Η πρόσφατη καταδίκη του φαρμακευτικού κολοσσού Johnson & Johnson ύστερα από μήνυση της πολιτείας της Οκλαχόμα ανοίγει το πρώτο κεφάλαιο ενός μεγάλου σκανδάλου.
«Η Johnson & Johnson βρισκόταν σε συνεννόηση με άλλες φαρμακευτικές προκειμένου να επιβάλουν την πιο θανατηφόρα ανθρωπογενή επιδημία που έχουν δει ποτέ οι Ηνωμένες Πολιτείες» υπογράμμισε μετά την καταδικαστική απόφαση ο γενικός εισαγγελέας της Οκλαχόμα Μάικ Χάντε
«Σήμερα πετύχαμε μια σημαντική νίκη για την πολιτεία της Οκλαχόμα, για το αμερικανικό έθνος και για όσους έχουν χάσει κάποιο αγαπημένο πρόσωπο λόγω υπερβολικής δόσης οπιοειδών. Τα αποδεικτικά στοιχεία και οι καταθέσεις των 109 μαρτύρων, συγγενών των θυμάτων, μας έδειξαν ότι αυτή η εταιρεία δεν έλεγε απλώς ψέματα για να παραπλανήσει τους γιατρούς και το κοινό. Αλλά βρισκόταν σε συνεννόηση με άλλες φαρμακευτικές εταιρείες προκειμένου να επιβάλουν την πιο θανατηφόρα ανθρωπογενή επιδημία που έχουν δει ποτέ οι ΗΠΑ».
Αυτά ήταν τα λόγια του γενικού εισαγγελέα Μάικ Χάντερ μετά την καταδικαστική απόφαση κατά της φαρμακοβιομηχανίας Johnson & Johnson επειδή «δημιούργησε κακόβουλα και με δόλιο τρόπο επιδημία οπιοειδών στην πολιτεία της Οκλαχόμα συμβάλλοντας στον θάνατο 6.000 ανθρώπων μόνο από το 2000 και μετά».
Η δίκη αυτή είναι η πρώτη στην οποία μια πολιτεία των ΗΠΑ μήνυσε μια φαρμακευτική εταιρεία –και μάλιστα κολοσσό στον τομέα της– επειδή κατέστρεψε τη ζωή χιλιάδων πολιτών της.
Μηχανισμός παραπλάνησης
Η Johnson & Johnson καταδικάστηκε όχι μόνο επειδή πρόβαλε ψευδείς ισχυρισμούς αναφορικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των δικών της παυσίπονων που είχαν βάση τα οπιοειδή, αλλά και επειδή άλλαξε την ιατρική πρακτική με «παραπλανητικές μεθοδεύσεις» που αποσκοπούσαν στο να αποσπάσουν την προσοχή των γιατρών από τη θεραπεία των ασθενών και να την κατευθύνουν στη συνταγογράφηση οπιοειδών.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, η εταιρεία έστελνε πλασιέ στα ιατρεία της Οκλαχόμα για να παραδώσουν φυλλάδια με παραπλανητικά μηνύματα για την ενημέρωση των γιατρών και των ασθενών, ενώ διακινούσε ψευδείς πληροφορίες για τη δράση φαρμάκων της στο διαδίκτυο.
Αναφέρεται επίσης ότι οι πωλητές της εταιρείας ήταν εκπαιδευμένοι στο να μετριάζουν τις ανησυχίες των γιατρών σχετικά με τον εθισμό που προκαλούν τα φάρμακα στους ασθενείς παραποιώντας τις πληροφορίες αναφορικά με τη σύστασή τους και στόχευαν σε ασθενείς που εύκολα μπορούν να πέσουν σε καταχρήσεις όπως είναι οι άντρες ηλικίας κάτω των 40 ετών.
Και όμως η μετοχή ανέβηκε
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι μετά την έκδοση της απόφασης και ύστερα από ολιγόωρη αναμονή η τιμή της μετοχής της εταιρείας ανέβηκε κατά περίπου 4% της αξίας της. Παρατηρητές εκτιμούν ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αρχικά ο εισαγγελέας είχε ζητήσει να επιβληθεί στην εταιρεία πρόστιμο αξίας 17,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων προκειμένου η πολιτεία της Οκλαχόμα να χρηματοδοτήσει προγράμματα απεξάρτησης από τα οπιοειδή. Τελικά το δικαστήριο επέβαλε πολύ μικρότερο πρόστιμο ύψους 572 εκατομμυρίων δολαρίων.
Εκπρόσωπος της διοίκησης της Johnson & Johnson δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι η εταιρεία του απορρίπτει όλες τις κατηγορίες και ότι τα προϊόντα της υποστηρίζονται επιστημονικά. Ισχυρίστηκε ότι τα επιχειρήματα του δικαστηρίου ήταν ψευδή, ότι χρησιμοποιήθηκε ως αποδιοπομπαίος τράγος για το πρόβλημα των ναρκωτικών που υπάρχει στις ΗΠΑ και ότι θα ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Με δεδομένο ότι στην άκρη του δικαστικού τούνελ μπορεί να βρίσκονται μεγάλες αποζημιώσεις, ίσως βλέπουμε την έναρξη μιας πολύχρονης και πολυπλόκαμης «βιομηχανίας αγωγών», ανάλογης με εκείνη κατά των καπνοβιομηχανιών. Χιλιάδες παρόμοιες δίκες διεξάγονται σε διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ.