Οι δύο εποχές της παγκοσμιοποίησης, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις που γέννησαν μαζί και οι κοινωνικές ανάγκες που πυροδοτούν εσωτερικούς πολέμους.
Η εκλογή Τραμπ έχει φέρει τα πάνω κάτω στον κόσμο όπως τον ξέραμε. Είναι ακριβώς έτσι; Μήπως έπεσαν οι μάσκες και ο κόσμος της ζούγκλας, ο νόμος του ισχυρού δηλαδή, ξεπήδησε με τη γυμνή ωμότητά του μέσα από την υποκρισία των σαλονιών στις διπλωματικές σχέσεις; Το παζάρι ξέφυγε από τις κουίντες με τις ίντριγκες, τις ικεσίες και τις συνωμοσίες για να αποδοθεί στο φιλοθέαμον κοινό με την απόλυτη σκληρότητά του;
Ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει να αρπάξει τη Γροιλανδία για λόγους «διεθνούς» (διάβαζε «εθνικής») «ασφάλειας». Τι έχει αλλάξει λοιπόν στον κόσμο μας; Θα πάρουμε τη βοήθεια του καθηγητή Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Πόλης της Νέας Υόρκης Μπράνκο Μιλάνοβιτς, καθώς έγραψε ένα πολύ κατατοπιστικό άρθρο εξηγώντας τις αλλαγές που συμβαίνουν μιλώντας μας για την παγκοσμιοποίηση, αυτήν που απεχθάνεται ο Τραμπ (τμήματα που ακολουθούν έχουν μεταφραστεί από τον καθηγητή Δ.Α. που διδάσκει σε πανεπιστήμιο των ΗΠΑ).
My piece in the latest issue of Jacobin:
What Comes After Globalization?https://t.co/aDwPqEnK9p
[behind the paywall]— Branko Milanovic (@BrankoMilan) March 24, 2025
Ακολουθώντας τη σκέψη του Μιλάνοβιτς, θα πρέπει να μπούμε στο τρενάκι του χρόνου και να γυρίσουμε πίσω, στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Τότε που εδώ οι Συγγροί και οι Ζάππες έκαναν χρηματιστηριακά κόλπα και τα ξέπλεναν με «ευεργεσίες», στην Εσπερία η Βρετανική Αυτοκρατορία αλώνιζε στα πέρατα της Γης με εμπορικά και –φυσικά– πολεμικά πλοία για να ανοίξει (διάβαζε κατακτήσει) αγορές (αποικίες). Γάλλοι, κυρίως, και Γερμανοί ακολούθησαν και η ακόρεστη δίψα για κέρδος οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στη σύγκρουση, στην παγκόσμια πολεμική αναμέτρηση. Τότε, στα χαρακώματα του Σομ και στις ακτές της Καλλίπολης και αλλού κόπηκε βίαια η πρώτη παγκοσμιοποίηση που γνώρισε ο πλανήτης.
Η εποχή των μεγάλων ανισοτήτων
Αποτιμώντας το κλείσιμο αυτού του κύκλου, μπορούμε να σημειώσουμε ότι η Βρετανία, κυρίως, και οι υπόλοιπες μεγάλες βιομηχανικές χώρες έγιναν ακόμη πιο πλούσιες και πιο ισχυρές. Ήταν η εποχή των μεγάλων ανισοτήτων που εξέτασε ο μπαρμπα-Κάρολος με τον βιομήχανο φίλο του Φρειδερίκο και ήταν η εποχή που οι σοσιαλιστικές ιδέες τους βρήκαν εύφορο έδαφος. Τότε καταγράφηκαν οι πρώτες κατακτήσεις των υποτελών τάξεων, των εργατών, με πρώτο και καλύτερο το οκτάωρο που μας θυμίζει η εξέγερση του Σικάγου την Πρωτομαγιά του 1886, αλλά και ο εξοβελισμός του εφιαλτικού κόσμου του Ντίκενς, της παιδικής εργασίας, στο πυρ το εξώτερο κ.λπ. Οι κεφαλαιούχοι είχαν βρει την κότα με τα χρυσά αυγά στις αποικίες και υπαναχωρώντας σε μερικά αιτήματα του δυναμικού εργατικού κινήματος έδιναν μερικά ψίχουλα. Έτσι οι εργαζόμενοι στις αναπτυγμένες χώρες βρέθηκαν σε καλύτερη θέση συγκριτικά με τους «συναδέλφους» τους στις χώρες που παρήγαγαν τον πλούτο των αυτοκρατοριών: Ασία και Αφρική. Οι χώρες αυτές, ο αποκαλούμενος «Τρίτος Κόσμος», οι αναπτυσσόμενες και υπανάπτυκτες χώρες, καταληστεύονταν. Άρπαζαν τους πόρους τους και την εργατική τους δύναμη οι πλούσιοι που επέκτειναν την παραγωγή στις αναπτυγμένες.
Η δεύτερη παγκοσμιοποίηση
Οι παγκόσμιοι πόλεμοι και ο ψυχρός που ακολούθησε χώρισε τον κόσμο και τις αγορές του σε μπλοκ. Με την πτώση του Τείχους και με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το Ελντοράντο των αγορών εκατομμυρίων πρόθυμων καταναλωτών άνοιξε τις πόρτες του, ενώ και η Κίνα άλλαζε το δόγμα με τις άσπρες και μαύρες τίγρεις. Το κυνήγι του μέγιστου κέρδους μετακόμισε την παραγωγή από τις αναπτυγμένες χώρες προς τις αναπτυσσόμενες· εκεί τα φθηνά εργατικά χέρια μεγιστοποιούσαν τα κέρδη ενώ οι φορολογικοί παράδεισοι τα έκρυβαν αποστερώντας από τις κοινωνίες των αναπτυγμένων χωρών σημαντικά κεφάλαια από τη φορολογία για τη διαιώνιση του κοινωνικού συμβολαίου.
Το νέο μοντέλο είναι η δεύτερη παγκοσμιοποίηση, από τη δεκαετία του 1990 μέχρι και πρόσφατα – το τέλος δεν έχει συμφωνηθεί ακόμη, καθώς ορίζεται είτε από την επιβολή δασμών στα κινεζικά προϊόντα το 2017 στην πρώτη θητεία Τραμπ είτε από την πανδημία ή, πιο συμβολικά, από την έναρξη της δεύτερης και πιο μπρουτάλ θητείας Τραμπ τον χρόνο που διανύουμε.
Σε αυτή την περίοδο η παραγωγή μετακινήθηκε από την Ευρώπη και την Αμερική προς την Ασία. Παράλληλα όμως οι ανισότητες μεταξύ των χωρών αμβλύνθηκαν, καθώς οι αναπτυσσόμενες παράγουν πλέον και μεγεθύνονται, όπως η Κίνα και η Ινδία, η Κορέα και το Βιετνάμ. Αυτό οδηγεί σε βελτίωση της θέσης των εργαζόμενων στις αναπτυσσόμενες χώρες σε σχέση με το παρελθόν –περισσότερο κερδισμένες οι μεσαίες τάξεις– οι οποίοι πλέον προσεγγίζουν τη θέση των συναδέλφων τους στις δυτικές χώρες. Οι τελευταίοι όμως είναι το μεγαλύτερο θύμα των ανισοτήτων: πλέον οι μεγάλες αντιθέσεις μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών, καθώς οι πλούσιοι έγιναν υπερπλούσιοι στις εποχές του υπαρκτού ριγκανισμού, του διαρκούς θατσερισμού και του εφαρμοσμένου μητσοτακισμού. Οι φτωχοί έγιναν πολύ φτωχότεροι, προλεταριοποιήθηκαν και τα μεσαία όχι μόνο τα μικρομεσαία στρώματα. Μην κοιτάτε μόνο την ελληνική κοινωνία. Δείτε τις ΗΠΑ με τον πληθωρισμό, αλλά και με την πλήρη αποβιομηχάνιση, τα εργοστάσια-φαντάσματα στο Ντένβερ, στο Πίτσμπουργκ και αλλού. Αυτή η λευκή εργατική τάξη ψήφισε Τραμπ επειδή η παγκοσμιοποίηση την απογοήτευσε· της έταξαν λαγούς με πετραχήλια και εισέπραξε πόνο και δυστυχία από ανέχεια και ανεργία.
Προς σύγκλιση διεθνώς, αλλά επέκταση των ανισοτήτων στο εσωτερικό
Μέχρι τώρα το θεωρητικό σχήμα εξηγεί πολλά από όσα συμβαίνουν στην εποχή μας, την εποχή των μνημονίων, τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα και τη μετατόπιση των γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ασία (Ειρηνικός, στρατηγική Ομπάμα). Ο Τραμπ ήρθε δεύτερη φορά για να ικανοποιήσει τους ψηφοφόρους του επιβάλλοντας δασμούς στα ξένα προϊόντα για να τονώσει την αμερικανική αγορά, να την κάνει πάλι να παράγει.
Ας δώσουμε τον λόγο στον καθηγητή Μιλάνοβιτς: Όταν μιλάμε για τον νεοφιλελευθερισμό, πρέπει να κάνουμε μια σημαντική αναλυτική διάκριση μεταξύ, αφενός των εσωτερικών πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού, αφετέρου των διεθνών νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Στην πρώτη κατηγορία έχουμε τις γνωστές μας πολιτικές: μείωση φορολογικών συντελεστών, απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις και γενικότερη υποχώρηση του κράτους από την οικονομία. Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τη μείωση δασμών και ποσοτικών περιορισμών, την προώθηση του ελεύθερου εμπορίου γενικά, καθώς και των ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών και της απρόσκοπτης κυκλοφορίας κεφαλαίων, τεχνολογίας, αγαθών και υπηρεσιών.
Μεταξύ των δύο συνταγών που η Δύση είχε για ευαγγέλιο, η Κίνα, ως «απείθαρχη» οικονομία δεν ακολούθησε τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού στο εσωτερικό ενώ ήταν πιστή στο μοντέλο των διεθνών οικονομικών σχέσεών της. Ισχυρή η παρουσία του κράτους στον χρηματοπιστωτικό τομέα και σε βασικούς κλάδους όπως ο χάλυβας, η ενέργεια, η αυτοκινητοβιομηχανία και οι υποδομές γενικότερα, ενώ το κράτος διατήρησε την εξουσία χάραξης πολιτικής θυμίζοντας σε πολλά τη μετεπαναστατική Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) του Λένιν.
Η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία και οι αποστάτες Κινέζοι
Η «ορθόδοξη» στα δύο μοντέλα του νεοφιλελευθερισμού Δύση το καταπατά με αύξηση των δασμών από ΗΠΑ και ΕΕ, τους αυστηρούς περιορισμούς στη μεταφορά τεχνολογίας στην Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν και άλλες «αντίπαλες» χώρες, τη χρήση οικονομικής πίεσης, όπως απαγορεύσεις εισαγωγών και χρηματοπιστωτικές κυρώσεις, αυστηρούς περιορισμούς στη μετανάστευση και, τελικά, βιομηχανικές πολιτικές που συνεπάγονται τη σιωπηρή επιδότηση των εγχώριων παραγωγών. Μπαίνουμε έτσι σε έναν νέο κόσμο με πολιτικές εμπορίου και εξωτερικής οικονομίας που θα είναι ειδικές για κάθε χώρα και περιοχή, απομακρυνόμενες από το καθολικό και διεθνιστικό πνεύμα της παγκοσμιοποίησης και οδηγώντας σε νεομερκαντιλισμό.
Ο Τραμπ ενσαρκώνει σχεδόν τέλεια αυτό το μοντέλο του προστατευτισμού της νέας εποχής. Λατρεύει τον εμπορικό μερκαντιλισμό και βλέπει την εξωτερική οικονομική πολιτική ως εργαλείο για την εξαγωγή όλων των ειδών των παραχωρήσεων, μερικές φορές άσχετες με την ίδια την οικονομία, όπως η απειλή του να επιβάλει δασμούς στη Δανία εάν αρνηθεί να παραχωρήσει τη Γροιλανδία. Ίσως να είναι απλώς φωνασκίες. Ωστόσο δείχνει την άποψη του Τραμπ ότι οι οικονομικές απειλές και η πίεση πρέπει να χρησιμοποιούνται ως πολιτικά εργαλεία. Αυτές οι πολιτικές θα συνεχίσουν να κατακερματίζουν τον παγκόσμιο οικονομικό χώρο. Ο στόχος της Ουάσινγκτον είναι να επιβραδύνει την άνοδο της Κίνας και να μειώσει την ικανότητα του κινεζικού κράτους να αναπτύξει νέες τεχνολογίες που μπορεί να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο για οικονομικούς, αλλά και για στρατιωτικούς σκοπούς.
Από την άλλη όμως το εσωτερικό μέρος του νεοφιλελεύθερου πακέτου που ενισχύει τους υπερπλούσιους και πτωχοποιεί τους ήδη φτωχούς θα ενισχυθεί με τον Τραμπ: θα μειώσει τους φόρους προσωπικού εισοδήματος, θα απορρυθμίσει σχεδόν τα πάντα, θα επιτρέψει μεγαλύτερη εκμετάλλευση φυσικών πόρων και θα πιέσει για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση των κυβερνητικών λειτουργιών. Οι πλούσιες χώρες μοιάζουν να ακολουθούν αυτή την ασυνήθιστη αντιφατική πολιτική θέτοντας το βασικό ερώτημα: Ποιος θα επιβιώσει;