Μια μορφή δραστικής θεραπείας που κάνει ολική «επανεκκίνηση» στο ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς, μπορεί να «φρενάρει» την εξέλιξη της πολλαπλής σκλήρυνσης, επίσης γνωστή ως σκλήρυνση κατά πλάκας ή διάχυτη εγκεφαλομυελίτιδα, επί τουλάχιστον πέντε χρόνια στους μισούς σχεδόν ασθενείς, όπως ανακοίνωσαν οι επιστήμονες.
Οι ερευνητές από διάφορες χώρες (και την Ελλάδα), με επικεφαλής τον δρα Πάολο Μουράρο του Τμήματος Ιατρικής του Imperial College του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό νευρολογίας “JAMA Neurology”, δήλωσαν ότι η θεραπεία απέτρεψε την επιδείνωση των συμπτωμάτων στο 46% των ασθενών επί τουλάχιστον μία πενταετία.
Όμως, επειδή η θεραπευτική διαδικασία περιλαμβάνει επιθετική χημειοθεραπεία και προσωρινή καταστροφή κάθε άμυνας του οργανισμού, οι επιστήμονες προειδοποίησαν ότι ενέχει σημαντικούς κινδύνους για τους ασθενείς, ακόμη και να πεθάνουν.
Από πολλαπλή σκλήρυνση (γνωστή παλαιότερα ως σκλήρυνση κατά πλάκας) πάσχουν περίπου 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως. Η νόσος προκαλείται από δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο επιτίθεται σε μία ουσία, τη μυελίνη, που προστατεύει τα νεύρα, με συνέπεια σταδιακά οι ασθενείς να εμφανίζουν προβλήματα κόπωσης, κίνησης στα άκρα, ισορροπίας, όρασης κ.α. Δεν υπάρχει θεραπεία προς το παρόν, αλλά ορισμένα φάρμακα βοηθούν στην επιβράδυνση της νόσου.
Η νέα θεραπεία (μεταμόσχευση αυτόλογων αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων) δοκιμάσθηκε σε 281 ασθενείς με προχωρημένες μορφές της νόσου, που δεν είχαν ανταποκριθεί στις υπάρχουσες θεραπείες.
Μερικοί ασθενείς εμφάνισαν όχι μόνο σταθεροποίηση αλλά και μικρή βελτίωση των συμπτωμάτων τους μετά την εφάπαξ θεραπεία, η οποία αποσκοπεί στο να εμποδίσει το ανοσοποιητικό σύστημα να δρα αυτοκαταστροφικά, επιτιθέμενο στα νεύρα.
Η ισχυρή χημειοθεραπεία «καθαρίζει» τα παλαιά ανοσοκύτταρα και νέα υγιή δημιουργούνται από τα βλαστικά κύταρα που έχουν μεταμοσχευθεί στο μυελό των οστών. Καθώς όμως για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ο ασθενής μένει ουσιαστικά ανυπεράσπιστος χωρίς ανοσοποιητικό σύστημα, εωσότου αναπτύξει ένα νέο, οκτώ από τους ασθενείς πέθαναν από λοιμώξεις μέσα σε 100 μέρες μετά τη θεραπεία.
Οι περισσότεροι ασθενείς έχουν την υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα μορφή της πολλαπλής σκλήρυνσης, κατά την οποία μία επιδείνωση ακολουθείται από μια βελτίωση των συμπτωμάτων.
Η νέα μελέτη έδειξε ότι στους ασθενείς με υποτροπιάζουσα πολλαπλή σκλήρυνση, μετά την ανοσοθεραπεία σχεδόν τρεις στους τέσσερις ασθενείς (73%) δεν εμφάνισαν καμία επιδείνωση των συμπτωμάτων τους για τουλάχιστον πέντε χρόνια. Οι νεότερης ηλικίας ασθενείς με λιγότερο σοβαρή μορφή της νόσου είναι πιθανότερο να αντιδράσουν θετικά στην ανοσοθεραπεία.
Στους ασθενείς με την προϊούσα μορφή της νόσου, που είναι πιο σοβαρή από την υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα, το ποσοστό των ασθενών που δεν εμφάνισαν επιδείνωση επί μία πενταετία μετά τη θεραπεία, ήταν μικρότερο (ένας στους τρεις περίπου). Μικρή βελτίωση εμφάνισαν ορισμένοι ασθενείς με την υποτροπιάζουσα παρά με την προϊούσα μορφή της νόσου.
Ο δρ Μουράρο τόνισε ότι πρέπει να γίνει πλέον μια μεγαλύτερη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή της ανοσοθεραπείας, η οποία για πρώτη φορά θα είναι ελεγχόμενη με μια ομάδα που θα έχει πολλαπλή σκλήρυνση, αλλά δεν θα έχει κάνει την ίδια ανοσοθεραπεία, έτσι ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί συγκριτικά η αποτελεσματικότητα της τελευταίας.
Από ελληνικής πλευράς, στην έρευνα συμμετείχαν δύο επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, οι Αθανάσιος Φάσσας (ομότιμος καθηγητής-Τμήμα Αιματολογίας) και Βασίλειος Κιμισκίδης (αναπληρωτής καθηγητής-Εργαστήριο Κλινικής Νευροφυσιολογίας)