Να μην εμπλακεί το Κίνημα Αλλαγής στον «εθνικό διχασμό που την οδηγούν ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, με μοναδικό κριτήριο τα μικροκομματικά οφέλη» κάλεσε τα μέλη και τα στελέχη του φορέα ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, μιλώντας στο ιδρυτικό συνέδριο του Κινήματος.
Ο κ. Θεοχαρόπουλος επιτέθηκε και στην κυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση, τονίζοντας ότι η χώρα έχει ανάγκη μιας διακυβέρνησης με απόλυτη προτεραιότητα στις εθνικές ανάγκες, «αντί να εξαντλούμαστε», όπως είπε, σε συζητήσεις για ενδεχόμενες συνεργασίες «με ένα από τα δύο κόμματα του υφιστάμενου κακέκτυπου δικομματισμού». Αυτή πρέπει να είναι η προτεραιότητα για το νέο φορέα, δήλωσε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, «και όχι οι μονομερείς συνεργασίες με ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ».
Κατηγόρησε τόσο τη ΝΔ όσο και τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «στήνουν ένα σκηνικό πρωτοφανούς πόλωσης», τάχθηκε όμως απόλυτα εναντίον όσων σήμερα έχουν αντικαταστήσει «το σύνθημα ‘’η χούντα δεν τελείωσε το 73’’ με το σύνθημα ‘’έχουμε σήμερα χούντα’’»!
Σχολιάζοντας τον χθεσινό χαιρετισμό του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Γιάννη Δραγασάκη, στο συνέδριο, και το «άνοιγμά» του στο Κίνημα Αλλαγής, καθώς ανέφερε ότι πάγια στρατηγική θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ανάγκη να υπάρξει ένας συνασπισμός προοδευτικών δυνάμεων, ο κ. Θεοχαρόπουλος υπογράμμισε πως ενώ «συγκυβερνούν με τους ΑΝΕΛ, τολμούν και μιλούν για προοδευτικές συνεργασίες».
Αντίστοιχα, σημείωσε ότι η ΝΔ καθημερινά επιβεβαιώνει στην πράξη ότι παραμένει βαθιά συντηρητική δύναμη, «δέσμια πολιτικών και πρακτικών της παραδοσιακής δεξιάς, του κρατισμού και των πελατειακών σχέσεων». Και προσέθεσε ότι το απέδειξε ουκ ολίγες φορές «όπως με το Μακεδονικό, όπου υποχώρησε στο λαϊκισμό για να κερδοσκοπήσει εκλογικά από τα συλλαλητήρια, με τη φαρμακευτική κάνναβη, με την ανοχή του ρατσιστικού λόγου εναντίων αθίγγανων, με το σύμφωνο συμβίωσης και πολλά άλλα».
Σε ό,τι αφορά τα εσωκομματικά, να σημειωθεί ότι ο κ. Θεοχαρόπουλος τάσσεται υπέρ μιας ενιαίας Κοινοβουλευτικής Ομάδας Δημοκρατικής Συμπαράταξης και Ποταμιού, ενώ επιμένει στην πρότασή του για ηλεκτρονική ψηφοφορία από τη βάση του Κινήματος εάν, μετά τις εκλογές, προκύψει θέμα μετεκλογικών συνεργασιών, ώστε να αποφασίσει ο κόσμος τής παράταξης.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Θανάση Θεοχαρόπουλου:
Είμαστε όλοι εδώ. Με διαδρομές και προσφορά στην σοσιαλδημοκρατία, στην ανανεωτική αριστερά και στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο. Είμαστε όλοι εδώ. Για να εκπροσωπήσουμε την λογική, την υπευθυνότητα, την προοδευτική προοπτική. Να αντιπαλέψουμε τον λαϊκισμό και τον συντηρητισμό.
Η ευθύνη είναι μεγάλη. Να ανταποκριθούμε επιτέλους στο αίτημα της κοινωνίας για έναν ισχυρό ενιαίο φορέα, να προχωρήσουμε με αποφασιστικότητα για ένα ενιαίο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Ο πολιτικός χρόνος πλέον έχει άλλη βαρύτητα και δυναμική.
Τώρα πρέπει να ξεδιπλώσουμε το όραμά μας, τις σκέψεις και τις προτεινόμενες πολιτικές που θα βγάλουν την χώρα από το αδιέξοδο.
Η σημερινή ημέρα είναι εξαιρετικά σημαντική. Μετά την συμπόρευση ευρύτερων δυνάμεων του χώρου και τις εκλογές για την ανάδειξη επικεφαλής του φορέα που έφεραν στις κάλπες χιλιάδες πολίτες, ήρθε η στιγμή να κεφαλαιοποιήσουμε, ποιοτικά αλλά και ποσοτικά, αυτό που ξεκινήσαμε.
Και βεβαίως αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς τους προοδευτικούς πολίτες που ανταποκρίνονται στο κάλεσμα μας και τις πολιτικές δυνάμεις που συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια, του ιδεολογικού φορτίου και των αποσκευών τους.
Το συνέδριό μας διεξάγεται σε μια πολύ κρίσιμη συγκυρία, όχι μόνο για τη χώρα μας. Τα νέα από την Ευρώπη, την Αμερική, από τα ανατολικά και βόρεια σύνορά μας δεν είναι καθόλου ευχάριστα.
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων ιταλικών εκλογών στέλνουν ανησυχητικά μηνύματα για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και για την ίδια τη δημοκρατία. Δείχνουν ότι οι υποχωρήσεις απέναντι στον εθνικισμό και τον λαϊκισμό οδηγούν τελικά στην επικράτησή τους. Η προσπάθεια ενσωμάτωσης και αφομοίωσης της ακροδεξιάς οδηγεί στην γιγάντωση και όχι στην περιθωριοποίηση του εθνολαϊκισμού και–ακόμη πιο επικίνδυνο – στη γιγάντωση της αντιπολιτικής.
Που όμως «πατά» αυτή η κυριαρχία της αντιπολιτικής; Μόνο στον νεοφιλελευθερισμό ή τον λαϊκισμό; Πατά στο ότι μέχρι πριν λίγα χρόνια τα πολιτικά και οικονομικά συστήματα εγγυούνταν μέχρι ενός βαθμού την ανοδική κοινωνική, ατομική και οικογενειακή κινητικότητα. Σήμερα όμως κάθε επόμενη νέα γενιά αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να ζει χειρότερα από την προηγούμενη. Η ανασφάλεια είναι το κυρίαρχο αίσθημα στην Ευρώπη.
Ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε για να αντιστραφεί αυτό το κλίμα δεν είναι απλά δύσβατος. Είναι παγωμένος. Για να φτάσουμε πλέον στην Ευρώπη που θέλουμε, πρέπει να διασχίσουμε μια λίμνη εθνικολαϊκιστικού και αντιπολιτικού πάγου. Για να περάσουμε απέναντι, πρέπει να πατάμε πολύ προσεκτικά, για να μη βρεθούμε στα παγωμένα νερά, αντί σε στέρεο ευρωπαϊκό έδαφος.
Η Ε.Ε. πρέπει να αλλάξει για να συνεχίσει να υπάρχει. Το ζήτημα είναι να γίνει πάλι ελκυστική. Και αυτό μπορούν να το κάνουν οι σοσιαλδημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις με ένα κοινό σχέδιο για την προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, με ένα κοινό σχέδιο βιώσιμης ανάπτυξης, ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση της φτώχειας, των ανισοτήτων και των μεταναστευτικών ροών. Δεν αρκεί ο κοινός ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, το ενιαίο τραπεζικό σύστημα, οι ευρωπαϊκές επενδύσεις και ο κοινός υπουργός οικονομικών. Χρειάζονται και αποφασιστικές θεσμικές τομές. Για να σταματήσει να ενισχύεται o εθνολαϊκισμός και ο αντιευρωπαϊσμός πρέπει οι πολίτες να νιώθουν ότι συμμετέχουν στις αποφάσεις, ότι έχουν λόγο. Χρειάζονται εδώ και τώρα δομικές αλλαγές με στόχο τη δημοκρατική νομιμοποίηση. Είναι αγώνας για την ίδια τη δημοκρατία. Για να μην οδηγηθεί η Ευρώπη από ένα γκρίζο σήμερα σε ένα σκοτεινό αύριο. Η Ευρώπη δεν μπορεί να ελπίζει μόνο στα «τεχνικά» μέτρα, πρέπει να ανατραπεί το διάχυτο αίσθημα ανασφάλειας.
Από την άλλη άκρη του Ατλαντικού ο Τραμπ ενισχύει τον οικονομικό εθνικισμό. Χρειαζόμαστε ένα νέο αυξημένο ρυθμιστικό ρόλο των διεθνών οργανισμών για το παγκόσμιο εμπόριο, όχι επιστροφή στον οικονομικό εθνικό προστατευτισμό. Το ζητούμενο για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία δεν είναι να μειωθεί σε τριτοκοσμικά επίπεδα το κόστος εργασίας στην Ευρώπη, αλλά να αυξηθούν σε λελογισμένα πλαίσια οι αμοιβές και οι συνθήκες εργασίας στον μη ευρωπαϊκό κόσμο. Η άκριτη αποδοχή του ελεύθερου εμπορίου ως υπέρτατης αξίας δεν είναι ο δικός μας κόσμος. Οι δασμοί του Τραμπ είναι δασμοί υπέρ του εθνικισμού και όχι δασμοί κοινωνικής δικαιοσύνης και αναδιανομής. Οι ρυθμίσεις υπέρ, των πολιτών και των εργαζομένων σε ευρωπαϊκή και διεθνή κλίμακα είναι η σοσιαλδημοκρατική απάντηση στην ανεξέλεγκτη κίνηση των χρηματαγορών από τη μια, αλλά και στον εθνικιστικό προστατευτισμό από την άλλη.
Για τις προοδευτικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, η προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, της Ομόσπονδης Ευρώπης, των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» αποτελεί τον μόνο ασφαλή δρόμο. Για να αντιμετωπίζονται με μία ενιαία ευρωπαϊκή φωνή οι προκλήσεις.
Αλλά και Ανατολικά μας τα πράγματα εξελίσσονται εξαιρετικά δυσοίωνα. Από την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στη χώρα μας, είχαμε προειδοποιήσει ότι έπρεπε η κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι θα βελτιωθούν και δεν θα χειροτερέψουν οι σχέσεις των δύο χωρών. Υπήρξε όμως και συνεχίζει να υπάρχει πρωτοφανής επιπολαιότητα. Από την επίσκεψη Ερντογάν και μετά, αυξήθηκε η τουρκική προκλητικότητα. Στο Αιγαίο, στην Κύπρο και τώρα με τη σύλληψη των δύο στρατιωτικών, όπου η κυβέρνηση βιάστηκε και πάλι μιλώντας περί τυπικού θέματος, που φαίνεται όμως ότι δεν εξελίσσεται και τόσο τυπικά. Ο εθνικισμός και όχι το Ισλάμ είναι η συγκολλητική ουσία της τουρκικής εξουσίας. Και η απάντηση στον εθνικισμό δεν είναι ο εθνικισμός γιατί τότε διευκολύνονται απλά τα σχέδια τους.
Απαιτείται εγρήγορση, ψυχραιμία και αποφασιστικότητα. Εμείς επιδιώκουμε ειρηνικές λύσεις σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο. Θα πρέπει να υπάρξουν αυστηρές συστάσεις, προειδοποιήσεις και ποινές προς την Τουρκία για δημοκρατικές κατακτήσεις που θεωρούνται δεδομένες στην Ε.Ε., αλλά βέβαια ο δρόμος θα πρέπει να παραμείνει ανοιχτός για να διευκολυνθούν οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στην Τουρκία. Να απομονωθούν εδώ και τώρα οι εθνικιστές και στις δύο πλευρές, και στην Ελλάδα και στην Τουρκία.
Στα εθνικά θέματα χρειάζεται συνεννόηση και διαμόρφωση εθνικής γραμμής. Δεν είναι δυνατόν να μπαίνουν από καμιά πλευρά στη μικροκομματική αρένα.
Το ίδιο ισχύει και για το Μακεδονικό, όπου απαιτείται λύση κοινά αποδεκτή, με σύνθετη ονομασία για χρήση έναντι όλων (erga omnes) και με δεσμευτικές εγγυήσεις που θα αποτρέπουν τον αλυτρωτισμό, μέσα από μία Ενιαία Διεθνή Συνθήκη. Η θέση μας παραμένει σταθερή, χωρίς ετεροπροσδιορισμούς και μακριά από μικροκομματικές σκοπιμότητες. Δεν αλλάζει λόγω συλλαλητηρίων. Με το θυμικό δεν ασκείται εξωτερική πολιτική.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εγκλωβισμένη στη συμμαχία της με ένα εθνικολαϊκιστή εταίρο επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδά της. Συνεχίζει να χειρίζεται αυτό το κρίσιμο εθνικό θέμα με διγλωσσία. Από την άλλη, η ΝΔ υποκύπτει όλο και περισσότερο σε εθνικιστικές φωνές και πιέσεις και υποχωρεί απέναντι στον λαϊκισμό και στην ψηφοθηρία.
Η επίλυση αυτού του χρόνιου ζητήματος με σύνθετη ονομασία θα διευκολύνει τη χώρα μας ώστε να αξιοποιήσει τη στρατηγική της θέση στα Βαλκάνια, μέσω της ομαλοποίησης των σχέσεων των δύο χωρών στο μέλλον. Αυτή είναι μία πραγματικά πατριωτική στάση προς όφελος των εθνικών συμφερόντων σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο και με την ένταση στα ανατολικά μας.
Αλλά και στο εσωτερικό μέτωπο τα προβλήματα οξύνονται και η πολιτική ατμόσφαιρα δηλητηριάζεται. Στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει. Το ποδόσφαιρο αποτελεί καθρέφτη της κοινωνίας μας. Η προσπάθεια δημιουργίας μίας νέας διαπλοκής, η υπονόμευση του κράτους δικαίου και η ανομία κυριαρχούν.
Η κυβέρνηση εφαρμόζει σκληρές συντηρητικές πολιτικές. Με αυτές τις πολιτικές, η έξοδος από την κρίση είναι άλλη μια πολιτική απάτη. Να πούμε επιτέλους την αλήθεια στον ελληνικό λαό. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί αλλαγή πολιτικών και γενναίες τομές. Με μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα για την επόμενη πενταετία. Με τολμηρές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, στην δικαιοσύνη, στο φορολογικό, στην λειτουργία της αγοράς.
Ο κ. Τσίπρας τώρα θυμήθηκε ότι πρέπει να εκπονήσει ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Τώρα, τρία χρόνια μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης! Για να το εφαρμόσει πότε; Όταν θα είναι στην αντιπολίτευση; Ομολογεί δηλαδή ότι τρία χρόνια πορεύεται χωρίς σχέδιο. Και αιφνιδίως όλα θα λυθούν από τον επόμενο Αύγουστο και η χώρα θα μετατραπεί σε παράδεισο. Πρόκειται για εικονική πραγματικότητα, για τεχνητό success story. Όμως οι πολίτες δεν πείθονται πλέον από τα ψέματα και τις κυβιστήσεις.
Το πολιτικό κλίμα σήμερα στην χώρα μας είναι εξαιρετικά τοξικό και διχαστικό, με άρωμα εμφυλιοπολεμικής διαμάχης, μακριά από τις ανάγκες του σήμερα. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, στήνουν ένα σκηνικό πρωτοφανούς πόλωσης για να αποκομίσουν εκλογικά οφέλη. Δεν πρέπει όμως να πέσουμε στην παγίδα να αντικαταστήσουμε το σύνθημα «η χούντα δεν τελείωσε το 73» με το σύνθημα «έχουμε σήμερα χούντα». Αυτό διευκολύνει την πόλωση.
Οι θεσμοί της χώρας παρά τη μετωπική επίθεση που δέχθηκαν, αντέχουν. Και θα αντέχουν όσο υπάρχουν δυνάμεις που υποστηρίζουν πολιτικές συναίνεσης, σύνεσης και λογικής. Ας μην απογοητεύσουμε τον κόσμο της λογικής και της μετριοπάθειας. Οι μετριοπαθείς δυνάμεις χάνουν από μια τέτοια πολωτική συνθηματολογία.
Τους υπόλοιπους δεν τους ενδιαφέρουν τα σκάνδαλα αλλά η σκανδαλολογία. Δεν τους ενδιαφέρει η απόδοση δικαιοσύνης αλλά η κατασυκοφάντηση των πολιτικών τους αντιπάλων και ο αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης από τα πραγματικά προβλήματα. Δεν μπορούμε να παίζουμε το παιχνίδι «ποιος είναι πιο συμμορίτης». Στο τέλος θα πληρώσουν η χώρα και οι πολίτες, ενώ κερδισμένες θα είναι η ακροδεξιά και οι φερόμενες ως αντισυστημικές δυνάμεις.
ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ μας οδηγούν σε έναν νέο εθνικό διχασμό με μοναδικό κριτήριο τα μικροκομματικά οφέλη.
Η διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βαλτώνει την οικονομία, απαξιώνει τους θεσμούς, αποστρέφεται τις ανεξάρτητες αρχές, κατασυκοφαντεί το πολιτικό σύστημα. Και όλα αυτά στο όνομα της αριστεράς και της δημοκρατίας. Είναι όμως αριστερό και δημοκρατικό:
να εξαθλιώνεις την κοινωνία και σε αντάλλαγμα να μοιράζεις επιδόματα;
η συνέχιση του κρατισμού και του πελατειακού συστήματος;
να επιχειρείς την κατάληψη του κράτους;
να παρεμβαίνεις στη δικαιοσύνη;
να ελέγχεις την έκφραση γνώμης των ανεξάρτητων αρχών;
να επιτρέπεις την γενικευμένη ασυδοσία;
Και πολλά άλλα, με άλλοθι το επικίνδυνο ιδεολόγημα ότι έχουμε την κυβέρνηση αλλά όχι την εξουσία. Αυτή είναι μια αριστερά με την οποία δεν έχουμε και πολλά κοινά. Για εμάς αριστερά χωρίς δημοκρατία και χωρίς σεβασμό του κράτους δικαίου δεν νοείται.
Ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κ. Δραγασάκης χθες από αυτό εδώ το βήμα αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα ενός συνασπισμού προοδευτικών δυνάμεων, αναφέρθηκε σε προοδευτικές συνεργασίες. Συγκυβερνούν με τους ΑΝΕΛ και τολμούν και μιλούν για προοδευτικές συνεργασίες. Μάλλον αυτοκριτική για τις ασκούμενες πολιτικές κάνουν, δεν εξηγείται αλλιώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει τις συμμαχίες του με τον εθνικολαϊκισμό και έχει φτάσει στο σημείο να συγκυβερνά τρία χρόνια με τον Έλληνα Λεπέν, με τις ομοφοβικές και ακροδεξιές του θέσεις για το σύμφωνο συμβίωσης, το τζαμί κ.ά.. Και ταυτοχρόνως ο κ. Τσίπρας και ο κ. Δραγασάκης αναζητούν προοδευτικό προσανατολισμό για μετά το τέλος των μνημονίων. Είναι πιθανό με αυτά βέβαια που υπογράφουν, όπως το Υπερταμείο, να εννοούν για μετά από έναν αιώνα, αλλά όπως θα έλεγε και ένα άλλο «προοδευτικό» στέλεχος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ο Ζουράρης «ποιος ζει, ποιος πεθαίνει μέχρι τότε;» Ας τον αναζητήσει λοιπόν καλύτερα ο κ. Τσίπρας τον προοδευτικό προσανατολισμό εντός της κυβέρνησης του, στους ΑΝΕΛ, στην καραμανλική πτέρυγα της δεξιάς και στους «γνήσιους αριστερούς» όπως ο Πολάκης.
Από την άλλη ο κ. Μητσοτάκης από αυτό εδώ το βήμα χθες μας είπε ότι είναι πολλά τα σημεία που αξίζει να συναντηθούμε. Όχι κ. Μητσοτάκη είναι πολλά τα σημεία για τα οποία δεν μπορούμε να συναντηθούμε. Η παράταξη σας είναι προσκολλημένη στην καταστροφική πολιτική της περιόδου Καραμανλή 2004-2009 που έφερε την κρίση στη χώρα και διόγκωσε τα ελλείμματα. Είναι το σημείο εξάλλου που τα βρίσκει η ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ καθημερινά επιβεβαιώνει στην πράξη ότι παραμένει βαθιά συντηρητική δύναμη, δέσμια πολιτικών και πρακτικών της παραδοσιακής δεξιάς, του κρατισμού και των πελατειακών σχέσεων. Το απέδειξε ουκ ολίγες φορές όπως με το Μακεδονικό όπου υποχώρησε στον λαϊκισμό για να κερδοσκοπήσει εκλογικά από τα συλλαλητήρια, με τη φαρμακευτική κάνναβη, με την ανοχή του ρατσιστικού λόγου εναντίων αθίγγανων, με το σύμφωνο συμβίωσης και πολλά άλλα.
Η λύση για την χώρα δεν είναι η συνέχιση των αδιέξοδων πολιτικών με δεξιό πρόσημο. Η ΝΔ είναι ιδεολογικός μας αντίπαλος. Δεν μετεξελίχθηκε σε μια σοβαρή ευρωπαϊκή κεντροδεξιά παράταξη. Θυσιάζει τα πάντα και αυτή στο βωμό της προοπτικής της εξουσίας. Αυτό έκανε ο κ. Τσίπρας με «αριστερό» πρόσημο, το ίδιο κάνει, με «δεξιό» όμως πρόσημο, τώρα ο κ. Μητσοτάκης. Δεν έμαθε τίποτα από το πάθημα του κ. Τσίπρα που όλα αυτά τα βρήκε μπροστά του, όταν ανέλαβε την εξουσία.
Τα θέματα της χώρας σήμερα είναι τόσο μεγάλα που δεν λύνονται με την λογική του «φύγε εσύ, έλα εσύ».
Η χώρα έχει ανάγκη μιας διακυβέρνησης με απόλυτη προτεραιότητα στις εθνικές ανάγκες, αντί να εξαντλούμαστε σε συζητήσεις για ενδεχόμενες συνεργασίες με ένα από τα δύο κόμματα του υφιστάμενου κακέκτυπου δικομματισμού. Σε κάθε περίπτωση αυτή πρέπει να είναι η προτεραιότητα για το νέο φορέα μας και όχι οι μονομερείς συνεργασίες με ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι προχωράμε τώρα για να κτίσουμε κάτι που την ίδια στιγμή απειλείται η μακρόχρονη παρουσία του στην Ευρώπη. Εννοώ τη σοσιαλδημοκρατία. Παρόλο όμως που φαίνεται ότι αυτός που πληρώνει την κρίση της πολιτικής είναι μόνο η σοσιαλδημοκρατία, αυτός που πραγματικά την πληρώνει είναι η αμφισβήτηση της πολιτικής αυτής καθαυτής. Στα απόνερα αυτής της κρίσης φυτρώνει ένα κίνημα που ζητά λιγότερη πολιτική. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο δεν είναι τυχαίο που πάνω από πολλές χώρες κινείται ένα φάντασμα. Ο ανορθολογισμός και όχι απλά ο λαϊκισμός.
Τα πράγματα μπορεί να φαίνονται απλά, αλλά δεν είναι. Ορθώς μέχρι σήμερα αυτοπροσδιοριζόμαστε ως η παράταξη που είναι απέναντι τόσο στον νεοφιλελευθερισμό όσο και στον λαϊκισμό. Χρειάζεται όμως να καταθέσουμε και τη δική μας ταυτότητα. Και αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από αυτή που εμείς εξακολουθούμε να υπερασπιζόμαστε σε πείσμα των καιρών, το λελογισμένο πρωτείο της πολιτικής.
Απαντούμε με αίσθημα ευθύνης και με δεσμούς εμπιστοσύνης. Με ευθύνη απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις και τα προβλήματα της χώρας μας, της Ευρώπης και του κόσμου και με τη δημιουργία δεσμών εμπιστοσύνης μεταξύ μας και κυρίως με τους πολίτες. Για να αποκαταστήσουμε το κύρος της πολιτικής, των θεσμών και της δημοκρατίας, για να πετύχουμε την ανάκαμψη της οικονομίας, για να υπάρξει προοπτική και προκοπή για τη νέα γενιά, για να απαλλαγούμε από το γκρίζο νέφος της αντιπολιτικής αγανάκτησης που έχει εγκατασταθεί και στην χώρα μας. Να βάλουμε τέλος στην παρακμή και στην οπισθοδρόμηση.
Το σύνθημα μας είναι «Τολμήσαμε – Πετύχαμε – Προχωράμε Μπροστά».
Τολμήσαμε σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και πετύχαμε όχι μόνο να παραμείνουμε ζωντανοί αλλά και να επανέλθουμε δυναμικά στο προσκήνιο. Και τώρα προχωράμε μπροστά.
Μπροστά όμως, κοιτώντας προς το παρελθόν, δεν γίνεται. Η δικαίωση του παρελθόντος μπορεί να ακούγεται ευχάριστη, αλλά δεν αφορά παρά ελάχιστους στην κοινωνία. Η προσδοκία για το μέλλον είναι αυτή που κινητοποιεί τους πολίτες.
Η λογική του κρατισμού, η υιοθέτηση των δήθεν εύκολων συνταγών του λαϊκισμού, με ένα λόγο που απευθύνεται σε εσωκομματικά ακροατήρια, αλλά δεν ακουμπά δυναμικές κοινωνικές ομάδες, είναι αντιπαραγωγική. Το ίδιο και μια διολίσθηση προς έναν άμορφο μεσαίο χώρο που αδιαφορεί για μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες.
Το δικό μας στίγμα μετουσιώνεται στην πρότασή μας για ένα νέο σχέδιο, με τολμηρές αλλαγές και ανατροπές και με μεταρρυθμίσεις που είναι υπέρ της πλειοψηφίας, που αφαιρούν προνόμια από μικρές αλλά ισχυρές ομάδες που αξιοποίησαν την πρόσβασή τους στο πελατειακό σύστημα. Προοδευτικές ανατροπές που αναιρούν τις παθογένειες που γέννησαν την κρίση.
Απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο και το Συνέδριο μας σε αυτό ακριβώς στοχεύει.
Μία σύγχρονη προοδευτική παράταξη που οφείλει να στηρίζει κάθε υγιή και ελπιδοφόρα ιδιωτική πρωτοβουλία και την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και ταυτόχρονα να επιδιώκει την μείωση των ανισοτήτων που δημιουργεί η ελεύθερη αγορά μέσω του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους.
Η σοσιαλδημοκρατική απάντηση στη φτώχεια, είναι ένα κράτος, που ενισχύει την παραγωγή νέου πλούτου, που επενδύει στις υπηρεσίες και όχι στα επιδόματα, στο ανθρώπινο κεφάλαιο και στην καινοτομία.
Εδώ ακριβώς έρχεται η δική μας πρόταση.
Το ερώτημα όμως είναι «πώς μπορεί κανείς να τα εγγυηθεί όλα αυτά»; Χρειάζεται πρώτα να προσδιορίσει καθαρά με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει.
Με ποιους μεσαίους;
Τους κρατικοδίαιτους ή τους καινοτόμους;
Με ποιους συνδικαλιστές;
Αυτούς της στασιμότητας ή αυτούς που θέλουν έναν υγιή συνδικαλισμό όργανο της εργασίας;
Με ποια φτωχά κοινωνικά στρώματα;
Αυτά που παρουσιάζονται μόνο στις επίσημες δηλώσεις ή αυτά της πραγματικότητας;
Ακόμη και με ποια αστική τάξη;
Την κρατικοδίαιτη, ή αυτή της πραγματικής παραγωγής υλικών και άυλων αγαθών;
Με ποιο κράτος;
Αυτό της αναπαραγωγής της φτώχειας και των ανισοτήτων ή με το κράτος παροχής κοινωνικών υπηρεσιών που λειτουργούν ως επιταχυντές της ανάπτυξης;
Η προώθηση αυτών των νέων κοινωνικών συμμαχιών με όρους παρόντος και μέλλοντος είναι που θα πείσει τους πολίτες ότι η προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου περνά μέσα από την δική μας ισχυροποίηση. Μόνο αυτή η ισχυροποίηση χαλάει τα καιροσκοπικά σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ και τα συντηρητικά της ΝΔ. Και αυτή η ισχυροποίηση θα έρθει όταν όλοι ξέρουν με ποιον και με τι είμαστε. Και σε αυτή την περίπτωση εφόσον οι πολίτες φέρουν το νέο φορέα μέσα στις τρεις πρώτες δυνάμεις, και λάβει διερευνητική εντολή, αυτός οφείλει να καταθέσει και να διαπραγματευθεί την δική του προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης σε όλα τα δημοκρατικά φιλοευρωπαϊκά κόμματα.
Για να πείσουμε όμως τους πολίτες πρέπει πρώτοι εμείς να δείξουμε ότι είμαστε έτοιμοι να πραγματοποιήσουμε υπερβάσεις ενοποιούμενοι. Να δείξουμε ότι οικοδομούμε κάτι πραγματικά καινοτόμο. Ένα Δημοκρατικό Κόμμα ανοιχτό στην κοινωνία και στους πολίτες και με διασφαλισμένη τη συμμετοχή των μελών και των φίλων του στη διαμόρφωση της πολιτικής του και στη λήψη των αποφάσεων.
Σήμερα κάνουμε ένα ιστορικό βήμα, που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2015. Σήμερα ενώνουμε τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής αριστεράς, του προοδευτικού μεταρρυθμιστικού κέντρου. Είναι το συνέδριο της προοπτικής.
Όταν πριν 2,5 χρόνια η ΔΗΜΑΡ με το ΠΑΣΟΚ αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε το εγχείρημα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ελάχιστοι πίστευαν στην επιτυχία του. Οι Κασσάνδρες όμως διαψεύστηκαν.
Σε όλο το προηγούμενο διάστημα στην Δημοκρατική Αριστερά λειτουργήσαμε απολύτως εποικοδομητικά και προωθητικά και με το βλέμμα στο μέλλον με προτεραιότητα την επιτυχία του κοινού μας εγχειρήματος. Προτείναμε και πιέσαμε για προωθητικές ενέργειες, όπως την εκλογή επικεφαλής από τη βάση εντός του 2017 και την συμπόρευση όλων των δυνάμεων για έναν ισχυρό ενιαίο φορέα. Σημαντικές προτάσεις μας βέβαια, που θεωρούμε ότι θα οδηγούσαν σε ακόμη καλύτερο αποτέλεσμα, δεν υιοθετήθηκαν, όπως η διεξαγωγή του Συνεδρίου πριν από την εκλογή επικεφαλής και η άμεση δημιουργία ενιαίου φορέα ή ακόμη και η διπλή κάλπη ώστε κάτι τέτοιο να είχε αποφασισθεί από τη βάση. Αν για παράδειγμα το Συνέδριο είχε διεξαχθεί πριν από την εκλογή επικεφαλής, όπως είχαμε προτείνει, πολλά προβλήματα που παρουσιάζονται σήμερα θα είχαν αποφευχθεί. Το ισοζύγιο είναι όμως σαφώς θετικό. Εξάλλου για ό,τι έχει συμβεί αυτά τα χρόνια, σε αυτό το ταξίδι της κεντροαριστεράς, ισχύει πάντα το ότι «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».
Χρειάζονται να γίνουν πολλά ακόμη αν θέλουμε να πετύχουμε την μεγάλη τομή στον προοδευτικό χώρο. Αν μείνουμε περιχαρακωμένοι στην αγωνία για δικαίωση, στα ιδεολογικά στερεότυπα τότε θα λέμε πολλά αλλά τελικά θα κάνουμε λίγα. Για να γίνει ο υπό διαμόρφωση προοδευτικός πόλος ισχυρός θα πρέπει να εκφράσει και εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που σήμερα βρίσκεται εκτός των υπαρχόντων κομματικών σχηματισμών.
Απαιτούνται τολμηρές αποφάσεις μακριά από προσωπικές και συλλογικές ανασφάλειες.
Η ενοποίηση των Κοινοβουλευτικών Ομάδων της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ και Ποταμιού σε μία ισχυρή Κοινοβουλευτική Ομάδα υπό την εκλεγμένη επικεφαλής Φώφη Γεννηματά θα δώσει ακόμη μεγαλύτερη δυναμική στο εγχείρημα και θα συμβάλλει στην υπέρβαση αντιφάσεων που αλλιώς συνεχώς θα εμφανίζονται. Θα είναι παγκόσμια πρωτοτυπία που θα μπερδέψει τους πολίτες εάν συνεχίσει, να υπάρχει εκτός Βουλής νέος φορέας με νέο όνομα και εντός Βουλής άλλη εικόνα με ξεχωριστές κοινοβουλευτικές ομάδες.
Όσον αφορά την μετεκλογική μας στάση, όταν έρθει εκείνη η στιγμή και τεθεί θέμα, προτείνω να την αποφασίσει η βάση όλης της κεντροαριστεράς με ηλεκτρονικό δημοψήφισμα. Πρέπει και εμείς να υιοθετήσουμε τις βέλτιστες δημοκρατικές πρακτικές, με τις κρίσιμες αποφάσεις στα σοβαρά θέματα να λαμβάνονται συλλογικά από την βάση, αν θέλουμε να είμαστε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα.
Σχετικά με το όνομα του νέου φορέα, αυτό θα έπρεπε να είναι πιο ευρύ, όχι συγκυριακό, να μπορεί να εκφράζει καλύτερα όλο το χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής αριστεράς και του προοδευτικού κέντρου. Και βέβαια δεν μπορεί παρά να αποφασίζεται με δημοκρατικές συλλογικές διαδικασίες μακριά από προσπάθειες δημιουργίας τετελεσμένων που έρχονται από το παρελθόν. Μία ονομασία με βαθύτερο πολιτικό περιεχόμενο, όπως Δημοκρατικό Κόμμα ή Προοδευτική Παράταξη ανταποκρίνεται καλύτερα τόσο στο πολιτικό περιεχόμενο του εγχειρήματος μας όσο και στην αναγκαιότητα δημιουργίας ενιαίου κόμματος – παράταξης.
Τα σύγχρονα πολιτικά κόμματα, ιδίως στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, είναι πολυσυλλεκτικά,. Είναι φυσικό, στο πλαίσιο της λειτουργίας τους, να εκφράζονται και να συντίθενται διαφορετικές απόψεις και αποχρώσεις.
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο δουλέψαμε, συλλογικά, με υπευθυνότητα και συνέπεια, για ένα σύγχρονο καταστατικό που ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός σύγχρονου κόμματος με καινοτόμες ρυθμίσεις, που ενισχύουν τις συλλογικές διαδικασίες και τη διαφάνεια. Ένα μοντέλο οργάνωσης, με τέσσερις οργανωτικούς άξονες, που οδηγεί σε ένα σύγχρονο, ανοιχτό, συμμετοχικό, δημοκρατικό κόμμα, που λαμβάνει υπόψη τους πολίτες που έλαβαν μέρος στις πρόσφατες διαδικασίες και τα κόμματα και τις κινήσεις που συμμετέχουν στο εγχείρημά μας.
Ένα καταστατικό που προβλέπει ενισχυμένες οριζόντιες διαδικασίες, ένα e-κόμμα, με ηλεκτρονικά δημοψηφίσματα, ανανέωση με θητείες στα όργανα και ασυμβίβαστες θέσεις των στελεχών του σε σχέση με το κράτος. Χρειαζόμαστε αποκρατικοποιημένα κόμματα για να έχουμε αποκομματικοποιημένο κράτος.
Θεσμοθετούμε το νέο ενιαίο φορέα μας με τάσεις και ρεύματα ιδεών, με τις αναγκαίες μεταβατικές διατάξεις για όσο διάστημα συνυπάρχουν τα κόμματα και οι κινήσεις.
Είμαι από αυτούς που υποστήριξαν από την αρχή ότι έπρεπε να προχωρήσουμε σε έναν απολύτως ενιαίο φορέα. Τα πράγματα όμως προχωράνε με τις αναγκαίες συνθέσεις που σέβονται τη θέληση όλων. Στο πλαίσιο αυτό, καταγράφεται στο καταστατικό ένα σχέδιο με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα μετάβασης από τη σημερινή μορφή στον πλήρως ενιαίο φορέα με τάσεις και ρεύματα ιδεών.
Την περίοδο αυτή πρέπει να επαναφέρουμε την πολιτική στο προσκήνιο. Με καινοτόμες και ανατρεπτικές προοδευτικές πολιτικές. Με ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών και δράσεων για να καθορίζουμε εμείς την πολιτική ατζέντα. Οι συλλογικές και καινοτόμες διαδικασίες που κατοχυρώνονται από το καταστατικό μαζί με το καινοτόμο προοδευτικό μας πρόγραμμα είναι τα δύο κρίσιμα στοιχεία που συγκροτούν την ταυτότητα και θα εκπέμψουν το στίγμα που θα κάνει διακριτό το νέο φορέα.
Ξεκινάμε σήμερα όλοι μαζί στη δημιουργία ενός νέου ενιαίου ανοικτού δημοκρατικού και σύγχρονου κόμματος, με νέο όνομα, δομή, σύμβολα, καταστατικό και όργανα, με σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση και θέσεις κατά τα πρότυπα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών κομμάτων. Αλλά πρωτίστως πρέπει να προχωρήσουμε στη δημιουργία ενός ζωντανού κόμματος. Και τέτοιο, είναι το κόμμα των μελών του. Γιατί η πολιτική για να αρέσει πρέπει να εμπνέει. Και θα αρέσει και θα εμπνέει μόνο από τη στιγμή που ο καθένας που εμπλέκεται σ’ αυτήν θα αισθάνεται ότι είναι μέτοχος σε μια κοινή προσπάθεια για την επίτευξη κοινών αξιών και όχι απλά χειροκροτητής ή οπαδός.
Οι προοδευτικοί πολίτες επαναδραστηριοποιήθηκαν για μία σύγχρονη παράταξη που θα απευθύνεται στο παρόν και στο μέλλον. Είναι ευθύνη όλων μας να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες τους και οι διερ-γα¬σί¬ες μας να οδηγήσουν σε έναν ισχυρό σοσιαλδημοκρατικό φορέα.
Από εμάς εξαρτάται να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Και θα σταθούμε, αρκεί να πάρουμε τολμηρές αποφάσεις. Τα πράγματα δεν γυρίζουν πίσω, προχωράμε για μία ισχυρή Προοδευτική Παράταξη, για ένα ισχυρό Δημοκρατικό Κόμμα.
Ο δρόμος που ανοίξαμε για μία ισχυρή ενωμένη και ανανεωμένη κεντροαριστερά μπορεί να είχε και να έχει ανηφόρες, εμπόδια και στροφές, αλλά τώρα ο τελικός προορισμός φαίνεται πιο καθαρά από ποτέ.
ΤΟΛΜΗΣΑΜΕ σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες να ξεκινήσουμε το ταξίδι της κεντροαριστεράς για να υπερβεί η χώρα την κρίση με σχέδιο και όραμα.
ΠΕΤΥΧΑΜΕ να ενώσουμε τον προοδευτικό χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής αριστεράς και του προοδευτικού κέντρου.
ΠΡΟΧΩΡΑΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ για την σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία.
ΕΙΝΑΙ Η ΩΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΞΗ, ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ.
Από εδώ, σήμερα, δίνουμε λοιπόν το σήμα. Να γίνει το προοδευτικό, σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα μια πλειοψηφική πρόταση. Ένα ρεύμα κοινωνικής ευθύνης και ρεαλιστικής προοπτικής. ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΜΑΣ!