Όσοι αγαπούν τη σαμπάνια και τους άλλους γαλλικούς αφρώδεις οίνους θα πρέπει να αναμένουν σημαντική αύξηση στην τιμή τους, εάν οι ΗΠΑ υλοποιήσουν την απειλή τους να επιβάλουν δασμούς 100% σε γαλλικά προϊόντα στο πλαίσιο της διαμάχης για τον φόρο ψηφιακών υπηρεσιών που σχεδιάζει να θέσει σε εφαρμογή το Παρίσι.
Ένα μπουκάλι Moet & Chandon Grand Vintage αξίας 70 δολαρίων μπορεί να φθάσει τα 130 δολάρια, για παράδειγμα, δήλωσε ο Ντέιβιντ Πάρκερ, διευθύνων σύμβουλος της Benchmark Wine Group, της μεγαλύτερης αμερικανικής εταιρίας που προμηθεύει εκλεκτούς και σπάνιους οίνους σε εταιρίες λιανικού εμπορίου.
Η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο ότι ίσως επιβάλει δασμούς έως 100% σε εισαγωγές ύψους 2,4 δισεκ. δολαρίων από τη Γαλλία, που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη σαμπάνια, τσάντες και τυριά, με αφορμή τον γαλλικό φόρο που η Ουάσινγκτον θεωρεί ότι θα πλήξει τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρίες.
Η κυβέρνηση του Τραμπ έχει ήδη επιβάλει δασμούς 25% σε πολλά μη αφρώδη ευρωπαϊκά κρασιά τον Οκτώβριο σε μια διαμάχη με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις επιδοτήσεις στην αεροπορική βιομηχανία. Αυτή τη στιγμή εξετάζει εάν θα αυξήσει τους εν λόγω δασμούς και εάν θα διευρύνει τη λίστα των προϊόντων που επηρεάζονται από αυτούς.
Η Ουάσινγκτον δεν έχει δώσει συγκεκριμένη ημερομηνία για τους προτεινόμενους δασμούς, αλλά οι δύο χώρες έχουν ορίσει προθεσμία δύο εβδομάδων για να προσπαθήσουν να επιλύσουν τη φορολογική διαμάχη πριν από τη συνάντηση αξιωματούχων στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός της Ελβετίας στα τέλη Ιανουαρίου.
Ενώ ο κλάδος έχει σε μεγάλο βαθμό αφομοιώσει το κόστος από τους δασμούς 25% που επιβλήθηκαν τον Οκτώβριο, δεν θα είναι σε θέση να το κάνει εάν οι δασμοί αυξηθούν στο 100%, σύμφωνα με στελέχη της βιομηχανίας.
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για το Εμπόριο Φιλ Χόγκαν θα προσπαθήσει να επιλύσει αυτά τα ζητήματα μαζί με τον Αμερικανό αντιπρόσωπο για το εμπόριο (USTR) Ρόμπερτ Λαϊτχάιζερ, όταν επισκεφθεί την Ουάσινγκτον αυτή την εβδομάδα.
Εάν αποτύχουν αυτές οι προσπάθειες, το γραφείο του USTR μπορεί να ανακοινώσει μια νέα λίστα προϊόντων που θα βρεθούν αντιμέτωπα με δασμούς έως τα τέλη Ιανουαρίου, δήλωσε ο Γουόρεν Μαρουγιάμα, εταίρος στην Hogan Lovells και πρώην γενικός σύμβουλος στο USTR.
Οι δασμοί που ελλοχεύουν θέτουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη βιομηχανία του οίνου από την Ποταπαγόρευση, δήλωσαν στελέχη του κλάδου στην Ουάσινγκτον την περασμένη εβδομάδα, αναφερόμενοι στην αμερικανική απαγόρευση πώλησης αλκοολούχων ποτών από το 1920 έως το 1933.
Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη ξένη αγορά για το γαλλικό κρασί, εισάγοντας περίπου 700 εκατ. ευρώ γαλλικού αφρώδους οίνου την περασμένη χρονιά, σύμφωνα με τη Γαλλική Ομοσπονδία Εξαγωγέων Οίνων και Οινοπνευματωδών Ποτών (FEVS).
Εάν η αμερικανική αγορά για τη σαμπάνια αποδυναμωθεί λόγω της αύξησης των τιμών, οι Γάλλοι παραγωγοί μπορούν εύκολα να πουλήσουν τα προϊόντα τους στην Ασία και τη Νότια Αμερική, όπου η ζήτηση αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς, σύμφωνα με ειδικούς.
Το γραφείο του USTR δέχεται έως αύριο δημόσια σχόλια για το θέμα του γαλλικού φόρου και έως σήμερα σχόλια για τη διευρυμένη λίστα ευρωπαϊκών προϊόντων στα οποία μπορεί να επιβληθούν δασμοί στο πλαίσιο της υπόθεσης των επιδοτήσεων στην αεροπορική βιομηχανία. Δεν αναμένεται να ενεργήσει σε κάποιο από τα θέματα αυτά πριν τις επικείμενες συναντήσεις με αξιωματούχους της ΕΕ και της Γαλλίας.
Ωστόσο, ο Ρόμπερτ Τόμπιασεν, πρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Εισαγωγέων Ποτών, δήλωσε ότι υπάρχουν λίγες ελπίδες να αποφευχθούν οι υψηλότεροι δασμοί καθώς η κυβέρνηση Τραμπ συνεχίζει να τους θεωρεί άξονα των εμπορικών της πολιτικών. «Πιστεύω ότι οι υφιστάμενοι δασμοί θα συνεχιστούν και υπάρχει πολύ ισχυρή πιθανότητα να έλθουν και άλλοι δασμοί», δήλωσε. «Έχουν τη στρατηγική τους».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ