Η πανδημία της Covid-19 αύξησε την κατανάλωση ναρκωτικών, ενθαρρύνοντας παράλληλα την παράνομη καλλιέργεια της παπαρούνας του οπίου και ο ΟΗΕ προειδοποίησε σήμερα πως ο αντίκτυπος αυτός πιθανολογείται ότι θα συνεχίσει να γίνεται αισθητός «για χρόνια».
«Οι αγορές των ναρκωτικών επανέλαβαν γρήγορα τις δραστηριότητές τους έπειτα από τις αρχικές αναταράξεις στην αρχή της πανδημίας», γράφει στην ετήσια έκθεσή του το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα (UNODC).
Το Αφγανιστάν, που παράγει περισσότερο από το 80% του παγκόσμιου οπίου, κατέγραψε έτσι ένα άλμα κατά 37% στις εκτάσεις που χρησιμοποιούνται για να καλλιεργηθεί η παπαρούνα. Η καλλιέργεια της παπαρούνας του οπίου ήταν συχνά η μόνη επιλογή για αργόσχολους φοιτητές ή εργάτες που είχαν μείνει άνεργοι εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης.
Την ίδια στιγμή, ο κορονοϊός όξυνε «τις ανισότητες, τη φτώχεια και τα προβλήματα ψυχικής υγείας σε όλο τον κόσμο, παράγοντες που είναι γνωστό ότι ωθούν στη χρήση ναρκωτικών», υπογραμμίζεται στο έγγραφο.
Περίπου 275 εκατ. άνθρωποι στον κόσμο έκαναν χρήση ναρκωτικών πέρυσι, έναντι 269 εκατ. το 2018.
Οι περισσότερες από τις χώρες ανέφεραν αύξηση της κατανάλωσης κάνναβης στη διάρκεια της πανδημίας, σύμφωνα με την έκθεση, στην οποια επισημαίνεται πως οι νέοι θεωρουν την κάνναβη λιγότερο επικίνδυνη για την υγεία, «παρά τις αποδείξεις ότι ενέχει κινδύνους».
Η μη ιατρική χρήση φαρμακευτικών προϊόντων αυξήθηκε επίσης, ενώ η διακοπή της νυκτερινής ζωής έκανε να μειωθεί η χρήση της κοκαΐνης.
Η πανδημία είχε επίσης αντίκτυπο στα κυκλώματα διανομής, τα οποία έγιναν περισσότερο «καινοτόμα»: «το λαθρεμπόριο του δρόμου» δίνει τη θέση του σε «ανέπαφες μεθόδους, όπως η αγορά ονλάιν και οι παραδόσεις μέσω του Ταχυδρομείου, ακόμη και με drone».
Ανάμεσα στις σπάνιες θετικές εξελίξεις που παρατηρήθηκαν από το UNODC, η επιφάνεια των φυτειών κόκας μειώθηκε κατά 5% το 2019 χάρη στις προσπάθειες της Κολομβίας, που είναι ο πρώτος παραγωγός κοκαΐνης παγκοσμίως.
Η συντηρητική κυβέρνηση του προέδρου Ιβάν Ντούκε, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2018, ενίσχυσε την καταστροφή των φυτειών αυτών, οι οποίες είχαν φτάσει το 2017 στην έκταση ρεκόρ των 1.710.000 στρεμμάτων.
Η παγκόσμια παραγωγή αυτής της λευκής σκόνης συνέχισε ωστόσο να καταγράφει ρεκόρ χάρη στη βελτίωση της απόδοσης, φθάνοντας τους 1.784 τόνους το 2019, διπλάσιους απ’ ό,τι το 2014, με φόντο τη «διαφοροποίηση των διαύλων προμήθειας στην Ευρώπη» ένα φαινόμενο που «κάνει τις τιμές να υποχωρούν και ντοπάρει την ποιότητα».
Η έκθεση του UNODC, η οποία αποτελεί μια «προκαταρκτική εκτίμηση», βασίζεται στις πληροφορίες που ο οργανισμός έχει συλλέξει από τις απαντήσεις που υποβλήθηκαν απο τα κράτη μέλη, τα δικά του παραρτήματα και την ανάλυση ανοικτών πηγών, μέσων ενημέρωσης και θεσμικών εκθέσεων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ