Δεν είναι μόνο ότι ζούμε σε μια εποχή αβεβαιότητας, που κάνει ενδιαφέρουσα μια ανάλυση που «σπάει» το κλίμα «αέρα» νίκης της Νέας Δημοκρατίας, όπως τη διαχέει η κυρίαρχη εκλογολογία των ημερών, ή αμφισβητεί το προδιαγεγραμμένο πλαίσιο των σεναρίων σχηματισμού κυβερνήσεων στις επερχόμενες εκλογές. Πιο πολύ προκαλεί την προσοχή η συζήτηση που ανοίγει μια προσέγγιση που «βλέπει» γύρω του ενεργούς πολίτες που δεν έρχονται να επικυρώνουν εκλογικά σενάρια αλλά μπαίνουν στο ποτάμι των κοινωνικών και πολιτικών γεγονότων και κρίνουν και ως ψηφοφόροι την ώρα της κάλπης.
Με παρέμβασή του, ο πανεπιστημιακός, Ξενοφών Κοντιάδης, ουσιαστικά στέλνει το μήνυμα ότι η κάλπη δεν είναι ανοιχτό βιβλίο για να προδικάζει κανείς το αποτέλεσμά της. Αντιθέτως, κατά την άποψή του καθηγητή, ο οποίος, ας σημειωθεί, κινείται στο χώρο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, όλα είναι ανοιχτά, ως αποτέλεσμα κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων μέχρι την προκήρυξη των εκλογών. Μάλιστα, επισημαίνει πως η ψήφος μπορεί να επηρεαστεί από απρόβλεπτους παράγοντες αλλά και από θεσμικά γεγονότα, όπως οι κατηγορίες πολιτικών για διαφθορά, και όχι μόνο με κριτήριο την οικονομία. Ουσιαστικά, ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Δικαίου Κοινωνικής Ασφάλειας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Προέδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου-Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, προσπαθεί να βγάλει το πέπλο της εκλογικής μοιρολατρίας που, μέσω δημοσιολογούντων και πολιτικών αναλύσεων για γαλάζια επικράτηση στις επόμενες εκλογές και σεναρίων σχηματισμού κυβερνήσεων, μοιάζει να σκεπάζει την πολιτική επικαιρότητα.
«Ποιος μπορεί λοιπόν να προδικάσει τι θα συμβεί μέχρι την προκήρυξη των εκλογών σε λίγους μήνες ή ακόμη και την ίδια μέρα της προκήρυξης των εκλογών, όπως έγινε με την υπόθεση Τσοχατζόπουλου το 2012; Επίσης, γιατί υποτιμάται από πολλούς η εκλογική επίδραση γεγονότων θεσμικών, όπως οι κατηγορίες πολιτικών για διαφθορά, θεωρώντας ότι μόνο η οικονομία ενδιαφέρει τους πολίτες;», σημειώνει με ρητορικές ερωτήσεις ο πανεπιστημιακός Ξενοφών Κοντιάδης, σε κείμενο-παρέμβασή του στο Facebook (12.10.202) με τίτλο «Οι απρόβλεπτες εκλογές του 2023».
«Η πολιτική είναι απρόβλεπτη, όπως και η ιστορία», επισημαίνει ο καθηγητής. Κατά τον πανεπιστημιακό, μέχρι τις επόμενες εκλογές μπορεί να υπάρξουν εξελίξεις που να αλλάξουν άρδην το πολιτικό σκηνικό, με βάσει τις συνθήκες που διαμορφώνονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση, την ελληνοτουρκική ένταση, το «σκάνδαλο παρακολουθήσεων (που συνεχίζει να διερευνά η Ευρωπαϊκή Ένωση)», τον πληθωρισμό άνω του 10%, την επερχόμενη παγκόσμια ύφεση κ.λ.π.
Το τελευταίο διάστημα ο Ξενοφών Κοντιάδης βρίσκεται στο προσκήνιο με τοποθετήσεις του για σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Με αφορμή την υπόθεση των υποκλοπών, είχε προκρίνει ως συνταγματικά ορθότερη λύση την παραίτηση του πρωθυπουργού και στη συνέχεια ή την αντικατάστασή του ή εκλογές. Νωρίτερα μετείχε σε πρωτοβουλία κατά της πανεπιστημιακής αστυνομίας και του τρόπου που τη συγκρότησε η κυβέρνηση της ΝΔ.
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο του Ξενοφώντα Κοντιάδη, όπως αναρτήθηκε στη σελίδα του στο Fb :
«Οι Απρόβλεπτες εκλογές του 2023
Η πολιτική είναι απρόβλεπτη, όπως και η ιστορία. Διασκεδάζουμε με τις εκλογικές αναλύσεις για τη βέβαιη νίκη της ΝΔ στις επόμενες εκλογές και τα ποικίλα σενάρια σχηματισμού κυβέρνησης. Όλα πεντακάθαρα και οριοθετημένα στο μυαλό των εκλογολόγων. Δεν θα ανατρέξω σε γεγονότα όπως η πτώση του τείχους το 1989, η χρεοκοπία της Ελλάδας το 2010 ή η πανδημία, από όσα εντελώς απρόβλεπτα θυμάμαι να έχω ζήσει, κυριολεκτικά “μαύρους κύκνους”, αλλά σε ένα γνωστό παράδειγμα από την πρόσφατη πολιτική ιστορία.
Άνοιξη του 2012, έχει προηγηθεί στις 12 Φεβρουαρίου η ψήφιση στη Βουλή του δεύτερου Μνημονίου, που συνοδεύεται από το κούρεμα και την αναδιάρθρωση του χρέους, μια μέρα που καίγεται κυριολεκτικά η Αθήνα–50 καταστήματα, κινηματογράφοι κλπ. Τον Μάρτιο εκλέγεται αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ο Βενιζέλος, ο οποίος είχε επωμιστεί τους προηγούμενους δέκα μήνες το βάρος των διαπραγματεύσεων και των νέων περιοριστικών μέτρων, αλλά και την κοινοβουλευτική τους στήριξη από την ηλεκτρική καρέκλα του υπουργού Οικονομικών στις κυβερνήσεις Παπανδρέου και Παπαδήμου.
Στις 10 Απριλίου 2012, μια μέρα πριν προκηρυχθούν οι βουλευτικές εκλογές, στις δημοσκοπήσεις ο Βενιζέλος καταγράφεται ως ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός με 24,3% και ακολουθεί ο Σαμαράς με 23,8%, ενώ στην πρόθεση ψήφου προηγείται η ΝΔ με 18,2% (όσο έλαβε πράγματι στις εκλογές του Μαϊου) και ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ με 14,2%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφεται στο 6,2%. Την επόμενη μέρα της δημοσκόπησης, 11 Απριλίου, προκηρύσσονται οι εκλογές. Την ίδια μέρα (ποιος μπορεί να πιστέψει ότι είναι σύμπτωση;) συλλαμβάνεται ο Άκης Τσοχατζόπουλος, που λίγες μέρες αργότερα προφυλακίζεται.
Ο ίδιος ο Βενιζέλος, στο πρόσφατο βιβλίο του «Εκδοχές πολέμου», αφηγείται ότι «η επιρροή της υπόθεσης Τσοχατζόπουλου ήταν καταλυτική, διότι έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στη δεύτερη θέση». Θυμίζω ότι στις εκλογές του Μαίου 2012 η ΝΔ έλαβε 18,5%, ο ΣΥΡΙΖΑ 16,8% και το ΠΑΣΟΚ 13,2%, στις δε “επαναληπτικές” του Ιουνίου η ΝΔ 29,6%, ο ΣΥΡΙΖΑ 26,9% και το ΠΑΣΟΚ 12,2%, με άνοδο των δύο πρώτων κομμάτων κατά 10 μονάδες το καθένα.
Ποιος μπορεί λοιπόν να προδικάσει τι θα συμβεί μέχρι την προκήρυξη των εκλογών σε λίγους μήνες ή ακόμη και την ίδια μέρα της προκήρυξης των εκλογών, όπως έγινε με την υπόθεση Τσοχατζόπουλου το 2012; Επίσης, γιατί υποτιμάται από πολλούς η εκλογική επίδραση γεγονότων θεσμικών, όπως οι κατηγορίες πολιτικών για διαφθορά, θεωρώντας ότι μόνο η οικονομία ενδιαφέρει τους πολίτες;
Τίποτα δεν είναι βέβαιο και προκαθορισμένο, όλα είναι ανοικτά στην πολιτική. Υπομονή μέχρι να κλείσουν οι κάλπες. Μετά θα έχουμε την ετοιμότητα να αναλύσουμε τις συνταγματικές και πολιτικές προϋποθέσεις για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης.
ΥΓ. Θα πει κάποιος, μα τότε βρισκόμασταν στη δίνη των Μνημονίων. Δηλαδή τώρα, με πόλεμο στην Ουκρανία, ενεργειακή κρίση, ελληνοτουρκική ένταση, σκάνδαλο παρακολουθήσεων (που συνεχίζει να διερευνά η ΕΕ), πληθωρισμό άνω του 10%, επερχόμενη παγκόσμια ύφεση κλπ δεν υπάρχουν βόμβες έτοιμες να εκραγούν μεταβάλλοντας άρδην το πολιτικό τοπίο;».
Διαβάστε επίσης:
Ξενοφών Κοντιάδης: Η παραίτηση Μητσοτάκη η συνταγματικά ορθότερη λύση