Οι αφορεσμένοι και οι τιμητές

Κάτι σαν κακόηθες μελάνωμα θεωρεί τη δημοσιογραφία η κοινωνία. Γενική η κατακραυγή, καθολική η απαξίωση. Κάποτε είχαν περί πολλού τους δημοσιογράφους. Σήμερα αποτελούν μαύρο πρόβατο… Ισως είναι η πρώτη φορά που η κοινωνία ταυτίζεται τόσο πολύ με ένα σύνθημα του αντιεξουσιαστικού χώρου (Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι)… Εχει δίκιο η κοινωνία; Μήπως τα πολλά μελανά της δημοσιογραφίας αποτελούν και στοιχεία του δικού της φέρεσθαι; Αυτά εν πολλοίς εμπεριέχονται στη σημερινή επιστολή προς τον Γιάννη Σ., φίλο γιατρό, που δεν αντέχει τους δημοσιογράφους.

Αγαπητέ Γιάννη,

Πάντα σου άρεσε εκείνο το συνθηματάκι για τους αλήτες – ρουφιάνους – δημοσιογράφους. Και να πεις ότι ανήκεις στη χορεία των αντικαθεστωτικών ή των εμπνευσμένων αντιεξουσιαστών; Οχι βέβαια. Μια ζωή πασόκος. Καλός γιατρός και έντιμος άνθρωπος, αλλά μην ακούσεις για δημοσιογράφους. Σου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι.

Ωραία λοιπόν, ας «τα βάλουμε κάτω» μιας και αναζωπυρώθηκε η κουβέντα για το σινάφι μου. Προηγουμένως, ας αφήσουμε στην άκρη ορισμένες βολικές ευκολίες του είδους «σε όλα τα επαγγέλματα υπάρχουν καλοί και λαμόγια» κ.λπ. Το ξέρουμε. Γι’ αυτό πάμε παρακάτω.

Θα συμφωνήσεις, φαντάζομαι, ότι όταν κάποιος εγκαλεί κάποιον άλλο το πράττει με βάση συγκεκριμένες αξίες κι έναν κώδικα ηθικής και φέρεσθαι τον οποίο ο ίδιος τηρεί απαρέγκλιτα. Αλλιώς είναι υποκριτής. Βλέπει την καμπούρα του άλλου κι όχι τη δική του.

Εδώ έχουμε κάτι εντυπωσιακό. Μια κοινωνία ολόκληρη απαξιώνει τους δημοσιογράφους. Τους αποκαλεί αργυρώνητους, τσιράκια των εκδοτών, περιδεείς και υποτελείς απέναντι στην εξουσία, λαμόγια και ό,τι άλλο βαρύ βάζει ο νους σου. Μιλάμε για την πλειονότητα της κοινωνίας που ξιφουλκεί και απαξιώνει τους δημοσιογράφους.

Και σε ρωτώ: αυτή η κοινωνία που απεχθάνεται τη δημοσιογραφία για τη δουλική σχέση της με την εξουσία, αυτή δεν είναι που επί χρόνια ψήφιζε συνεχώς τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας; Που έγινε δούλος και υπηρέτης τους;

Αυτή δεν είναι που τρέχει να βολευτεί με ρουσφέτια και θεσούλες; Αυτή δεν είναι που βάζει μέσον για να μην πάει το παιδί στον Εβρο ή για να σβήσει μια κλήση (παλιότερα και για να βάλει σταθερό τηλέφωνο!); Αυτή δεν είναι που λαδώνει και λαδώνεται, που χτίζει αυθαίρετα και μετά ψηφίζει εκείνον που τα νομιμοποιεί;

Και για πες μου. Πόσοι από αυτούς που βρίζουν τους δημοσιογράφους έχουν διοριστεί από τα κόμματα σε μόνιμες θέσεις, χωρίς οι περισσότεροι να διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα; Πόσοι από αυτούς –μιλάμε και για τον ιδιωτικό τομέα– έχουν υψώσει τη φωνή τους για τα κακώς κείμενα στη δουλειά τους, έχουν διαμαρτυρηθεί και έχουν κινδυνεύσει να απολυθούν;

Κανείς από τους τιμητές αυτούς δεν ρωτάει ούτε ενδιαφέρεται να μάθει αν υπάρχουν δημοσιογράφοι που πήγαν κόντρα στην εξουσία ή τη γραμμή του Μέσου στο οποίο εργάζονται και έχουν απολυθεί. Κανείς δεν ρώτησε τι δυσκολίες και πόσοι κίνδυνοι υπάρχουν όταν κάνεις μόνος αποκαλυπτική δημοσιογραφία ή τα βάζεις χωρίς κομματικές πλάτες με την κεντρική εξουσία.

Θα μου πεις ότι πρόκειται για εξαιρέσεις. Θα το δεχτώ. Αν και μες στα χρόνια έχουν πληθύνει οι εξαιρέσεις αυτές. Εστω κι έτσι, όμως: με ποιο ηθικό σθένος η βολεμένη πλειονότης της κοινωνίας, βολεμένη ποικιλοτρόπως και συμπλέουσα με τα κόμματα εξουσίας, γενικεύει, λοιδορεί, αρπάζει το σπαθί και παίρνει το κεφάλι της δημοσιογραφίας;

Για το σινάφι μου θα μπορούσα να σου πω πολλά, συμφωνώντας μαζί σου. Ομως είναι από τα λίγα επαγγέλματα που σου επιτρέπουν να ανθίσεις στις ρωγμές του δεδομένου μιντιακού συστήματος, να κατακτήσεις το δικαίωμα της αιρετικής υπογραφής και να είσαι χωρίς εκπτώσεις ο εαυτός σου.

Αυτά δεν είναι παίξε γέλασε, φίλε μου. Απαιτούν ικανότητες. Και έχουν τίμημα… Κάποια άλλη φορά μπορούμε να μιλήσουμε εκτενώς για τα μελανά του σιναφιού μου. Πάντως, αν ξαναγεννιόμουνα, πάλι δημοσιογράφος θα ήθελα να γίνω. Εστω ποδοσφαιριστής ή φορτηγατζής…

Με ποιο ηθικό σθένος μια κοινωνία που βολεύεται από –και ψηφίζει– τα κόμματα εξουσίας λοιδορεί και απαξιώνει τους δημοσιογράφους επειδή… υπηρετούν την εξουσία;