Οι καθαρίστριες των νοσοκομείων κινδυνεύουν το ίδιο με το υγειονομικό προσωπικό αλλά καλούνται να δουλέψουν χωρίς μέτρα ασφαλείας και για 400 ευρώ
Χωρίς αυτές η μεγάλη μάχη που δίνει το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων της χώρας θα ήταν εξαρχής χαμένη. Αεικίνητες, οι καθαρίστριες τριγυρίζουν στους διαδρόμους των νοσοκομείων με μια σφουγγαρίστρα, ένα πανί ή μια αραιωμένη χλωρίνη, συχνά αόρατες τόσο στο ανθρώπινο μάτι όσο και στον δημόσιο λόγο. Μια από τις σπάνιες φορές που κάποια από αυτές έγινε… ορατή ήταν στην περίπτωση της καθαρίστριας Δήμητρας Τσιαντάκη, που της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δέκα ετών –αναιρέθηκε στον Αρειο Πάγο– για πλαστογράφηση του απολυτηρίου του δημοτικού. Το κράτος επιδεικνύει πιο εύκολα τη σκληρότητά του σε αυτές που παλεύουν κάθε ημέρα όλη τους τη ζωή για 400 ευρώ.
Οι καθαρίστριες, που έχουν επιστρατευτεί κι αυτές στον αγώνα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, δεν έχουν τα όπλα για να πολεμήσουν. Σε νοσοκομεία αναφοράς, όπως στο Σωτηρία, η κατάσταση είναι τόσο χαοτική που όλα τα ακάθαρτα συγκεντρώνονται στο μπάνιο των ΑμεΑ γιατί δεν υπάρχει αλλού χώρος. Οπως εξιστορούν σήμερα στο Documento, σε αρκετές περιπτώσεις δεν έχουν ούτε γάντια να φορέσουν και τα αγοράζουν μόνες τους. Οι πιο… τυχερές μπορεί να έχουν κάποια στοιχειώδη μέσα ατομικής προφύλαξης, τα οποία όμως δίνονται από το νοσοκομείο και όχι από τους εργολάβους. Τους εργολάβους εκείνους που τις εκμεταλλεύονται τόσα χρόνια ασύδοτα και τώρα τις αφήνουν έκθετες στον ιό. Κι αν κάποια από αυτές αντιδράσει, ζητήσει καλύτερες συνθήκες εργασίας και μονιμότητα αντί για δίμηνες συμβάσεις, απολύεται. Ή στη χειρότερη περίπτωση δέχεται δολοφονική επίθεση, όπως η Κωνσταντίνα Κούνεβα. Γιατί όπως αναφέρει στο Documento μια από τις καθαρίστριες που μας έκαναν την τιμή να μας μιλήσουν: «Εμάς δεν μας ακούει κανείς».
Τζένη Σαμοΐλη: «Δώσαμε την ψυχή μας αλλά δεν αναγνωρίζεται η δουλειά μας»
«Τον Μάιο λήγει η σύμβασή μας. Δεν έχουμε καμία ενημέρωση τι θα γίνει. Εχουμε κάνει έναν διαγωνισμό ΑΣΕΠ, στον οποίο θέλουμε κι άλλα άτομα γιατί είμαστε ελλιπείς. Τέσσερα χρόνια οι κυβερνήσεις λένε ότι θα εξετάσουν το θέμα αλλά δεν γίνεται τίποτε» ανέφερε στο Documento η Τζένη Σαμοΐλη, καθαρίστρια επί 13 χρόνια στο Δρομοκαΐτειο, για να συνεχίσει: «Είμαστε συνολικά 27 καθαρίστριες. Δουλεύουμε με σπαστό ωράριο, δουλεύουμε παραπάνω λόγω ελλείψεως προσωπικού. Λόγω κορονοϊού τα νοσοκομεία εφοδιάζονται με νοσηλευτικό προσωπικό – και σωστά– αλλά η καθαρίστρια παλεύει σε συνθήκες ακόμη χειρότερες από πριν ώστε να είναι οι χώροι υγείας καθαροί». Τα απαιτούμενα μέσα ατομικής προστασίας είναι σχεδόν ανύπαρκτα: «Τις μάσκες τις ράβει μόνο του το προσωπικό που ράβει τις ρόμπες.
Αυτό το πανί δεν φοριέται. Σκας και δεν νομίζω ότι σε προφυλάσσει. Εχουμε ελλείψεις στα αντισηπτικά. Προσπαθούμε να αγοράσουμε –αν βρούμε– μάσκα και αντισηπτικό. Δεν δουλεύουμε με στολή αλλά με τα ρούχα μας. Αγοράζω μόνη μου γάντια. Εγώ πώς θα δουλέψω σε έναν τέτοιο χώρο; Δεν είμαστε εμείς παραϊατρικό προσωπικό; Αν δεν μπω εγώ μέσα, πώς θα μπουν ο γιατρός και ο νοσηλευτής; Πού θα πατήσουν; Αισθάνομαι απογοήτευση. Εκεί μέσα έχουμε δώσει την ψυχή μας και δεν βλέπω ανταπόκριση. Τόσα χρόνια εδώ μέσα νιώθουμε το νοσοκομείο σαν το σπίτι μας. Γνωρίζουμε τις αντιδράσεις των ανθρώπων και τι πρέπει να κάνουμε. Τώρα με τον κορονοϊό να αφήσουμε τους ανθρώπους έτσι; Δεν είναι τίποτε θεωρώ να μας κάνουν αορίστου χρόνου. Είναι η δουλειά μας, το ψωμί μας. Δεν ζητάμε δανεικά. Να αναγνωριστεί η δουλειά μας ζητάμε» καταλήγει η κ. Σαμοΐλη.
Σ.Μ: «Είμαστε το τελευταίο σκαλί»
«Εχουμε υπογράψει δύο φορές σύμβαση ενός χρόνου, τώρα βρισκόμαστε στην παράταση του δεύτερου χρόνου. Εχουμε κάνει αιτήσεις για έναν χρόνο και τώρα μας λένε ότι θα υπογράψουμε σύμβαση μέχρι τέλος του 2020» ανέφερε στο Documento καθαρίστρια στον Ευαγγελισμό, τα στοιχεία της οποίας είναι στη διάθεση της εφημερίδας. «Δουλεύουμε εξάωρο και παίρνουμε 561 ευρώ. Ο μισθός είναι 400 ευρώ, συν 150 ευρώ τα ανθυγιεινά. Αν τα κόψει, μένουμε με 400 ευρώ. Ποιος θα έρθει να δουλέψει;» σημειώνει. Η δουλειά όμως «δεν βγαίνει με έξι ώρες. Οι μισές έχουν παραιτηθεί, έχουμε γίνει λάστιχο. Δεν μπορούμε άλλο. Καμία δεν θα έρθει για έξι μήνες εξάωρο μέσα στον κορονοϊό. Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. Τώρα η δουλειά είναι περισσότερη και είμαστε σχεδόν τα μισά άτομα. Μας έκαναν εκπαίδευση για τον κορονοϊό πάρα πολύ αργά. Εμείς μαθαίναμε τι έπρεπε να κάνουμε από τα αντίστοιχα τμήματα και τους γιατρούς, ενώ κανονικά ήταν υποχρεωμένοι να μας ενημερώσουν. Ερχόμαστε σε επαφή με τον ασθενή και εγώ ας πούμε ανήκω στις ευπαθείς ομάδες. Εξοπλισμό μας δίνουν με παρακάλια. Πολλές κοπέλες αγοράζουν μάσκες απέξω, από τη λαϊκή ή από φαρμακεία. Είμαστε το τελευταίο σκαλί. Μπορεί να κολλήσουμε ανά πάσα στιγμή. Οταν ήμασταν με συνεργείο το νοσοκομείο έδινε 4,5 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, τώρα δίνουν 2.200.000 ευρώ. Μας κορόιδεψαν και συνεχίζουν να μας κοροϊδεύουν. Ο διοικητής δεν μας δέχεται και μας κλείδωσε την αίθουσα όπου θα μιλούσαμε με το σωματείο, λες και είμαστε σε δικτατορία» καταγγέλλει.
Α.Π: «Η εκμετάλλευση και η καταπίεση διαιωνίζονται»
«Επειδή δεν είμαστε νοσοκομείο αναφοράς τα τμήματα δουλεύουν με πολύ λιγότερους εργαζόμενους, προκειμένου να περιοριστούν οι μετακινήσεις εντός του νοσοκομείου, οπότε είμαστε κάπως ήσυχα. Εχουμε μάσκες, γάντια και καθαριστικά, που μας τα παρέχει το νοσοκομείο και όχι ο εργολάβος» ανέφερε στο Documento καθαρίστρια από το ΚΑΤ που δεν θέλησε να δημοσιοποιήσει τα στοιχεία της, τα οποία βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας. Μπορεί η κατάσταση στο ΚΑΤ αναφορικά με ζητήματα ασφαλείας «να είναι εντάξει αυτό τον καιρό, όμως τα χρόνια προβλήματά μας είναι άλλα και θα παραμείνουν όταν περάσει και αυτή η κρίση. Οπως ότι είμαστε ωρομίσθιες, με 2,80 ευρώ την ώρα. Η σύμβαση που έχουμε με τον εργολάβο είναι επτάωρη πενθήμερη, τις δύο ημέρες ρεπό δεν τις πληρωνόμαστε, οπότε δουλεύουμε για 400 ευρώ. Η άδεια δεν δίνεται ολόκληρη ούτε πληρώνεται κανονικά. Το καλοκαίρι μαλλιοτραβιόμαστε για μία εβδομάδα άδεια. Τα δώρα του Πάσχα και των Χριστουγέννων είναι πετσοκομμένα, κόβει μια ταρίφα ανάλογα με τους μήνες που έχει η καθεμία στη δουλειά. Μας βάζουν λιγότερα ένσημα. Κι όλα αυτά με την ανοχή των καθαριστριών γιατί φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους. Οι καθαρίστριες άλλωστε είναι συνήθως άτομα μεγάλης ηλικίας ή όχι πολύ μορφωμένα που δύσκολα θα βρουν δουλειά και φυσικά με μεγάλες ανάγκες όπως όλος ο κόσμος. Κι έτσι αυτή η κατάσταση εκμετάλλευσης και καταπίεσης διαιωνίζεται» μας είπε. «Δουλεύουμε μέσα σε ασθενείς και μικρόβια. Κάποτε καθάριζα τουαλέτες χωρίς χλωρίνη. Με μεγάλη εντατικοποίηση. Θυμώνω όμως γιατί δεν υπάρχει ομοψυχία μεταξύ μας. Μας είχαν εκβιάσει ότι αν δεν βάλουμε πλάτη, δεν θα πάρουμε λεφτά που μας χρωστούσαν. Οταν τόλμησα να μιλήσω με απέλυσαν. Με το σωματείο εργαζομένων του νοσοκομείου και το συνδικάτο των καθαριστριών φέραμε τον κόσμο πάνω κάτω και ανακλήθηκε η απόλυση γιατί ήταν εκδικητική και άδικη. Δεν είμαστε και σκλάβοι. Σε λίγο θα μας έχουν με αλυσίδα» καταλήγει.
Β.Α: «Δεν σε υπολογίζουν όταν δουλεύεις σε τέτοιες συνθήκες»
«Η δουλειά αυτές τις ημέρες έχει αυξηθεί, όπως είναι λογικό, γιατί στις κλινικές κορονοϊού απαιτείται ιδιαίτερη μεταχείριση στην καθαριότητα» ανέφερε στο Documento καθαρίστρια στο νοσοκομείο Αττικόν που δεν θέλησε να αποκαλύψει τα στοιχεία της, που βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας. «Χρειάζεται πιο μεγάλη προσοχή για να μη μεταφέρονται μικρόβια, γεγονός που σου τρώει περισσότερο χρόνο, αφού είναι ειδικός τρόπος δουλειάς. Συν το άγχος και η πίεση που έχουμε. Αγχώνεσαι όταν δουλεύεις μέσα σε τέτοια περιστατικά. Γι’ αυτό χρειάζεται και δεύτερη καθαρίστρια σε κάθε κλινική, αλλά δυστυχώς υπάρχει μόνο μία. Το κέρδος όμως είναι πάνω απ’ όλα, πώς να γίνει τώρα;» καταλήγει. Οι περίπου 100 καθαρίστριες στο Αττικόν εργάζονται διαχρονικά σε τραγικές συνθήκες: «Ο εργολάβος μάς έχει με μηνιαία σύμβαση που ανανεώνεται. Γι’ αυτό η θέση μας είναι “σταθερή και μόνιμη δουλειά” και όχι να μας τρώει η αβεβαιότητα. Ετσι ούτε δικαιώματα αποκτάς ούτε τίποτε. Δεν σε υπολογίζουν όταν δουλεύεις σε τέτοιες συνθήκες» μας εξηγεί. Σχετικά με το πώς βιώνει αυτή την περίοδο, η Β.Α. σχολίασε πως «υπάρχει κίνδυνος να κολλήσεις τον ιό, γι’ αυτό και ζητάμε περισσότερα μέσα προστασίας. Εχουμε στολή, γάντια και μάσκες, αλλά υπάρχει έλλειψη αυτών των υλικών σε όλα τα νοσοκομεία. Τις προάλλες οι νοσηλεύτριες πάλευαν για ώρα μέχρι να βρουν μάσκες να φορέσουν».
Ελευθερία Γαϊτανίδου: «Κανείς δεν δίνει σημασία στις καθαρίστριες»
«Οι συναδέλφισσες στα δημόσια νοσοκομεία λένε ότι ειδικά τώρα, λόγω του κορονοϊού, υπάρχει μεγάλη εντατικοποίηση. Είναι δύσκολο να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Είναι στην πρώτη γραμμή και πρέπει να έχουν όλα τα κατάλληλα μέσα προστασίας, όμως οι συνθήκες είναι ακόμη πιο δύσκολες τώρα για όλες τις καθαρίστριες» ανέφερε στο Documento η Ελευθερία Γαϊτανίδου, πρόεδρος στο Σωματείο Καθαριστριών και Φυλάκων Κεντρικής Μακεδονίας. «Κλείσανε τα μαγαζιά, οι υπάλληλοι θα πάρουν το βοήθημα των 800 ευρώ, όμως οι καθαρίστριες που είναι σε συνεργείο δεν θα το πάρουν. Τις αναγκάζουν να παραιτηθούν ή τις βγάζουν σε άδεια άνευ αποδοχών. Οι καθαρίστριες είναι τελευταίες, κανείς δεν τους δίνει σημασία. Σε πολλές περιπτώσεις αυτή την περίοδο οι εργολάβοι ανάγκασαν πολλές συναδέλφισσες να υποβάλουν παραίτηση, λέγοντάς τους ότι αν είναι καλά παιδιά, είναι οι πρώτες που θα ξαναπάρουν» επισημαίνει η κ. Γαϊτανίδου. Οι συνθήκες όμως ήταν ήδη άσχημες: «Ανανεώνουν τις συμβάσεις συνέχεια για δύο με τέσσερις μήνες. Ακόμη και οι καθαρίστριες που δουλεύουν δεκαπέντε χρόνια στα νοσοκομεία έχουν δίμηνη σύμβαση. Αρκετές φορές ο εργολάβος μάς εξαναγκάζει εξαρχής να μπούμε στη διαδικασία υπογραφής δίμηνης σύμβασης. Πολλές κοπέλες λόγω φόβου δέχονται. Κι έτσι είναι με τον κατώτατο μισθό, δεν υπολογίζονται ούτε οι τριετίες, δεν δικαιούνται τίποτε και ανά πάσα στιγμή μπορούν να τις διώξουν. Οπως και κάνουν» καταγγέλλει στο Documento. Η ίδια εργαζόταν στο Ιπποκράτειο για δέκα χρόνια και σημειώνει: «Στις μισές καθαρίστριες δεν έχουν ανανεώσει τη σύμβαση. Προτιμάνε καθαρίστριες μικρότερης ηλικίας αλλά κι αυτές τις έχουν με τους ίδιους όρους. Η τσιγκουνιά του εργολάβου φαίνεται παντού, όπως στη χορήγηση των κατάλληλων υλικών. Και φυσικά πολλή εντατικοποίηση. Σκοτώνεται στη δουλειά μια καθαρίστρια και αυτό ούτε αναγνωρίζεται ούτε φαίνεται, γιατί είναι δηλωμένη ότι εργάζεται λιγότερες ώρες από τις πραγματικές».
Λίτσα Λόντου: «Η χλωρίνη δεν μυρίζει χλωρίνη»
«Γενικότερα, αλλά και ειδικότερα αυτό το διάστημα, οι εργαζόμενες είμαστε χωρίς μέσα ατομικής προστασίας: χωρίς γάντια, χωρίς μάσκες, χωρίς κάποια στολή και παράλληλα με εντατικοποίηση της εργασίας» δήλωσε στο Documento η Λίτσα Λόντου, πρόεδρος του Συνδικάτου Καθαριστριών Αττικής και Περιχώρων, καθαρίστρια στο μετρό, και συνεχίζει: «Εγώ είμαι μια από τις τυχερές περιπτώσεις επειδή είμαι σε εταιρεία που πληρωνόμαστε. Το σύνηθες είναι ότι αυτές οι εταιρείες πληρώνουν εάν και όποτε. Δεν υπάρχει σταθερή σχέση εργασίας. Η εταιρεία στην οποία εργάζομαι παίρνει κοπέλες που τις χρησιμοποιεί για έναν μήνα και μετά τις διώχνει. Αυτό είναι το εργασιακό περιβάλλον». Σχετικά με τις συνθήκες εργασίας εν μέσω της πανδημικής κρίσης η περιγραφή της κ. Λόντου είναι ενδεικτική: «Δεν έχουμε καθαριστικά για να κάνουμε τη δουλειά μας ή αυτά που έχουμε είναι πλήρως αραιωμένα. Η χλωρίνη δεν μυρίζει χλωρίνη, δεν έχουμε κάποιο ειδικό απολυμαντικό. Μπορεί ο κόσμος στις συγκοινωνίες να μειώθηκε, αλλά για εμάς η δουλειά είναι αυξημένη γιατί αυτό που έκανες με απλό τρόπο τώρα το κάνεις πιο εντατικά, με τα μέσα που υπάρχουν. Το τίποτε δηλαδή».
Φανή Τζούμα: «Δεν μας ακούει κανείς»
«Σε κάποιους δήμους έχουν επιτάξει συναδέλφους σχολικούς καθαριστές. Εμάς που δεν μας επέταξαν ακόμη είμαστε κανονικά στα σχολεία. Δυστυχώς, ελάχιστοι δήμοι έχουν δώσει τα απαραίτητα μέσα ατομικής προστασίας. Αγοράζουμε γάντια μόνες μας. Δεν υπάρχουν ούτε μάσκες ούτε παπούτσια ασφαλείας ούτε αδιάβροχα» ανέφερε στο Documento η πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων στην Καθαριότητα Βορείου Ελλάδας «Τα καθαρά γάντια» Φανή Τζούμα. Οπως εξηγεί: «Τους συναδέλφους που επέταξαν τους πήγαν σε δομές του δήμου, όπως κτίρια ΚΑΠΗ και δημοτικά ιατρεία. Σε μια συνάδελφο έδωσαν γάντια κηπουρικής και μάσκα. Αυτά ήταν τα μέτρα προστασίας. Επειδή είμαστε συμβασιούχοι έργου πληρωνόμαστε ανά αίθουσα, δηλαδή δεν έχουμε ωράριο ή καθηκοντολόγιο. Δεν άλλαξαν τη σύμβαση όμως στους συναδέλφους που επέταξαν. Τους έβαλαν να δουλεύουν τέσσερις ώρες χωρίς να ανέβει ο μισθός. Μια κοπέλα που δουλεύει σε νηπιαγωγείο στον Δήμο Θεσσαλονίκης και παίρνει 120 ευρώ την έβαλαν να δουλεύει τετράωρο και πάλι για 120 ευρώ. Δεν μπορούμε να πάρουμε την άδεια ειδικού σκοπού γιατί η σύμβασή μας λέει ότι δεν δικαιούμαστε άδεια ασθενείας. Ετσι, πολλοί συνάδελφοι με καρδιοπάθειες, σακχαρώδη διαβήτη, άσθμα και άλλα νοσήματα βρίσκονται σε δομές του δήμου και σχολεία». «Δυστυχώς, δεν μας ακούει κανείς τόσα χρόνια. Είμαστε 9.500 πανελλαδικά. Ουδέποτε το κράτος μερίμνησε για την εκπαίδευση των σχολικών καθαριστριών. Δίνουμε καθημερινά αγώνα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Πάντα αντιμετωπίζουμε ιώσεις. Το κράτος θα έπρεπε να χορηγεί αυτά τα μέσα ατομικής προστασίας όχι μόνο τώρα, αλλά εδώ και χρόνια που τα διεκδικούμε. Διεκδικούμε εδώ και χρόνια πιστοποίηση επαγγέλματος και δεν τη δίνουν. Ετσι όμως δεν εξασφαλίζουμε την εργασία μας σε περίπτωση που οι δήμοι βγάλουν κάποιο ΑΣΕΠ» καταλήγει.
Γιάννα Σαρρή: «Τώρα οι ελλείψεις φαίνονται περισσότερο»
«Στις καθαρίστριες δεν δίνονται μέσα ατομικής προστασίας από τους εργολάβους καθαριότητας αλλά από τα νοσοκομεία, τα οποία τους παρέχουν όσα υλικά μπορούν. Η προστασία των καθαριστριών όμως θα έπρεπε να είναι ευθύνη του εργολάβου» επισήμανε στο Documento η Γιάννα Σαρρή, αναπληρώτρια πρόεδρος του Συνδικάτου Καθαριστριών Αττικής και Περιχώρων. «Οι καθαρίστριες είναι πάντα κακοπληρωμένες. Κάποιες έχουν να πληρωθούν τέσσερις μήνες. Το προσωπικό είναι πάντα ελλιπές και του εργολάβου δεν του μιλάει κανείς. Και τώρα αυτές οι ελλείψεις, λόγω του κορονοϊού, φαίνονται ακόμη παραπάνω. Κι αυτές που την πληρώνουν είναι οι καθαρίστριες. Δεν τολμούν να αντιδράσουν, όμως, γιατί απειλούνται με απόλυση. Σε πολλές περιπτώσεις άλλωστε απολύονται» επισημαίνει.
Κωνσταντίνα Κούνεβα: «Να μη φοβούνται να μιλήσουν»
Το δικό της μήνυμα στέλνει στους καθαριστές και στις καθαρίστριες νοσοκομείων η Κωνσταντίνα Κούνεβα, τονίζοντας ότι δεν πρέπει να πάψουν να διεκδικούν το δικαίωμά τους στην εργασία και την προστασία από τον κορονοϊό: «Οι καθαριστές και οι καθαρίστριες των νοσοκομείων έχουν λιγότερη προστασία απ’ ό,τι έχει το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, ενώ δεν κινδυνεύουν λιγότερο. Το κράτος και οι διοικήσεις των νοσοκομείων οφείλουν να τους προστατεύσουν και να τους εκπαιδεύσουν σχετικά με τον κορονοϊό. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μέσα στα νοσοκομεία, είναι επικίνδυνες οι συνθήκες στις οποίες δουλεύουν τόσο για τους ίδιους όσο και για την υπόλοιπη κοινωνία. Αν οι ίδιοι είναι πλήρως ενημερωμένοι και προστατευμένοι από τον ιό και κάνουν καλά τη δουλειά τους, χωρίς άγχος, θα είναι σε θέση να προστατεύσουν τον εαυτό τους και την ίδια την κοινωνία, αποφεύγοντας τη διασπορά μέσω των μετακινήσεών τους. Να μη φοβούνται να μιλήσουν. Οσο πιο πολύ μιλάνε και διεκδικούν τόσο προστατεύουν τον εαυτό τους, την οικογένειά τους και όλο τον κόσμο, γιατί υπάρχει κοινωνική ευθύνη αλλά υπάρχει και κρατική. Και το κράτος και οι διοικήσεις των νοσοκομείων έχουν ευθύνη να τους προστατεύσουν».