Αμερικανών.
Κάτι πήγαν να κάνουν ο παλιός Καραμανλής (έξοδος από το ΝΑΤΟ), ο Ανδρέας Παπανδρέου αλλά και ο νεότερος Καραμανλής, αλλά δεν κατάφεραν τίποτε. Είτε τα πήραν πίσω (Παπανδρέου, «βάσεις του θανάτου») είτε μπήκαν στο στόχαστρο των ΗΠΑ όταν επέμεναν να ασκήσουν πολιτική επωφελή για τη χώρα μας (ναι, ναι, αυτό έκανε ο νεότερος Καραμανλής με Cosco, αγωγούς, σχέδιο Ανάν κ.λπ.).
Μη βιάζεσαι. Θα φτάσουμε στον ΣΥΡΙΖΑ και στις σχέσεις που διαμορφώθηκαν με τους Αμερικανούς. Αυτό που θέλω να πω είναι το εξής: από τη στιγμή που δεν μπορείς ως μικρή χώρα σε διακεκαυμένη περιοχή να είσαι ουδέτερος, προσπαθείς, πρώτον, να μην είσαι δεδομένος και, δεύτερον, να αποκομίσεις όσο περισσότερα μπορείς από τις σχέσεις σου με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Δυστυχώς, με δουλικές προσφωνήσεις στον Βαν Φλιτ (Π. Κανελλόπουλος: «Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας») και με τραγικά ευχαριστήρια (Σημίτης: «Ευχαριστώ τις ΗΠΑ») απεμπολείς κάθε δικαίωμα να διεκδικήσεις το δίκιο σου ή να εξασφαλίσεις κάποια ωφελήματα για τη χώρα σου.
Ακόμη και οι επικυρίαρχοι αισθάνονται θυμηδία από τέτοιες δηλώσεις. Δεν σε θεωρούν απλώς δεδομένο, αλλά κακομοίρη. Προσοχή! Δεν λέω ότι μπορείς να ορθώσεις το ανάστημά σου και να κάνεις τον μάγκα. Το «γιατί» το είπαμε παραπάνω. Γιατί μ’ ένα νεύμα θα σε λιώσουν. Είναι αυτό που δεν εννοεί να καταλάβει το ΚΚΕ.
Ευτυχώς το κατάλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ – ή μάλλον ο Τσίπρας. Καλές σχέσεις, ήρεμα νερά και ρεσιτάλ ρεαλισμού, με ανοίγματα στο Ισραήλ και στην Αίγυπτο. Το ίδιο και στα ελληνοτουρκικά: καθυστερήσεις και μπάλα στην εξέδρα, που λέμε στο ποδόσφαιρο, χωρίς οδυνηρούς κατευνασμούς και δίχως ανακύκληση παλιών αριστερών ψευδαισθήσεων έναντι της Τουρκίας.
Ομολογώ ότι δεν ξέρω τι θα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ π.χ. με τις βάσεις και τα συναφή, αν είχε παραμείνει στην εξουσία. Το πιθανότερο είναι ότι θα υπέγραφε, όπως ετούτοι. Ομως αν δεν έπαιρνε «κάτι» στα ελληνοτουρκικά (εγγυήσεις και όχι διαβεβαιώσεις) ή για την ιταμή πρόκληση στην κυπριακή ΑΟΖ, θα του έμενε ανεξίτηλο το στίγμα.
Αυτά, φίλε μου, για τον Πομπέο, τις ελληνοαμερικάνικες σχέσεις, τους αφέντες και τους ρεαλιστές που δεν είναι «τζάμπα μάγκες» αλλά ούτε δεδομένοι…