Την εβδομάδα που πέρασε οι BRICS συγκεντρώθηκαν στο Γιοχάνεσμπουργκ ώστε να συζητήσουν την επέκταση των… επιχειρήσεών τους. Η καθεμιά εκ των πέντε πρώτων χωρών-μελών προώθησε την ατζέντα της για την εξωτερική πολιτική, ενώ ο ελέφαντας στο δωμάτιο, ο πόλεμος στην Ουκρανία, απέτρεψε αρκετές χώρες από το να κάνουν το βήμα παραπάνω. Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα της συνόδου αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις αγορές και στα κέντρα αποφάσεων της Δύσης, η οποία δεν βλέπει με καλό μάτι την προσπάθεια απαγκίστρωσης της παγκόσμιας εμπορικής κίνησης από τον έλεγχό της.
Τι αποφάσισαν
Οι ηγέτες των –για την ώρα– πέντε χωρών-μελών των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική) υιοθέτησαν τη Διακήρυξη του Γιοχάνεσμπουργκ, σύμφωνα με την οποία καλούνται να γίνουν μέλη από την 1η Ιανουαρίου 2024 άλλες έξι χώρες: Ιράν, Σαουδική Αραβία, Αιθιοπία, Αργεντινή, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Αίγυπτος. Με μια πρώτη ματιά το σύνολο των χωρών που έχoυν κληθεί να ενταχθούν μοιάζει ετερόκλητο, όμως αυτό το κάλεσμα αντικατοπτρίζει την επιθυμία του μπλοκ να επεκταθεί στον λεγόμενο παγκόσμιο Νότο. Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα είπε ότι μετά την είσοδο των νέων μελών στο μπλοκ οι χώρες των BRICS θα φιλοξενούν στο έδαφός τους το 46% του παγκόσμιου πληθυσμού και θα παράγουν το 37% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Ισως να εκπλήσσει η συνύπαρξη του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας εξαιτίας των αγεφύρωτων θρησκευτικών διαφορών τους, όμως οι δύο χώρες έχουν προχωρήσει σε ουσιαστική αποκατάσταση των διπλωματικών τους σχέσεων από τον περασμένο Μάρτιο υπό την αιγίδα του Πεκίνου, ενώ και στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν παραμέρισαν τα πάθη τους. Αλλωστε στη βάση των κοινών οικονομικών συμφερόντων τους συνέπραξαν στη δημιουργία του οργανισμού των πετρελαιοπαραγωγών κρατών ΟΠΕΚ το 1965.
Επίσης, η Νότια Αφρική είχε αρχικά κάποιες αντιρρήσεις για την είσοδο της Αργεντινής και της Ινδονησίας, μιας και είναι εξαρτημένες από τα κεφάλαια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που θεωρείται φορέας δυτικών αξιών. Η Νότια Αφρική πήρε τις εγγυήσεις που ήθελε για την Αργεντινή και ήρε το άτυπο βέτο της, η Ινδονησία ωστόσο «έστριψε» την τελευταία στιγμή και προτίμησε να μην ενταχτεί στο μπλοκ.
Παρόμοιες ενστάσεις αναμενόταν να εκφραστούν και για την Αίγυπτο που λαμβάνει γενναία χρηματοδότηση από τις ΗΠΑ κάθε χρόνο, όμως το επικοινωνιακό βάρος της ύπαρξης μιας αφρικανικής χώρας στις υπό ένταξη χώρες των BRICS υπερκέρασε τους δισταγμούς. Εντύπωση προκαλεί η πρόσκληση της Αιθιοπίας. Η χώρα βρίσκεται σε εμφύλιο, με τους παρατηρητές να εκτιμούν ότι η είσοδός της οφείλεται στις προοπτικές της ύστερα από μια ενδεχόμενη οικονομική παρέμβαση των BRICS μέσω της Νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας για την ειρήνευση στην περιοχή.
Η διεύρυνση του μπλοκ έχει στόχο τη «διαφήμιση» της ανοδικής τάσης της συμμαχίας, όμως οι χώρες που θέλουν να εισέλθουν κάνουν την Ινδία και τη Βραζιλία να ιδρώνουν, μιας και είναι ισχυρά ευθυγραμμισμένες με το Πεκίνο, διπλωματικά και –κυρίως– οικονομικά. Οι δυτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι αν οι BRICS θέλουν να έχουν οποιοδήποτε αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομική σκηνή, θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις διαλυτικές τάσεις που προκύπτουν από τις εσωτερικές έριδες μεταξύ τους.
Οικονομικές προτάσεις
Οι χώρες της παγκόσμιας περιφέρειας έχουν από καιρό καταγγείλει τον αποκλεισμό τους από τη διαμόρφωση της δομής του παγκόσμιου εμπορίου. Ρωσία και Βραζιλία μάλιστα έχουν ξεκινήσει συζητήσεις για τη λεγόμενη αποδολαριοποίηση του εμπορίου τους.
Η κίνηση αυτή στο οικονομικό επίπεδο στοχεύει στην απεμπόληση της υποχρέωσης να κατέχει κάποια χώρα αποθέματα σε δολάριο για τις εξωτερικές συναλλαγές της, υποχρέωση που ενισχύει την αξία του, ενώ στο πολιτικό επίπεδο αφαιρεί κύρος από τις ΗΠΑ στην παγκόσμια διπλωματική σκακιέρα. Η Ρωσία έχει ήδη συμφωνίες με την Κίνα, στις οποίες πληρώνουν στο εθνικό τους νόμισμα, ενώ η Βραζιλία έχει μπει σε προωθημένες συζητήσεις με την Αργεντινή για τη χρήση κοινού νομίσματος στις συναλλαγές με τις χώρες του Mercosur, της κοινής αγοράς της Λατινικής Αμερικής.
Για τις BRICS Πούτιν και Λούλα είναι οι μεγαλύτεροι οπαδοί της ιδέας ενός κοινού νομίσματος. Σε αυτό το πλαίσιο ανακοινώθηκε η δημιουργία μιας ομάδας εργασίας για να βρεθεί βιώσιμη λύση στα πρακτικά ζητήματα, όπως ποιος θα το εκδίδει, αν θα είναι fiat (δηλαδή δεν θα καλύπτεται από αποθεματικά) ή θα στηρίζεται σε αγαθά, αν θα προκύψει μέσα από ένα «καλάθι νομισμάτων» όπως τα ειδικά «τραβηχτικά» δικαιώματα του ΔΝΤ κ.ο.κ. Ομως η ιστορία των νομισματικών ενώσεων έχει δείξει ότι η ισχυρότερη χώρα επιβάλλει τη νομισματική πολιτική και ορισμένες πτυχές της δημοσιονομικής. Ενα σκληρό νόμισμα για σταθερές τιμές έχει νόημα για τις μεγάλες οικονομίες. Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί μικρότερες οικονομίες να επιθυμούν να συνδέσουν τα συμφέροντά τους με εκείνα της Κίνας, που οικονομικά είναι η κυρίαρχη χώρα.
Από την ομάδα των BRICS, Ρωσία και Βραζιλία είναι οι μεγαλύτεροι οπαδοί της ιδέας ενός κοινού νομίσματος, όμως οι μικρότερες οικονομίες γιατί να θέλουν να συνδέσουν την τύχη τους με ένα σκληρό νόμισμα και τα συμφέροντά τους με εκείνα της Κίνας που είναι οικονομικά κυρίαρχη;