Οι εκλογικές δημοσκοπήσεις και οι  «déjà vu» ονειροπολήσεις

Οι εκλογικές δημοσκοπήσεις και οι  «déjà vu» ονειροπολήσεις

Ό,τι παλιά γνωρίζαμε ως πιθανό μέσα από τις δημοσκοπικές  μετρήσεις τώρα πια πρέπει να το ξεχάσουμε. Οι αδιαφανείς  δημοσκοπήσεις  περνούν σε ερμηνείες  των  ερωτημάτων  και προλαμβάνουν διαστάσεις  καθιέρωσης μιας άποψης.

Το διακρίνουμε ήδη με  στις μετρήσεις των εκλογών. Οι δημοσκοπήσεις έχουν σταματήσει να αποτυπώνουν  προσωρινές τάσεις λειτουργώντας  περισσότερο ως μηχανισμός διαμόρφωσης της κοινής γνώμης.  Έχουν προσλάβει διαστάσεις ενός συνδηλωτικού εκφυλιστικού νοήματος της πραγματικότητας. Όλα συνδέονται με τις σχέσεις των ερωτημάτων που τίθενται  προς απάντηση,  προκειμένου να εξαχθούν  πλέον τα πιο παράδοξα συμπεράσματα.  Η παραχάραξη του αυτονόητου καθίσταται σήμερα ο μηχανισμός των δημοσκοπήσεων.

Ο κοινωνικός ψυχολόγος Λίον Φέστινγκερ μας έχει βοηθήσει να καταλάβουμε τη λειτουργία και τους σκοπούς των δημοσκοπήσεων  όταν εκείνες  ανταποκρίνονται στα περιθώρια της κοινωνικής σύγχυσης. Οι δημοσκοπήσεις αποτελούν μηχανισμούς που επηρεάζουν τους αναποφάσιστους αλλά και τις μειοψηφίες έτσι ώστε να τοποθετηθούν υπέρ της κατευθυνόμενης άποψης η οποία  αναπτύσσεται επιμελώς από κέντρα αποφάσεων. Οι πολίτες θα μας πει ο Λίον Φέστινγκερ, θέλουν να εντάσσονται στην ομοιομορφία ακόμη και όταν εκείνοι διαφωνούν με τις κυρίαρχες απόψεις που στερεοποιούν τις ομοιομορφίες.

Έτσι ακόμη και η γνωστική ασυμφωνία των πολιτών καταλήγει σε μια πολυπόθητη συναίνεση εξ΄ αιτίας του γεγονότος ότι η συλλογική εκλογίκευση υπερέχει οποιασδήποτε υποκειμενικής άποψης. Οι πολίτες συμπεριφέρονται με τρόπο εντελώς αντίθετο από την προσωπική τους άποψη. Εισέρχονται με άλλα λόγια  στη διαδικασία να διαστρεβλώνουν την προσωπική τους άποψη, έτσι ώστε να μην αποτελούν μια μειοψηφία η οποία θα καταγράφεται ως οπισθοδρομική ή ως ξεπερασμένη και θα υπερασπίζεται  απηρχαιωμένες αλήθειες.

Όλο αυτό στηρίζεται στη ψευδαίσθηση της αντικειμενικοποιημένης άποψης . Η αντικειμενικοποιημένη άποψη  αποτελεί μια  αυτοτελή πλαστή ολότητα ή μια πλαστή καθαυτότητα, η οποία επιδιώκει να  θεμελιώσει μια πλειοψηφία   επάνω σε  μια «παθογενετική ζύμη» (σύμφωνα με τον Ζακ Μαριτέν) με απριοριστικές αξιώσεις.

Ο πολίτης μέσα «στα καταναλωτικά αδιάφορα της ζωής του», (όπως θα έλεγε ο Άγγλος ακαδημαϊκός  Ντίλαν Ιβανς) και  στον καταναλωτικό του χρόνο λειτουργεί όχι στη βάση της λογικής του, αλλά στην παρόρμηση της διαμορφωμένης τάσης και της προσδοκώμενης κίνησης η οποία  καταργεί την ενότητα της εμπειρίας του.

Οι εκλογικές δημοσκοπήσεις όταν ανιχνεύουν την πρόθεση ψήφου θα γράψει ο Ζαν Μπωντριγιάρ χειραγωγούν το αναποφάσιστο, δηλαδή αναπαράγουν προθέσεις ψήφου και όχι αποφάσεις. Δεν παράγουν γνώμες αλλά αναπαράγουν αυτό που ακόμη δεν έχει παραχθεί,  θα μας πει ο Ζαν Μπωντριγιάρ, επιχειρούν με άλλα λόγια να κτίσουν αποφάσεις.  Συνεχίζοντας μάλιστα θα γράψει ότι η δημοσκοπική ψήφος μέσω της δυαδικής μορφής ερώτησης/απάντησης αποτυπώνει στην πράξη μια  απόφαση η οποία τελικά ολοκληρώνεται ως παρωδία και αυτό γιατί αυτές οι δημοσκοπικές αποφάσεις δεν είναι παρά μια απάτη οι οποίες  ουδόλως αποτελούν εικόνα της εκφρασμένης πρόθεσης ψήφου αλλά αποδίδουν τις  παραμορφώσεις και  τις  αντιμεταθέσεις των πολιτών.

Αυτή την αδιάκοπη παρωδία τη ζούμε με τις μετρήσεις των ΜΜΕ όπου οι μετρήσεις για τις προθέσεις ψήφου  έχουν καταστεί σε ευέλικτη σάτιρα του Μεγάρου Μαξίμου και του επικοινωνιακού επιτελείου του κ. Μητσοτάκη.

Οι πληρωμένες εκλογικές μετρήσεις του Μεγάρου Μαξίμου, των φιλικών ενημερωτικών εντύπων της κυβέρνησης, των τηλεοπτικών μέσων,  ανάγονται περισσότερο σε υπεραισθητές αντιλήψεις μιας  déjà vu  ονειροπόλησης. Είναι σαν ένα ρολόι με κούκο. Σου υπενθυμίζουν ένα καθήκον σου, μια κατηγορική προσταγή, η οποία σου λέει: Πήγαινε να ψηφίσεις τον Μωυσή – Μητσοτάκη που στερεοποιεί την ομοιομορφία της πολιτικής και διαθέτει σωτήριες (θεϊκές)  ικανότητες.

Σε αυτό τον αφρό της παρωδίας ο πολίτης καλείται να κατανοήσει ότι θα πρέπει να συνεχίσει να μην αντιπροσωπεύει τίποτα να γίνεται ένα άθυρμα της εκλογικής διαδικασίας, αποτελώντας  έτσι έναν υπνοβάτη της πολιτικής εξέλιξης, ένα περίσσευμα μιας ανενεργούς σημασίας.

O Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας

 

Documento Newsletter