Ο ιστορικός αρχαίος ελαιώνας της Άμφισσας αποτελεί κατά ένα μεγάλο μέρος παρελθόν. Το Documento πραγματοποίησε οδοιπορικό στην περιοχή που εκτείνεται από τους πρόποδες του Παρνασσού και της Γκιώνας μέχρι τον Κορινθιακό κόλπο και κατέγραψε τις εικόνες της καταστροφής. Η ζημιά, πέρα από τα οικονομικά προβλήματα που αυτονόητα θα προκαλέσει στον πληθυσμό της περιοχής, αποτελεί πλήγμα στην ιστορική κληρονομιά.
Πάνω από 12.000 στρέμματα γης, εκ των οποίων οι 3.000 αποτελούσαν μέρος του αρχαίου ελαιώνα που εκτείνεται από τους πρόποδες του Παρνασσού και της Γκιώνας μέχρι τον Κορινθιακό κόλπο στον νομό Φωκίδας, έγιναν στάχτη. Αυτό είναι το τραγικό αποτέλεσμα της μεγάλης πυρκαγιάς που ξέσπασε στην περιοχή μεταξύ της Ιτέας και της Άμφισσας το βράδυ της 4ης Ιουλίου και προτού τεθεί υπό έλεγχο έσβησε από τον χάρτη μεγάλο μέρος του ιστορικού ελαιώνα, του αρχαιότερου και μεγαλύτερου στην Ελλάδα. Το Documento βρέθηκε στην περιοχή λίγα μόνο εικοσιτετράωρα μετά την καταστροφή και κατέγραψε τις θλιβερές εικόνες. Η άλλοτε μαγευτική ορεινή διαδρομή, με τη θέα στο Κρισσαίο Πεδίο και στον απαράμιλλης ομορφιάς Κορινθιακό κόλπο, προκαλεί σήμερα θλίψη. Κατεβαίνοντας κανείς από τους Δελφούς, το κέντρο του δήμου στον οποίο υπάγονται η πρωτεύουσα της Φωκίδας Άμφισσα και η παραλιακή Ιτέα, μπορεί ακόμη να αντικρίσει τον ελαιώνα. Μόνο που το άλλοτε καταπράσινο τοπίο είναι πια σε μεγάλο βαθμό κατάμαυρο. Η κατεστραμμένη περιοχή ήταν μέρος ζώνης απόλυτης προστασίας, όπως αυτή έχει οριοθετηθεί εδώ και πάνω από 30 χρόνια.
Απέραντες καμένες εκτάσεις
Σε ολόκληρη τη διαδρομή η μυρωδιά της καμένης γης είναι έντονη. Στα αριστερά και τα δεξιά του δρόμου που συνδέει τα χωριά με την Άμφισσα αντικρίζει κανείς απέραντες καμένες εκτάσεις. Οι ελιές, δέντρο το οποίο σε αντίθεση με το πεύκο καίγεται δύσκολα, είναι νεκρές. Το κίτρινο χρώμα των φύλλων τους μαρτυρά την καταστροφή. Όπως άλλωστε και οι πεσμένοι και κατεστραμμένοι τεράστιοι κορμοί καταδεικνύουν την ιστορικότητα του χώρου. Δέντρα τα οποία άρχισαν να καλλιεργούνται κυριολεκτικά πριν από χιλιάδες χρόνια χάθηκαν για πάντα.
Η θλίψη που προκαλεί το τοπίο και εκφράζεται από τους κατοίκους της περιοχής είναι έντονη. Πολλοί είδαν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται. Ακόμη κι εκείνοι όμως που δεν βιοπορίζονταν από τον ελαιώνα αντιλαμβάνονται το μέγεθος της τραγωδίας. Εξάλλου η καταστροφή της περιοχής –η δεύτερη από το 2013, όταν μια άλλη πυρκαγιά κατέστρεψε μέρος του δελφικού τοπίου– έχει αναμφίβολα και πολιτιστικές συνέπειες. Πρόκειται άλλωστε για μια περιοχή την οποία τόσο τους καλοκαιρινούς όσο βέβαια και τους χειμερινούς μήνες επισκέπτονται χιλιάδες ταξιδιώτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, ώστε όχι μόνο να απολαύσουν άλλοτε τη γοητεία της θάλασσας και άλλοτε εκείνη του βουνού, αλλά κυρίως για να επισκεφθούν αρχαιολογικά μνημεία σπουδαίας ιστορικότητας.
Το καλό νέο είναι ότι η μεγάλη φωτιά έγλειψε τα γραφικά χωριά της περιοχής αλλά χάρη στην επέμβαση των πυροσβεστικών δυνάμεων –εναέριων και επίγειων– ο περαιτέρω κίνδυνος αποσοβήθηκε. Ομως οι συνέπειες για τον αγροτικό πληθυσμό της περιοχής θα είναι δυσβάστακτες. Οι κάτοικοι της Φωκίδας ανήκουν πια στην άτυπη, αλλά πάντως μεγάλη, ομάδα των πυρόπληκτων που είδαν τον τόπο τους και τις περιουσίες τους να σβήνονται από τον χάρτη σε μόνο μία νύχτα.
Μεγάλη πληγή για καλλιεργητές και κατοίκους
Ο Κώστας είναι κάτοικος ενός μικρού χωριού με το όνομα Σερνικάκι. Λέγεται ότι η πυρκαγιά ξεκίνησε από εκεί, αν και ο ίδιος το αμφισβήτησε. Καθισμένος έξω από ένα παντοπωλείο, φορώντας ένα ανοικτό πουκάμισο κι ενώ απολάμβανε μια παγωμένη μπίρα, δέχτηκε να απαντήσει σε μερικές από τις ερωτήσεις μας. Σχετικά ανακουφισμένος από το γεγονός ότι ο ελαιώνας δεν καταστράφηκε ολοσχερώς, εξήγησε στο Documento ότι η περιοχή στην οποία ζει από μικρό παιδί δεν θα έχει άλλη ευκαιρία. «Καήκαμε και το 2013, αλλά καταφέραμε να επανέλθουμε. Αυτή ήταν η δεύτερη φορά. Δεν ξέρω αν ο τόπος θα έχει άλλη ευκαιρία» είπε.
Φειδωλός στις περιγραφές του, συμπλήρωσε ότι πιθανότατα η πυρκαγιά ξεκίνησε από μια σχετικά δύσβατη περιοχή απέναντι από το χωριό. Πάντως, σημείωσε, «η πυροσβεστική αντέδρασε γρήγορα». «Αμέσως μόλις στάθηκε δυνατό σηκώθηκαν και αεροπλάνα και πρόλαβαν το μεγάλο κακό» πρόσθεσε. Πράγματι στην περιοχή, μέρες πια μετά το ξέσπασμα της πυρκαγιάς, κυκλοφορούσαν οχήματα της πυροσβεστικής. Οι περιπολίες σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απαραίτητες προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν αναζωπύρωση. Άλλωστε ύστερα από τέτοιας έκτασης και έντασης πυρκαγιές το έδαφος μπορεί να καίει και να καπνίζει επί αρκετές ημέρες, γεγονός το οποίο αποτύπωσε και ο φωτογραφικός φακός του Documento.
Διπλή καταστροφή, σε παραγωγή και στο μνημείο της φύσης
Ο δήμαρχος των Δελφών Παναγιώτης Ταγκαλής από την πλευρά του εξήγησε στο Documento ότι «η καταστροφή αυτή έχει διπλό χαρακτήρα». «Καταρχάς» είπε «για τους καλλιεργητές, επειδή είναι μια πολύ μεγάλη πληγή στην τοπική οικονομία και στον πρωτογενή τομέα». Ο Π. Ταγκαλής εξήγησε ότι είναι η δεύτερη φορά που συμβαίνει τα τελευταία εννέα χρόνια. «Καταλαβαίνετε ότι επλήγησαν οι ίδιες περιοχές. Συνεπώς για αρχή θα υπάρξει μείωση του εισοδήματος των αγροτών» σημείωσε.
Αναφορικά με την ιστορικότητα του χώρου, εξήγησε στο Documento ότι «η καταστροφή αφορά το πολιτιστικό προϊόν, διότι δεν παύει να είναι μνημείο της φύσης κηρυγμένο από την UNESCO. Αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του δελφικού τοπίου και αυτό έχει και συνέπειες πολιτιστικές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται» σημείωσε.
Σε πάνω από δέκα χρόνια η αναγέννηση του τοπίου
Τη μεγάλη οικολογική καταστροφή επισημαίνει στο Documento και ο καθηγητής Βιολογικής Γεωργίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτρης Μπιλάλης. Σύμφωνα με τον ίδιο, πάρα πολλά από αυτά τα αγροκτήματα ήταν σε καθεστώς βιολογικής γεωργίας, δηλαδή προστατευόμενης γεωργίας. Πλέον είναι πάρα πολύ μεγάλη η οικονομική ζημιά στους παραγωγούς, συν το γεγονός ότι χάνεται και η ιστορική παράδοση. Κατά τον Δ. Μπιλάλη «πρέπει άμεσα να λειτουργήσει ένα πρόγραμμα ανασύστασης του ελαιώνα της Άμφισσας».
Ο καθηγητής εξηγεί στο Documento ότι «χρειάζεται αμέσως να γίνει μια μελέτη έτσι ώστε να διαπιστωθεί τι καταστράφηκε και τι όχι και οι συνάδελφοι δενδροκόμοι άμεσα να προτείνουν λύσεις. Δεν καταστράφηκε καθολικά ο ελαιώνας, υπάρχουν ζώνες που σωθήκαν. Πρέπει να βγει ένα πρόγραμμα που θα τον αναγεννήσει, γεγονός που θα πάρει δέκα έως δεκαπέντε χρόνια» είπε.
Η αξία του ελαιώνα της Άμφισσας αποδεικνύεται από το γεγονός ότι πρόκειται για μια από τις δύο προστατευόμενες και διατηρούμενες, ως ιδιαίτερου και ιστορικού κάλλους και ιδιαίτερης σημασίας, καλλιέργειες στην Ελλάδα. Η δεύτερη, σύμφωνα με τον Δ. Μπιλάλη, είναι ο αμπελώνας της Σαντορίνης. Κατά τον καθηγητή Βιολογικής Γεωργίας, «η διατήρηση των ελαιώνων, του παραδοσιακού ελαιώνα της Άμφισσας, χρηματοδοτείται από προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης μέσω της κοινής αγροτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Όμως ο ίδιος εκφράζει φόβους ότι η Ελλάδα σχεδίασε προγράμματα ως προς τη διατήρηση αλλά όχι ως προς την προστασία από προβλήματα όπως οι πυρκαγιές. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μπιλάλη, «εδώ χρήζει επανασχεδιασμός όλης της ελληνικής γεωργίας προκειμένου να προστατεύσουμε ιστορικές καλλιέργειες από πυρκαγιές και από άλλα ακραία φαινόμενα που φέρνει και η κλιματική μεταβολή».
«Θα έπρεπε» καταλήγει «να είχαμε σκεφτεί ως χώρα να πάρουμε και μέτρα προστασίας από πυρκαγιές. Όταν θέλεις να συντηρήσεις κάτι το προστατεύεις από όλους τους παράγοντες, δεν δίνεις μόνο λεφτά σε αγρότες. Άρα θα έπρεπε να έχουμε ένα γεωργικό πρόγραμμα που θα προστατεύει από φωτιές και πλημμύρες και όχι απλώς να μοιράζουμε τα κοινοτικά χρήματα».
Ηλικίας τριών χιλιετιών
Ο ελαιώνας της Άμφισσας στο Κρισσαίο Πεδίο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτού που ορίζουμε ως δελφικό τοπίο. Έχει χαρακτηριστεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομίας από την UNESCO καθώς είναι ο μεγαλύτερος σε έκταση συνεχόμενος ελαιώνας της χώρας. Καλύπτει πάνω από 55.000 στρέμματα, με 1.200.000 ελαιόδεντρα, πολλά από τα οποία είναι υπεραιωνόβια. Το 1981 με ψήφισμα χαρακτηρίστηκε παραδοσιακός και προστατευόμενος, με απαγόρευση ανάπτυξης τουριστικών μονάδων εκτός των αστικών περιοχών. Τον Αύγουστο του 2013 είχε προηγηθεί άλλη μια μεγάλη πυρκαγιά, που έκαψε 50.000-60.000 ελιές, οι περισσότερες εξ αυτών αιωνόβιες.
Όπως σημειώθηκε σε συνέδριο με θέμα την ελιά στο ΚΠΕ Καλαμάτας, ο ελαιώνας της Άμφισσας είναι ένας από τους παλαιότερους ελαιώνες της χώρας, ηλικίας 3.000 χρόνων, και ο αρχαιότερος οργανωμένος. Τα πρώτα στοιχεία κάνουν λόγο για μάζεμα καρπών των αγριελιών ήδη από τη νεολιθική εποχή. Πρώτοι οι Πελασγοί φύτεψαν ελιές κατά τα προϊστορικά χρόνια και η καλλιέργεια της ελιάς συνεχίστηκε από τους Αιολείς. Στους κλασικούς χρόνους αποτελούσε μήλο της έριδας μεταξύ των κατοίκων της Άμφισσας και του μαντείου των Δελφών.
Κατά τον Μεσαίωνα η καλλιέργεια του ελαιώνα εντατικοποιήθηκε, οπότε και άρχισε ουσιαστικά η διαμόρφωσή του από τους Ενετούς (13ος αιώνας). Ο ελαιώνας πύκνωσε φτάνοντας τα 10-15 δέντρα το στρέμμα. Πρόκειται για ένα τεχνητό οικοσύστημα διαμορφωμένο από τον άνθρωπο. Φημολογείται ότι επί Όθωνα χρησιμοποιήθηκε ως ενέχυρο για δάνειο που πήρε η χώρα από την Αγγλία.