Ποικίλες αντιδράσεις προκάλεσε από το πρωί της Πέμπτης, η Κοινή Υπουργική Απόφαση και κατά πόσον ένας κάτοχος διπλώματος οδήγησης αυτοκινήτου (κατηγορία Β) θα μπορεί να οδηγήσει μικρή μοτοσικλέτα, έως 125 κυβικά εκατοστά. Το υπουργείο Μεταφορών έδωσε… εκ των υστέρων διευκρινίσεις.
Προηγήθηκε τηλεγράφημα του ΑΠΕ που ανέφερε ότι το εξής ο κάτοχος διπλώματος οδήγησης αυτοκινήτου κατηγορίας Β μπορεί να οδηγήσει και μοτοσικλέτα μέχρι και 125 κ.εκ χωρίς εξετάσεις και εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι οδηγοί αυτοκινήτου μπορούν στο εξής νόμιμα να οδηγούν σε όλη την επικράτεια μοτοσικλέτες μέχρι 125 κ. εκ. χωρίς την υποχρέωση να έχουν «βγάλει» δίπλωμα οδήγησης.
Όπως ανέφερε, όλα αυτά αναφέρονται στην υπ’ αριθμόν Κοινή Υπουργική Απόφαση A3/Οικ. 56475/6635 που προσαρμόζει την ελληνική νομοθεσία ως προς τις διατάξεις της οδηγίας 2020/612/ΕΕ της Επιτροπής της 4ης Μαΐου 2020, η οποία τροποποιεί την οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης, καθώς και τροποποιεί τo Παράρτημα Ι του π.δ. 51/2012 (Α΄ 101).
Διευκρινίσεις από το υπουργείο
Ωστόσο, αρκετές ώρες αργότερα, μετά τον σάλο που προκλήθηκε, το υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών, έσπευσε να δώσει διευκρινίσεις. Όπως αναφέρουν: «Δεν δίνεται αυτόματα το δικαίωμα οδήγησης δικύκλου κατηγορίας Α1 από κάτοχο άδειας οδήγησης κατηγορίας Β, για το οποίο απαιτείται νόμος, ο οποίος, αν και εφόσον εκδοθεί, θα περιγράφει τους όρους και προϋποθέσεις για την ισοδυναμία των αδειών οδήγησης».
Αναλυτικά η διευκρίνιση:
«Με αφορμή την Κοινή Υπουργική Απόφαση (A3/Οικ. 56475/6635) που συνυπέγραψε ο Υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης και αφορά στην προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2020/612/ΕΕ της Επιτροπής της 4ης Μαΐου 2020, η οποία τροποποιεί την οδηγία 2006/126/ΕΚ για τις άδειες οδήγησης, διευκρινίζονται τα ακόλουθα:
Η συγκεκριμένη ρύθμιση αφορά μόνο στην προσαρμογή του Πληροφοριακού Συστήματος του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα συμπλήρωσης του εντύπου των αδειών οδήγησης.
Συνεπώς, δεν δίνεται αυτόματα το δικαίωμα οδήγησης δικύκλου κατηγορίας Α1 από κάτοχο άδειας οδήγησης κατηγορίας Β, για το οποίο απαιτείται νόμος, ο οποίος, αν και εφόσον εκδοθεί, θα περιγράφει τους όρους και προϋποθέσεις για την ισοδυναμία των αδειών οδήγησης.
Έτσι, με τη συγκεκριμένη απόφαση δεν αλλάζει το ισχύον πλαίσιο για τις άδειες οδήγησης και συνεπώς, τα σχετικά δημοσιεύματα, καθώς και τυχόν σκόπιμες και παραπλανητικές αντιδράσεις φορέων, δεν έχουν καμία βάση.
Γενικότερα, στο πλαίσιο που παρέχει η σχετική ευρωπαϊκή οδηγία και με βάση τις καλές πρακτικές άλλων χωρών, το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών θα εξετάσει το ζήτημα των ισοδυναμιών στο πλαίσιο της νομοθετικής παρέμβασης για τη Μικροκινητικότητα».
Αντιδράσεις
Νωρίτερα, πριν τη διευκρίνιση του υπουργείου, εκφράστηκαν σοβαρές αντιρρήσεις καθώς εκτιμάται πως μία τέτοια εξέλιξη θα εκτίνασσε τον αριθμό των τροχαίων ατυχημάτων. Ο Πανελλήνιος Συλλόγος Εκπαιδευτών Οδήγησης υποστήριξε πως με τη συγκεκριμένη απόφαση η οποία καταργεί την εκπαίδευση ενός υποψηφίου οδηγού μοτοσικλέτας, θα απογειώσει τα τροχαία συμβάντα στην χώρα μας. «Δεν έχει θέση μια τέτοια νομοθεσία-ντροπή σε μια χώρα όπου μόνο το 2018 καταγράφηκαν 6.638 παθόντα πρόσωπα σε τροχαία συμβάντα με μοτοσικλέτα», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Εκπαιδευτών Οδήγησης, Αρης Ζωγράφος και συνεχίζει: «Η μοτοσικλέτα συμπεριφέρεται διαφορετικά από τα άλλα οχήματα επειδή έχει διαφορετική φιλοσοφία κατασκευής. Είναι όχημα μονής γραμμής, ο οδηγός βρίσκεται επάνω και όχι μέσα στο όχημα, και για αυτό τον λόγο ο χειρισμός της είναι πολύ πιο δύσκολος από τον χειρισμό ενός αυτοκινήτου. Η μοτοσικλέτα στρίβει, φρενάρει, επιταχύνει και συμπεριφέρεται διαφορετικά από ένα αυτοκίνητο, απαιτεί καλή ισορροπία και πλήρη συντονισμό άκρων από τον αναβάτη».
Ο κ. Ζωγράφος ανέφερε: «λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη όλα τα παραπάνω, γίνεται σαφές το προφανές: όχι μόνο είναι αναγκαίο ένας οδηγός μοτοσικλέτας να εκπαιδεύεται, αλλά χρειάζεται η εκπαίδευση αυτή να είναι εξειδικευμένη στις αυξημένες απαιτήσεις του οχήματος και της οδικής πραγματικότητας».