Οι απολίτικες ιαχές και η Αριστερά

Οταν ο Τσίπρας παραιτήθηκε άφησε µια βαριά παρακαταθήκη στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και ιδίως στα πρωτοκλασάτα: να σταµατήσουν τη διαδικασιολογία και να µιλήσουν επί της ουσίας, πολιτικά. Και αυτό σήµαινε να κατορθώσουν να συνοµιλήσουν, να διαβουλευτούν, να εκπονήσουν την τακτική που θα τους επιτρέψει να είναι ουσιαστική αντιπολίτευση και να συγκροτήσουν τον κοµµατικό µηχανισµό και το ευρύτερο δίκτυο που µπορούν να αντιµετωπίσουν τον θηριώδη συστηµικό µηχανισµό της «Μητσοτάκης ΑΕ».

∆εν ήταν εύκολο κάτι τέτοιο. Γιατί το στελεχικό απαράτ του ΣΥΡΙΖΑ ήταν βολεµένο να περιµένει τις «πρωτοβουλίες του Τσίπρα» και µετά να καθορίζει τη… διαδικασία που αυτές θα συζητούνταν επ’ αόριστον, παράγοντας αρκετό θόρυβο και ελάχιστη ουσία. Και αυτό οδηγούσε σε συνεχείς επικοινωνιακές
πρωτοβουλίες που δεν παρήγαγαν πολιτικά αποτελέσµατα.

Πίσω από τις διατυπώσεις για τάσεις και δηµιουργική συζήτηση δεν κρύβονταν ο σεβασµός των προσώπων και της γνώµης αλλά το άθροισµα αµέτρητων «εγώ» που δηλωνόταν ως… «εµείς».

Και αφού έτσι «λειτουργούσε» το κόµµα, έτσι λειτούργησαν και οι συνεργαζόµενοι, προσθέτοντας τα δικά τους «προοδευτικά και συµµαχικά εγώ» στα «κοµµατικά εγώ»! Και κάπως έτσι, στο όνοµα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της… προόδου, απορρίφτηκε η πρόταση για συνέδριο και επιλέχτηκε η άµεση εκλογή ηγέτη ως πανάκεια. Μετά, όταν αντιλήφτηκαν ότι η λύση ήταν αυτή που είχαν… απορρίψει, ήταν αργά. Και προφανώς οι πολεµικές κινήσεις που αντικατέστησαν τις πολιτικές βάθυναν το πρόβληµα και ενίσχυσαν τις φυγόκεντρες τάσεις.

Η όψιµη πρωτοβουλία Τσίπρα για να χαµηλώσουν οι τόνοι ίσως έρχεται µε πολύ µεγάλη καθυστέρηση για να είναι ωφέλιµη. Σε κάθε περίπτωση, όµως, θυµίζει στους εµπλεκόµενους ότι οι πολιτικές λύσεις προϋποθέτουν διάλογο και συνεννόηση.

Οχι διαδικασιολογία, βαριδολογία και ιαχές.