Οι διαδοχικές κρίσεις που έμειναν αναπάντητες και η υπαρξιακή κρίση της Ευρώπης

Οι πολίτες στην Ευρώπη εύλογα έχουν κάθε λόγο να είναι απογοητευμένοι από την διαχείριση κρίσεων που αντιμετωπίζει η Γηραιά Ήπειρος τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2009 μέχρι και την πρόσφατη ενεργειακή κρίση οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης ( κυρίως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό κόμμα και γενικότερα η ευρωπαϊκή δεξιά) κατέχοντας την πολιτική ηγεμονία, σφράγισαν τη διαχείριση των αλλεπάλληλων κρίσεων, επιφέροντας την άνοδο της ακροδεξιάς, στη βάση μιας γενικότερης αντιευρωπαϊκής ή / και ευρωσκεπτικιστικής ατζέντας. Δεν είναι υπερβολή η διαπίστωση ότι σε μεγάλο βαθμό λειτούργησαν ως χορηγοί για την ευρωπαϊκή ακροδεξιά.

Αναμφίβολα αυτές οι ευρωεκλογές είναι οι πιο κρίσιμες για μέλλον της ΕΕ σε σχέση με το παρελθόν. Στην ουσία θα καθορίσουν αν η ΕΕ θα έχει μέλλον. Η πενταετία που πέρασε στην Ευρώπη σημαδεύτηκε από πολλές προκλήσεις, με την Κομισιόν να κινείται προς λάθος κατευθύνσεις σε πολλά μέτωπα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η διαχείριση του COVID 19, όπου οι συνέπειες της πανδημίας αλλά κυρίως η διαχείριση της ήταν αναποτελεσματική (με άρωμα σκανδάλου να αγγίζει την πρόεδρο ντέρ Λάιεν), όπου φάνηκαν οι χρόνιες παθογένειες της ΕΕ που χρόνια έμπαιναν κάτω από το χαλί. Συστήματα υγείας υποστελέχωμενα και υποχρηματοδοτούμενα, αδιαφανείς διαπραγματεύσεις με φαρμακοβιομηχανίες για τα εμβόλια που είχαν ως συνέπεια η Ευρώπη να υπολείπεται άλλων χωρών στην παραλαβή εμβολίων. Ενδεικτικό ότι υπήρχαν χώρες που έσπασαν την κοινή διαπραγμάτευση.

Εκτός από το υγειονομικό σκέλος της πανδημίας, σε ό,τι αφορά στη διαχείριση των οικονομικών συνεπειών που άφησαν τα περιοριστικά μέτρα όπως η κρίση χρέους και η ύφεση, η Ε.Ε. και πάλι είχε αργοπορημένη αντίδραση με αρκετούς αστερίσκους σε αρκετά σημεία. Μπορεί να ήταν θετικό μέτρο της αμοιβαιοποίησης του χρέους και η σύναψη για πρώτη φορά κοινού ευρωπαϊκού δανείου, ο διαχωρισμός όμως για τους πόρους του Ταμείου ανάκαμψης με τον ανταγωνισμό βορρά – νότου, έφερε ξανά στο προσκήνιο μια Ευρώπη δυο ταχυτήτων σε βάρος των κοινωνιών και των αναγκών τους. Η εικόνα των αλλεπάλληλων άγονων συνόδων για το Ταμείο Ανάκαμψης, απέδειξε για άλλη μια φορά ότι τα έθνη κράτη ανταγωνίζονται τον υπερεθνικό χαρακτήρα της Ένωσης.

Για πρώτη φορά ύστερα από το τέλος του Β ΠΠ, στην Ευρώπη διεξάγεται ξανά πόλεμος. Για τις σημερινές πολιτικές ηγεσίες ήταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση διότι δεν είχαν την ανάλογη εμπειρία , αφού η τελευταία ανάμειξη εντός Ευρώπης ήταν στον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία. Ο πόλεμος Ουκρανίας- Ρωσίας έφερε στην επιφάνεια προβλήματα της Ένωσης ως προς το κομμάτι της αμυντικής της θωράκισης. Οι ελλείψεις στην κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και την ενωσιακή εξωτερική πολιτική , σε συνδυασμό με τις φρούδες, όπως αποδείχθηκε, αισιόδοξες προβλέψεις για την γρήγορο τερματισμό του πολέμου, δημιούργησαν αδιέξοδα σε πολλά επίπεδα ενώ άνοιξαν το δρόμο για κούρσα εξοπλισμών. Το εμπάργκο στην Ρωσία χωρίς προγραμματισμό επιδείνωσε τα πράγματα.

Η ενεργειακή και επισιτιστική κρίση οδήγησε σε αύξηση των τιμών προϊόντων πρώτης ανάγκης με αποτέλεσμα πολλά ευρωπαϊκά κράτη να βρεθούν αντιμέτωπα με μια πρωτόγνωρη ακρίβεια που δεν είχαν ξανά στο παρελθόν. Η Ευρώπη ειδικά στον τομέα της ενεργείας δεν λειτούργησε ορθολογικά, άφησε μεγάλο περιθώριο αισχροκέρδειας, ενώ παράλληλα δεν είχε μεριμνήσει ναι συγκροτήσει μια τράπεζα ενέργειας που θα είχε αποθεματικό.

Ένα θέμα που ήλθε στο προσκήνιο λόγω των διαμαρτυριών των αγροτών σε όλη την Ευρώπη, είναι η κοινή αγροτική πολιτική. Πρωτεύουσες χωρών γέμισαν αγρότες και κτηνοτρόφους που διαμαρτύρονταν για την κατάσταση στην γεωργία και την κτηνοτροφία. Στα προβλήματα των αγροτών η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κατόρθωσε να συμπεριλάβει μέτρα στήριξης των καλλιεργητών και ήταν δεδομένο ότι ΚΑΠ δεν θα ήταν λειτουργική. Οι υψηλοί στόχοι σε συνδυασμό με την εκτίναξη του κόστους της ενέργειας ανάγκασαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επικαιροποίησει το πρόγραμμα που εφαρμοζόταν σχετικά με την γεωργία. Το βασικό συμπέρασμα ήταν δυσαρέσκεια των αγροτών απέναντι στις πολιτικές της ΚΑΠ αλλά παράλληλα αναθεώρηση των περιβαλλοντικών στόχων και περιορισμός των μέτρων για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και της υλοποίησης των Στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού του 2015.

Ωστόσο αυτές οι κρίσιμες ευρωεκλογές είναι ευκαιρία για τον προοδευτικό χώρο να καταθέσει ένα νέο όραμα και προοπτική στους Ευρωπαίους πολίτες. Απέναντι στα αδιέξοδα που συνεπάγεται η κακή διαχείριση κρίσεων αλλά και η απουσία προτάσεων εκ μέρους του ΕΛΚ, η Ευρωπαϊκή Οικολογική Αριστερά έχει χρέος να καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση για μια προοδευτική, κοινωνική, πράσινη Ευρώπη. Την Ευρώπη που χρειάζονται οι λαοί, οι κοινωνίες και ο πλανήτης.

Ετικέτες