Οι διεθνείς συμμαχίες… άλλαξαν, αλλά η χώρα εξακολουθεί να φλέγεται από συγκρούσεις
Ακριβώς πριν από ένα έτος οι Ταλιμπάν εισέρχονταν στην Καμπούλ και από τη μια έκλεινε ένας ολόκληρος κύκλος αμερικανικών επεμβάσεων, από την άλλη όμως άνοιγε ένας άλλος για το πολύπαθο Αφγανιστάν. Οι Ταλιμπάν, υποσχόμενοι ασφάλεια και σταθερότητα έναντι της διεφθαρμένης αφγανικής κυβέρνησης του Ασράφ Γκάνι αλλά και των «κατακτητών» Αμερικανών, κατάφεραν να προελάσουν σε όλη τη χώρα με αστραπιαία ταχύτητα διαλύοντας εις τα εξ ων συνετέθη τον αφγανικό στρατό που θεωρητικά προέβαλλε κάποιου είδους αντίσταση.
Η εξωτερική πολιτική
Οι Αμερικανοί συνολικά ξόδεψαν 2,313 τρισ. δολάρια στον πόλεμο του Αφγανιστάν, σύμφωνα με έρευνα του αμερικανικού πανεπιστημίου Γουάτσον, όμως η επένδυση αυτή δεν καρποφόρησε ποτέ. Οι φονταμενταλιστές Ταλιμπάν, που κυριαρχούσαν στη χώρα από το 1996 έως το 2001, επέστρεψαν δριμύτεροι αλλά και ολωσδιόλου διαφορετικοί.
Παρόλο που η εσωτερική ατζέντα τους δεν έχει αλλάξει ούτε κατ’ ελάχιστο όσον αφορά τα βασικά πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα όπως αυτά των εκλογών και των γυναικών, η εξωτερική πολιτική που ακολουθούν δεν θυμίζει σε τίποτε την προηγούμενη περίοδο. Εξάλλου η ηγεσία των «μαθητών» (αποκαλούνται ταλιμπάν στη γλώσσα των Παστούν, της μεγαλύτερης φυλής της χώρας) κατέστησε σαφές ότι το βλέμμα τους βρίσκεται στην Κίνα, τη Ρωσία και στο πάντοτε φιλικό Πακιστάν, καλώντας ταυτόχρονα τις τρεις αυτές χώρες να στηρίξουν τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση.
Μόσχα και Πεκίνο από τη μεριά τους κρατούν επιφυλακτική στάση αναμένοντας τα πρώτα απτά σημάδια «συνετισμού» της Καμπούλ, μια και κανείς δεν φαίνεται διατεθειμένος να επενδύσει στο πάντοτε ασταθές Αφγανιστάν, αν και βήματα διπλωματικής υποστήριξης της νέας κυβέρνησης έχουν γίνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν η Κίνα, το Πακιστάν, το Ιράν, η Μαλαισία, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία και το Τουρκμενιστάν, χώρες οι οποίες έχουν δώσει διαπιστεύσεις στις διπλωματικές αποστολές των Ταλιμπάν.
Ποιοι συνεχίζουν τον πόλεμο
Εντούτοις ο πόλεμος στο Αφγανιστάν δεν έχει παύσει και η χώρα απέχει πολύ από το να θεωρηθεί ασφαλής. Τρεις είναι οι κύριες αντίπαλες ομάδες που δρουν εναντίον των Ταλιμπάν: το ISIS-K (Χορασάν), το φιλοδυτικό Εθνικό Αντιστασιακό Μέτωπο του Αφγανιστάν (NRF) με αρχηγό τον Αχμάντ Μα
σούντ, γιο του θρυλικού μουτζαχεντίν Αχμάντ Σαχ Μασούντ, και οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν που δρουν στα σύνορα Αφγανιστάν – Πακιστάν και έχουν στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του Πακιστάν. Σε αυτό το πλαίσιο, η δουλειά των Ταλιμπάν είναι ιδιαίτερα σύνθετη. Οι αντίπαλοί τους πολεμούν με τον ίδιο τρόπο που πολεμούσαν οι ίδιοι τους Αμερικανούς. Ο ανταρτοπόλεμος είναι η μέθοδος και τα μέσα των Ταλιμπάν είναι πενιχρά συγκριτικά με αυτά που είχαν στη διάθεσή τους οι Αμερικανοί.
Το ISIS-K ανά τακτά χρονικά διαστήματα χτυπάει μέσω τρομοκρατικών επιθέσεων και στοχεύει τη σιιτική κοινότητα, επιχειρώντας να οξύνει τις εντάσεις με τους σουνίτες και να συμπαρασύρει το Ιράν και το Τατζικιστάν σε σύγκρουση με τους Ταλιμπάν. Παράλληλα, το NRF δρα στην κοιλάδα του Παντζίρ, όπου κατοικεί η μειονότητα των Τατζίκων, ενώ εκεί είχαν δοθεί οι μεγαλύτερες μάχες των μουτζαχεντίν υπό τον πατέρα Μασούντ κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εισβολής στη χώρα. Επιπροσθέτως, από αυτή την περιοχή είχε ξεκινήσει η αμερικανική εισβολή μόλις ένα μήνα μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους, αφού σε αυτό το σημείο βρισκόταν η Βόρεια Συμμαχία που αντιστρατευόταν τους Ταλιμπάν. Αυτό που υπολογίζει ο υιός Μασούντ είναι ότι μέσα από τον συνεχή ανταρτοπόλεμο εντός των γεωγραφικών ορίων της απόρθητης κοιλάδας θα καταφέρει να αποδυναμώσει τους αντιπάλους του, προκαλώντας ρήγματα στις συμμαχίες των «μαθητών», καθόσον τα θεμέλια της εν λόγω φονταμενταλιστικής οργάνωσης δεν είναι στέρεα και εδράζονται σε κινούμενη άμμο.
Η εξουσία των Ταλιμπάν έχει συγκροτηθεί στη βάση ενός δικτύου συμμαχιών που έχουν στόχο την εξυπηρέτηση του αμοιβαίου συμφέροντος και την αυτοσυντήρηση. Το Αφγανιστάν άλλωστε δεν είναι ενιαίο κράτος αλλά συνονθύλευμα φυλών, φατριών και πολέμαρχων που συσπειρώνονται στη βάση μιας κοινής πλατφόρμας που υπακούει στην αρχή της ισχύος. Τα δε σύνορα του Αφγανιστάν έτσι όπως καταγράφονται σήμερα αποκρυσταλλώθηκαν από τον βρετανικό και ρωσικό ιμπεριαλισμό κατά τη διάρκεια του «μεγάλου παιχνιδιού» του 19ου αιώνα.
Υπό αυτό το πρίσμα δρουν οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν, που φιλοδοξούν να ενοποιήσουν τη φυλή των Παστούν σε ενιαίο κράτος σε βάρος του Πακιστάν. Μάλιστα δεν αναγνωρίζουν το Πακιστάν ως έθνος-κράτος και ρίχνουν τις ευθύνες για την ύπαρξή του στους Βρετανούς αποικιοκράτες και στον τρόπο με τον οποίο κατέκτησαν, κυβέρνησαν και εντέλει διχοτόμησαν, προτού απελευθερώσουν την Ινδία και το Πακιστάν ως ξεχωριστά κράτη. Την ίδια στιγμή οι Τεχρίκ-ι-Ταλιμπάν διεξάγουν συχνά πυκνά πολύνεκρες επιθέσεις εντός του πακιστανικού εδάφους, ο πακιστανικός στρατός απαντάει με επιχειρήσεις εντός του αφγανικού εδάφους, ενώ οι Ταλιμπάν πιέζονται να δράσουν εναντίον της «αδερφής» οργάνωσης. Ωστόσο είναι πασιφανές ότι το φίδι που εκκόλαψε η διαβόητη πακιστανική υπηρεσία πληροφοριών ISI πλέον γυρνάει και δαγκώνει τους δημιουργούς του.
Η εξωτερική πολιτική τους έχει μεταβληθεί αλλά το ειδικό τους ενδιαφέρον είναι πάντα στραμμένο στην Κίνα, τη Ρωσία και στο φιλικό Πακιστάν, χώρες από τις οποίες ζητούν στήριξη στην ανοικοδόμηση