Την ώρα που η παραβατικότητα ανηλίκων χτυπά κόκκινο σε όλες τις ηλικίες και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραπέμπουν σε μια πρωτοφανή αγριότητα, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αντί να αναλάβει τις δικές της τεράστιες ευθύνες, παίρνοντας ουσιαστικά μέτρα στήριξης των παιδιών, των οικογενειών τους και του σχολείου με όλες τις αναγκαίες κρατικές δομές και εξειδικευμένο προσωπικό, επιμένει πάλι να τα ρίχνει στους «κακούς γονείς και εκπαιδευτικούς».
Επικροτώντας προφανώς «τοποθετήσεις» εν είδει προτάσεων, όπως του υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη για τα… χαστούκια του δασκάλου αλλά και της βουλευτή της ΝΔ Κατερίνας Μονογυιού για το… κατηχητικό, επιβάλλει ως δήθεν λύση την αυστηροποίηση των ποινών για τους γονείς. Μένοντας για ακόμη μια φορά πιστή στο δόγμα «νόμος και τάξη».
Το Documento συνομίλησε με ειδικούς και επιβεβαίωσε ότι η παραβατικότητα ανηλίκων θεραπεύεται με την πρόληψη και με την κατανόηση των βαθύτερων αιτιών του φαινομένου. Αλλωστε, η περισσότερη καταστολή θα φέρει και περισσότερη βία.
Δείκτης κοινωνικών ανισοτήτων
Χιλιάδες συζητήσεις έχουν γίνει τις τελευταίες μέρες στα ΜΜΕ για την παραβατικότητα ανηλίκων και για το πώς η οικογένεια και το σχολείο επιδρούν αρνητικά. Κανείς, ωστόσο, δεν κάνει λόγο για τις κοινωνικές ανισότητες, οι οποίες γεννούν, προκαλούν κι ενισχύουν παραβατικές συμπεριφορές. Με αυτό τον τρόπο κρύβονται κάτω από το χαλί οι κυβερνητικές ανεπάρκειες και η απουσία κοινωνικού κράτους.
Η Στέλλα Παπαδάκη, κοινωνιολόγος και υποδιευθύντρια στο 9ο Γυμνάσιο Ηρακλείου, ξεκαθαρίζει στο Documento: «Τις βασικές αιτίες θα πρέπει να τις αναζητήσουμε στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Δεν μπορούμε να μιλάμε συνεχώς για “ενδοσχολική βία” σαν να είναι το σχολείο το πλαίσιο που γεννά τη βία. Η βία παράγεται στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον και απλώς φαίνεται στα επιμέρους ομαδικά πλαίσια. Η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η εντατικοποίηση στον εργασιακό χώρο των γονέων, η αίσθηση ανομίας στην πολιτική ζωή, η αίσθηση ότι η απονομή της δικαιοσύνης είναι μεροληπτική, ότι δεν είναι για όλους αλλά μόνο για τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις, η ανασφάλεια κι ο φόβος λόγω επιδημιών και κλίματος και τέλος η έλλειψη συστηματικής οργανωμένης άσκησης κοινωνικής πολιτικής από την εκάστοτε κυβέρνηση επηρεάζουν τους εφήβους καθοριστικά».
Την ίδια στιγμή, όμως, ο υπουργός Δικαιοσύνης διατυμπανίζει με μεγάλη ευκολία ότι «όσοι γονείς παραμελούν τα παιδιά τους κινδυνεύουν με φυλακή» λησμονώντας πως η παραμέληση αυτή μπορεί να οφείλεται και στον αγώνα επιβίωσης πολλών γονέων.
Ενας ψυχολόγος για 1.000 μαθητές
Σταγόνα στον ωκεανό συνιστά και η παρουσία ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία, οι οποίοι λειτουργούν «πυροσβεστικά» εστιάζοντας στα πιο επείγοντα προβλήματα που χρήζουν άμεσης παρέμβασης κι όχι στην πρόληψη. Στα σχολεία υπάρχει είτε κοινωνικός λειτουργός είτε ψυχολόγος, ενώ έχουν στη διάθεσή τους ο καθένας μόνο έξι διδακτικές ώρες την εβδομάδα, μέσα στις οποίες θα πρέπει να δουν μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς.
Σημειωτέον ότι κάθε ειδικός διορίζεται σε περίπου τέσσερα σχολεία σε κάθε σχολική χρονιά, ενώ δεν λαμβάνει φάκελο με πληροφορίες από τον ψυχολόγο ή τον κοινωνικό λειτουργό της προηγούμενης σχολικής χρονιάς με αποτέλεσμα να κινείται στα τυφλά. Μάλιστα, ένας ειδικός αντιστοιχεί περίπου σε 1.000 μαθητές.
«Κάθε χρόνο προβλέπεται στα δημοτικά να υπάρχει κοινωνικός λειτουργός ή ψυχολόγος ή σε κάποια καθεστώτα να υπάρχουν και οι δύο. Βοηθάει πολύ η παρουσία τους, αλλά είναι αναπληρωτές, οπότε δεν θα είναι από την αρχή της χρονιάς στο πόστο τους και έρχονται στα μισά της χρονιάς. Κάθε χρόνο έρχεται καινούργιος, αλλά δεν προλαβαίνει να δημιουργήσει σταθερή σχέση με τον μαθητή, αφού κάθε χρόνο φεύγει. Επίσης βρίσκονται εκεί μία φορά την εβδομάδα. Και οι κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων υπολειτουργούν λόγω φόρτου από τα πολλά περιστατικά» εκθέτει χαρακτηριστικά στο Documento την πραγματικότητα στα σχολεία ο Γιώργος Γιώτης, διευθυντής στο 11ο Δημοτικό Σχολείο Βύρωνα.
Την κατάσταση επιβεβαιώνει και η Στ. Παπαδάκη: «Στο σχολείο μας υπάρχει ψυχολόγος και κοινωνική λειτουργός μία φορά την εβδομάδα. Δεν φτάνει βέβαια αυτό για τις ανάγκες των εφήβων και της ελληνικής οικογένειας. Σίγουρα παράγεται θετικό αποτέλεσμα αλλά σαν σταγόνα στον ωκεανό των αναγκών. Θα πρέπει το μέτρο αυτό να γίνει σε μόνιμη και καθημερινή βάση σε κάθε σχολείο και να οργανωθεί και να στελεχωθεί ένα πλαίσιο υπηρεσιών στήριξης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και των εφήβων και των οικογενειών τους σε κάθε νομό της χώρας».
Οι εκπαιδευτικοί αγωνιούν για την έλλειψη παιδαγωγικών εργαλείων κι εκφράζουν δυσαρέσκεια για τον φόρτο εργασίας από επιπλέον καθήκοντα τα οποία δεν αντιστοιχούν στις αρμοδιότητες και στην επιστημονική τους ειδίκευση.
Η Βασιλική Παπαϊωάννου, διευθύντρια στο 1ο Γυμνάσιο Βύρωνα, επιβεβαιώνει σχετικά στο Documento: «Το να πας τους γονείς στις κοινωνικές υπηρεσίες ενέχει τρομερούς κινδύνους. Πρόκειται για τη σωματική μας ακεραιότητα. Δεν μας προφυλάσσει ως διευθυντές κι εκπαιδευτικούς. Πάμε να βοηθήσουμε κι είμαστε εκτεθειμένοι στον κίνδυνο. Παράλληλα, πολλές διαταραχές νευρολογικού χαρακτήρα, όπως η ΔΕΠΥ, μπορεί να προκαλέσουν θυμό. Ομως σε αυτές τις περιπτώσεις απαιτούνται ειδικοί εκπαιδευτικοί με εξειδικευμένες γνώσεις. Δεν μπορούμε εμείς της γενικής αγωγής να αναλάβουμε τέτοια περιστατικά. Δεν υπάρχουν τμήματα ένταξης και παράλληλης στήριξης και καλείται ο εκπαιδευτικός να τα αναλάβει όλα. Τα παιδιά αυτά, όταν δεν αντιμετωπίζονται με τον ενδεδειγμένα επιστημονικό τρόπο, μπορεί να νιώσουν θυμό και ο θυμός να οδηγήσει σε παραβατικότητα».
Μεσαιωνικά και τιμωρητικά μέτρα
Για ακόμη μία φορά όμως η κυβέρνηση επιστρατεύει την αλυσιτελή μέθοδο της καταστολής κι όχι της πρόληψης της παραβατικότητας ανηλίκων, αφήνοντας αλώβητες τις ρίζες του διαχρονικού αυτού προβλήματος. Συγκεκριμένα, εξήγγειλε αυστηροποίηση της ποινικής αντιμετώπισης των γονέων, που βρίσκονται αντιμέτωποι με το αδίκημα της παραμέλησης εποπτείας ανηλίκων, με την ποινή να μπορεί να εκτιναχτεί και στα πέντε χρόνια. Ταυτόχρονα προβλέπεται χρηματική ποινή 5.000 ευρώ για τους γονείς που κρίνεται ότι παραμελούν τα παιδιά τους. Ακόμη, κάθε μαχαίρι, σουγιάς ή ρόπαλο θα θεωρείται παράνομη οπλοκατοχή στα χέρια των ανηλίκων και θα υπάρχει τιμωρία, ενώ ένα ακόμη βασικό μέτρο είναι η εφαρμογή «Safe Youth», μέσω της οποίας ο ανήλικος θα ενημερώνει την αστυνομία αν θεωρεί ότι κινδυνεύει. Η κυβέρνηση με τα μέτρα αυτά πατά το μόνο κουμπί που γνωρίζει καλά, αυτό της καταστολής, προαναγγέλλοντας μέτρα άκρατου ποινικού λαϊκισμού.
Η Νάντια Κωνστάντου, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, δηλώνει σχετικά στο Documento: «Οι απόψεις γύρω από την αυστηροποίηση των ποινών για την παραβατικότητα των ανηλίκων είναι αρκετά διφορούμενες. Από τη μια πλευρά, οι υποστηρικτές της αυστηροποίησης πιστεύουν ότι οι πιο σκληρές ποινές θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά και να μειώσουν την παραβατική συμπεριφορά. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η άποψη ότι η αυστηροποίηση των ποινών μπορεί να έχει αντίθετα αποτελέσματα, ειδικά για τους ανηλίκους, οι οποίοι είναι περισσότερο ευάλωτοι σε κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα. Πολλοί ειδικοί, αλλά κι εγώ η ίδια ως νομικός, πιστεύουν ότι το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπιστεί στη ρίζα του, μέσω της πρόληψης, της καλύτερης εκπαίδευσης, της ψυχολογικής υποστήριξης των παιδιών και της ενίσχυσης των οικογενειών. Η αυστηροποίηση των ποινών θα μπορούσε να είναι μια βραχυπρόθεσμη λύση, αλλά η μακροπρόθεσμη προσέγγιση χρειάζεται πολυδιάστατες παρεμβάσεις».
Η Σοφία Βιδάλη, καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μας επισημαίνει: «Η παραβατικότητα δεν λύνεται με την τιμωρία, λύνεται με το παράδειγμα. Στο σχολείο, ένα περιβάλλον ιεραρχικής δομής, θα πρέπει να υπάρχει εμπιστοσύνη από την πλευρά του μαθητή και να νιώσει ασφάλεια όταν απευθυνθεί στον δάσκαλο. Πριν από την τιμωρία προηγείται η πρόληψη. Αν δεν ασχοληθούμε με τη σχολική κοινότητα, η παραβατικότητα δεν μπορεί να ανασταλεί. Η κυβέρνηση δεν θέλει να παρέμβει στις ουσιαστικές συνθήκες που προκαλούν την παραβατικότητα, δηλαδή στα πρότυπα που καλλιεργούνται, στις συνθήκες ανισότητας στη σχολική μονάδα, στον τρόπο “γραφειοκρατικοποίησης” της σχολικής εκπαίδευσης, στην έλλειψη προσωπικού. Είναι πολλά αυτά που δεν κάνει η κυβέρνηση. Θα καταγγείλουμε. Και; Εδώ έχουμε να κάνουμε με τους γονείς, την κοινωνική υπηρεσία στο σχολείο και τον δήμο. Πού είναι όλα αυτά;».
Τον σκοταδισμό της κυβέρνησης αντανακλούν και οι πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Δικαιοσύνης Γ. Φλωρίδη, ο οποίος ανέφερε προκλητικά: «Παιδιά που μεγαλώνουν σε μη αυταρχική εκπαίδευση δεν θα γίνουν καλοί γονείς ή όσα γίνουν δάσκαλοι δεν θα γίνουν καλοί δάσκαλοι». Μάλιστα συνέχισε… ακάθεκτος αναφέροντας ως παράδειγμα προς μίμηση κι ένα προσωπικό του βίωμα: «Αν ο δάσκαλος μου έριχνε ένα χαστούκι, ο πατέρας μου μου έριχνε άλλα δέκα, γιατί έλεγε πως για να με χτυπήσει ο δάσκαλος κάτι κακό θα είχα κάνει».
Στόχος η πρόληψη, όχι η αυστηροποίηση
Οι εκπαιδευτικοί τονίζουν ότι η αυστηροποίηση ποινών δεν αποτελεί λύση. Τα παιδιά με παραβατική συμπεριφορά έχουν ανάγκη από ένα ισχυρό δίχτυ προστασίας. Η λύση βρίσκεται στην πρόληψη και είναι αδήριτη ανάγκη η καθημερινή και συνεχής παρουσία ειδικών ψυχικής υγείας στο σχολικό περιβάλλον, ώστε ο ανήλικος να σφυρηλατήσει μια ουσιαστική σχέση εμπιστοσύνης και σταδιακά να μπορέσει να γιατρέψει τη θλίψη, τη ματαίωση και τον θυμό του.
Ο Γ. Γιώτης αναφέρει επί τούτου: «Η οικογένεια διαλύεται, το σχολείο παραγκωνίζεται από την πολιτεία. Οταν λέμε ότι αυτό που λείπει από το σχολείο είναι ο ποινικός κώδικας τότε το εκπαιδευτικό έργο λοιδορείται. Χρειάζονται μέτρα αλλά όχι στην κατεύθυνση ενός αστυνομικού κράτους, γιατί ακούμε για την ανάγκη πιο αυστηρού πλαισίου. Το νομικό πλαίσιο πρέπει να είναι σταθερό για να διασφαλίζονται η πειθαρχία και η σωστή λειτουργία, αλλά να είναι και ανθρώπινο, δηλαδή με ειδικούς κοντά στο σχολείο και το σχολείο κοντά στους γονείς. Να υπάρχουν δομές που να καλύπτουν και να στηρίζουν την οικογένεια. Οταν ένα παιδί έχει άνεργους γονείς και η κατάσταση είναι προβληματική εκεί θα πρέπει να επιληφθεί του θέματος η κοινωνική υπηρεσία και όχι το παιδάκι να το τιμωρούμε».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται μιλώντας και η Στ. Παπαδάκη, η οποία επισημαίνει: «Συνέπειες για τις πράξεις ενός εφήβου χρειάζονται, αλλά από μόνη της η αυστηροποίηση των μέτρων δεν θα φέρει αποτέλεσμα. Οι εκδηλώσεις βίας με πρωταγωνιστές εφήβους δεν θα σταματήσουν επειδή η κοινωνία θα τους δείξει πιο αυστηρό πρόσωπο. Οταν η κοινωνία αποκτήσει πιο ανθρώπινο και λιγότερο επιθετικό πρόσωπο προς τους πολίτες της γενικά τότε κι ο νέος άνθρωπος θα νοιαστεί για το μέλλον του και θα χαρεί την ηλικία του».
Διαβάστε επίσης:
Το Ισραήλ σφυροκοπά τον Λίβανο – Τουλάχιστον 10 νεκροί και 15 τραυματίες
Βουλιαγμένη: Εμπρησμός σε γνωστό εστιατόριο – Βρέθηκαν μπουκάλια με εύφλεκτο υλικό
Mε σεβασμό στον Θανάση Καρτερό