«Θεσσαλονίκη. Η Συλλογή Γιώργου Κωστάκη. Restart»: Η τέχνη που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο

«Θεσσαλονίκη. Η Συλλογή Γιώργου Κωστάκη. Restart»: Η τέχνη που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο

Ενα ταξίδι στην τέχνη της ρωσικής πρωτοπορίας επανεκκινεί το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΚΜΣΤ) με όχημα τη θρυλική Συλλογή Κωστάκη ανήκει στα άκρως πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία του και προορισμό τα κινήματα, τις ομάδες, τις σχολές και τους καλλιτέχνες ενός από τα σημαντικότερα και ρηξικέλευθα κεφάλαια της ιστορίας της τέχνης.

Ο όρος «ρωσική πρωτοπορία» επινοήθηκε στη Δύση τη δεκαετία του ’60 για να προσδιορίσει το αισθητικό φαινόμενο που δημιούργησαν τα πειραματικά κινήματα στη Ρωσία από το 1900 έως περίπου το 1930, την ίδια εποχή που οι καλλιτέχνες διεκδικούσαν να διαδραματίσουν ρόλο στη διαδικασία της αλλαγής της κοινωνίας και αναζητούσαν νέα εκφραστική γλώσσα. Οι ιστορικοί μιλούν για μια νεωτεριστική καλλιτεχνική έκφραση που ήταν παρούσα παντού: οι καλλιτέχνες δεν σχεδίαζαν μόνο έργα τέχνης, αλλά και θεατρικά κοστούμια και σκηνικά, εξέδρες για λαϊκές συγκεντρώσεις, υφάσματα, στολές εργασίας και οικιακά σκεύη με σκοπό να φέρουν την τέχνη στην καθημερινή ζωή.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 όμως, η πολιτική του νεοπαγούς σοβιετικού κράτους απέναντι στα κινήματα και στους εκπροσώπους τους γίνεται σταδιακά ανελαστική. Το 1934 επιβάλλεται το δόγμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και η πρωτοποριακή τέχνη καταδικάζεται στο περιθώριο και στη λήθη.

Τη δεκαετία του ’40 ένας νεαρός φιλότεχνος ελληνικής καταγωγής που γεννήθηκε και ζούσε στη Μόσχα ξεκινά μεθοδικά να συγκεντρώνει έργα της ρωσικής πρωτοπορίας και δημιουργεί σταδιακά μια περίφημη συλλογή. Για το ποιος ήταν ο Γιώργος Κωστάκης, που το όνομά του είναι άρρηκτα συνδεμένο παγκοσμίως με τη ρωσική πρωτοπορία και εδώ και είκοσι χρόνια με τη Θεσσαλονίκη, ρωτήσαμε την ιστορικό τέχνης και διευθύντρια του ΚΜΣΤ Μαρία Τσαντσάνογλου, καθώς η ρωσική πρωτοπορία και η Συλλογή Κωστάκη ειδικότερα είναι το αντικείμενο με το οποίο ασχολείται εδώ και τριάντα χρόνια.

Ενας διορατικός συλλέκτης

Αυτό που είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον με τον Γ. Κωστάκη είναι ότι δεν είχε κάποια ιδιαίτερη καλλιτεχνική μόρφωση. Ωστόσο υπήρξε μανιώδης συλλέκτης. Μετά το σχολείο εργάστηκε αρχικά ως οδηγός στην ελληνική πρεσβεία και στη συνέχεια στην καναδική, μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε και έφυγε από τη Σοβιετική Ενωση το 1977. Ο Κωστάκης, όπως τονίζει η Μαρία Τσαντσάνογλου, εκτός από το μικρόβιο του μανιακού συλλέκτη που είχε, ήταν εξαιρετικά διορατικός και προικισμένος με ταλέντο να ξεχωρίζει την ιστορική και αισθητική αξία των έργων. Αποφάσισε να ασχοληθεί εντατικά με τη ρωσική πειραματική τέχνη των αρχών του 20ού αιώνα το 1946, όταν είδε τυχαία έναν πίνακα της Ολγας Ροζάνοβα και, όπως διηγείται στα απομνημονεύματά του, τον αγόρασε και όταν τον κρέμασε στο διαμέρισμά του αισθάνθηκε να ανοίγει ένα παράθυρο και να μπαίνει τόσο φως που έσβησε ό,τι άλλο είχε στο σαλόνι του.

Αμέσως βρήκε ιστορικούς τέχνης να τον βοηθήσουν, ήρθε σε επαφή με τις οικογένειες των καλλιτεχνών και με όσους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας βρίσκονταν ακόμη στη ζωή. Εκείνη την εποχή στους Μοσχοβίτες ιστορικούς κυριαρχούσε μια αίσθηση απαισιοδοξίας, μας εξηγεί η Μαρία Τσαντσάνολου. Πίστευαν ότι η πειραματική τέχνη ήταν τελειωμένη υπόθεση η οποία πολύ σύντομα θα ξεχαστεί, γι’ αυτό συμβούλευαν τον επίμονο συλλέκτη να ασχοληθεί «μόνο με τους “στρατηγούς” της πρωτοπορίας, τον Μαλέβιτς, τον Καντίνσκι, την Γκοντσαρόβα, τον Λαριόνοφ».

Ο Κωστάκης δεν ακολούθησε τη συμβουλή τους. Η τακτική του για τρεις δεκαετίες, τονίζει η ιστορικός, ήταν να συγκεντρώνει οτιδήποτε μπορούσε να του προσφέρει πληροφορίες γι’ αυτό το αισθητικό φαινόμενο και τελικά συγκρότησε την πιο ολοκληρωμένη συλλογή ρωσικής πρωτοπορίας που υπάρχει στον κόσμο. Ηταν εμπνευσμένος συλλέκτης, που έσωσε αυτή την τόσο σημαντική περίοδο της ιστορίας της τέχνης από τη λήθη και την καταστροφή, ανακαλύπτοντας τα έργα της κρυμμένα σε πατάρια και εργαστήρια αλλά και στα πιο απίθανα μέρη.

Διαμέρισμα-μουσείο

Το διαμέρισμα του Γ. Κωστάκη στη Μόσχα ήταν σημαντικό στέκι για την τέχνη στις δεκαετίες 1960 και 1970. Είχε λίγα έπιπλα αλλά σε όλους τους τοίχους του κρέμονταν από την οροφή έως το δάπεδο έργα ρωσικής πρωτοπορίας. Μιας και πουθενά αλλού εκείνα τα χρόνια δεν θα μπορούσαν να βρίσκονται εκτεθειμένα αυτά τα έργα εκτός από το διαμέρισμα αυτό, πολύ σύντομα έγινε κέντρο ενδιαφέροντος για διανοούμενους και καλλιτέχνες αλλά και πολλούς νεότερους δημιουργούς οι οποίοι εκεί ανατράφηκαν καλλιτεχνικά. Λειτουργούσε σαν άτυπο μουσείο, ανοιχτό για όλους, γνωστό και στο εξωτερικό· το επισκέπτονταν ιστορικοί τέχνης, επιμελητές, μελετητές απ’ όλο τον κόσμο, ακόμη και επίσημοι προσκαλεσμένοι του Κρεμλίνου. Από τη δεκαετία του ’60 ο Κωστάκης άρχισε να κρατάει βιβλία επισκεπτών, στα οποία διαβάζει κανείς συγκινητικές σημειώσεις γνωστών καλλιτεχνών και πολιτικών, όπως του Σαγκάλ, του Καντίνσκι, του Μπρεσόν, του Αντρέι Βάιντα, της Μάγια Πλισέτσκαγια, του Εντουαρντ Κένεντι, του Ντέιβιντ Ροκφέλερ και πολλών άλλων.

Από τη Συλλογή Κωστάκη ‒αντιπροσωπευτική όλων των ρευμάτων και των τάσεων‒ μπορεί κάποιος να φτιάξει εγκυκλοπαίδεια για τη ρωσική πρωτοπορία, καταλήγει η Μ. Τσαντσάνογλου και συμπληρώνει πως παρά το γεγονός ότι διαιρέθηκε σε δύο κύρια μεγάλα μέρη –όταν το 1977 ο Γ. Κωστάκης έφυγε από τη Σοβιετική Ενωση και προκειμένου να εξαγάγει τη συλλογή του δώρισε στην Πινακοθήκη Τρετιακόφ περίπου 840 έργα–, ο διορατικός συλλέκτης κατόρθωσε ακόμη και σε αυτή την περίπτωση να κρατήσει αδιάσπαστη την ενότητα των δύο υποσυνόλων.

Η συλλογή στην Ελλάδα

Η πρώτη έκθεση της Συλλογής Κωστάκη έγινε αμέσως μετά την εξαγωγή της από τη Σοβιετική Ενωση στο Kunstmuseum του Ντίσελντορφ. Το 1981, όταν μεγάλο μέρος της μεταφέρθηκε στο Μουσείο Γκούγκενχαϊμ της Νέας Υόρκης όπου καταλογογραφήθηκε για πρώτη φορά και εκτέθηκε, οι ιστορικοί τέχνης βρέθηκαν μπροστά σε ένα κεφάλαιο της ιστορίας της τέχνης το οποίο δεν γνώριζαν. Η Συλλογή Κωστάκη έκτοτε έγινε διεθνώς γνωστή και περιοδεύει σε όλο τον κόσμο, ενώ ο ίδιος εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Ελλάδα και έζησε στην Αθήνα μέχρι τον θάνατό του το 1990. Η πρώτη έκθεση της συλλογής του στη χώρα μας έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη το 1995 και άνοιξε ο δρόμος για την απόκτησή της από το ελληνικό δημόσιο. Στις διαδικασίες που προηγήθηκαν η Μαρία Τσαντσάνογλου ήταν από τους ανθρώπους που κινητοποιήθηκαν ενεργά για να επιτευχθεί η συμφωνία με την οικογένεια και η συλλογή να παραμείνει στην Ελλάδα. Τον Μάρτιο του 2000 1.277 έργα της συλλογής αγοράστηκαν από το ελληνικό κράτος και δωρίστηκαν στο ΚΜΣΤ με έδρα τη Θεσσαλονίκη στη Μονή Λαζαριστών.

Η κατοχή μιας σπουδαίας συλλογής έργων της ρωσικής πρωτοπορίας ‒της μεγαλύτερης εκτός Ρωσίας‒ από ένα ελληνικό μουσείο αποτελεί την πιο προνοητική «επένδυση» που έγινε στον χώρο του σύγχρονου πολιτισμού στην Ελλάδα, όπως τονίζει η ιστορικός τέχνης και διευθύντρια του ΚΜΣΤ, που αλλάζει τα δεδομένα στην εικαστική πολιτιστική πολιτική της χώρας μας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Συλλογή Κωστάκη, η οποία πριν από δεκαοκτώ χρόνια αγοράστηκε από το ελληνικό δημόσιο αντί 14,2 δισ. δραχμών, σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση σήμερα έχει τριπλάσια αξία.

Restart στο ΚΜΣΤ

Παρά τις οικονομικές δυσκολίες της εποχής, το ΚΜΣΤ κατάφερε, μέσω του συμβουλίου υποστηρικτών του που δημιουργήθηκε το 2017 με επικεφαλής την Κριστίνα Κρασνιάσκαγια του Heritage Foundation, να βρει τον τρόπο και να εξοικονομήσει τα χρήματα ώστε να ανανεωθεί και να διαμορφώσει τις συνθήκες για ένα νέο ξεκίνημα. Η Μονή Λαζαριστών ανακαινίστηκε για να παρουσιάσει στο κοινό τη Συλλογή Κωστάκη σε μια νέα διευρυμένη έκθεση με ανανεωμένη επιμελητική και μουσειολογική προσέγγιση, ενώ το ΚΜΣΤ βρίσκεται σε μια σημαντική στιγμή στην ιστορία του και, σύμφωνα με τη διευθύντριά του Μαρία Τσαντσάνογλου, κοιτά την επόμενη μέρα με πιο επιθετική πολιτική, στοχεύοντας να αναδείξει τη ρωσική πρωτοπορία περισσότερο σε διεθνές επίπεδο όχι στέλνοντας τα έργα έξω, πράγμα που γίνεται μέχρι τώρα με μεγάλη επιτυχία, αλλά φέρνοντας τον κόσμο από το εξωτερικό στη Θεσσαλονίκη ώστε η πόλη να αναχθεί σε διεθνές κέντρο μελέτης της ρωσικής πρωτοπορίας.

Η έκθεση (ανοίγει την Παρασκευή και την επιμελήθηκαν οι Νατάλια Αφτονόμοβα και Αλα Λουκάνοβα από τη Ρωσία και οι Μαρία Τσαντσάνογλου και Αγγελική Χαριστού από την Ελλάδα) περιλαμβάνει 400 και πλέον έργα της συλλογής που αναδεικνύουν τις αισθητικές τάσεις της ρωσικής πρωτοπορίας μέσα από τα κινήματα, τις ομάδες, τις σχολές και τους καλλιτέχνες της, ενώ κυριαρχεί η ματιά του Γιώργου Κωστάκη, καθώς αναδεικνύονται ιδιαίτερα οι δημιουργοί που ο συλλέκτης αγαπούσε περισσότερο. Επίσης, σε ένα ειδικά διαμορφωμένο για τον συλλέκτη δωμάτιο παρουσιάζεται για πρώτη φορά μέρος από το πλούσιο αρχείο του που δώρισε στο μουσείο η οικογένεια, το οποίο μεταξύ άλλων περιέχει προσωπικά του αντικείμενα, φωτογραφικό υλικό από τη ζωή του και από το διαμέρισμά του στη Μόσχα καθώς και τα βιβλία των επισκεπτών.



Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter