Τα όσα βιώνουν η χώρα μας, η Ευρώπη και ο πλανήτης είναι πρωτοφανή, όπως και οι όποιες προεκτάσεις προκύψουν από αυτά.
Από τη μία έχουμε μια μεγάλης έκτασης υγειονομική κρίση, με μια νόσο που θερίζει χιλιάδες ανθρώπινες ζωές προκαλώντας πρωτόγνωρες καταστάσεις για τη σύγχρονη ανθρωπότητα. Και από την άλλη ένα σύστημα υγείας που παγκοσμίως δοκιμάζεται μαζί με μια οικονομία που γι’ άλλη μια φορά μπαίνει κι αυτή στην… εντατική.
Φυσικά, πέρα από τον νέο κορονοϊό, η ανθρωπότητα βρέθηκε αυτές τις δύσκολες στιγμές αντιμέτωπη και με ένα δημόσιο σύστημα υγείας που παγκοσμίως παραπαίει, καθώς πριν από την πανδημία είχε χτυπηθεί βάναυσα παγκοσμίως –με διαφορετική ένταση– από τον νεοφιλελευθερισμό. Θυμόμαστε τότε που οι διάφοροι… αστέρες επίγονοι της σχολής του Σικάγου καλούσαν σε μαζική ιδιωτικοποίηση του συστήματος, σε outsourcing, σε απολύσεις, μέχρι και σε συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα οψίμως.
Προφανώς λοιπόν ο σύγχρονος καπιταλισμός είχε βάλει βαθιά το χεράκι του πριν από την κρίση και είχε αφήσει ένα δημόσιο σύστημα υγείας στην καλύτερη των περιπτώσεων ανεπαρκές. Ολα αυτά φυσικά δεν άλλαξαν ούτε και εν μέσω αυτής. Καθώς παρά τα μεγάλα λόγια για τους ήρωες γιατρούς και νοσηλευτές, παρά τα χειροκροτήματα και τις διακηρύξεις για το δημόσιο σύστημα υγείας, στην πράξη στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν έχει υπάρξει καμία γενναία στήριξη αυτού του συστήματος, παρά μονάχα ευχαριστίες, συγχαρητήρια και ευχολόγια.
Βέβαια, καταλαβαίνει κανείς ότι είναι δύσκολο για όλους εκείνους που τόσα χρόνια λιβάνιζαν μια δήθεν ελεύθερη αγορά με αόρατα χέρια που ρυθμίζει τα πάντα και ξόρκιζαν οτιδήποτε συνιστούσε δημόσιο αγαθό τώρα ξαφνικά να αντιληφθούν και ακόμη περισσότερο να προστρέξουν στην ανάγκη του δημόσιου συστήματος, το οποίο μέχρι πρότινος προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να υπονομεύσουν μπας και περάσει προίκα σε κάποιο ιδιωτικό συμφέρον.
Ο νεοφιλελευθερισμός λοιπόν –ο σύγχρονος καπιταλισμός– βρέθηκε πράγματι ενώπιον των αδιεξόδων του, τα οποία ο ίδιος δημιούργησε και εξέθρεψε. Αδιέξοδα όμως που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα αρθούν και τότε θα γεννηθεί το ερώτημα κατά πόσο αυτή η κρίση θα συνιστά μια ακόμη κρίση την οποία με σχετική ευκολία θα εκμεταλλευτεί το σύστημα για τη διαιώνισή του ή αντιθέτως θα πριμοδοτήσει τις αναγκαίες αναχαιτίσεις από την κοινωνία –έχοντας πλέον αυτή την πρόσφατη τραγική εμπειρία– για να τραβήξει προς άλλη κατεύθυνση.
Οι απαισιόδοξοι που βλέπουν τα όσα συμβαίνουν με τον κόσμο της εργασίας σε αυτές τις συνθήκες, με την πιθανή μονιμοποίηση ορισμένων απομειναριών του «καθεστώτος εξαίρεσης» αλλά και την αδυναμία των χειμαζόμενων να οργανωθούν και να διεκδικήσουν –εν αντιθέσει με την αντίπερα όχθη που έχει και την ισχύ αλλά και την απαραίτητη υποστύλωση– θα τείνουν σίγουρα στο πρώτο. Ομως οι πρωτοφανείς συνθήκες μιας καπιταλιστικής κρίσης στην οποία πλήττονται τόσο η προσφορά όσο και η ζήτηση, ενώ οι διαχειριστές της το μόνο που κάνουν για μία ακόμη φορά είναι να σώζουν τους κατέχοντες ρίχνοντας τα βάρη στους αδύναμους, ίσως να συνηγορήσουν στο δεύτερο.
Το μόνο σίγουρο είναι πως οι προοδευτικές δυνάμεις την επόμενη μέρα θα έχουν να δώσουν μια μεγάλη μάχη για κεκτημένα και μη. Μάχη στην οποία όμως αυτήν τη φορά δεν πρέπει να μπουν φοβικά, αλλά με ριζοσπαστισμό και παρρησία. Εξάλλου ακόμη και ο πιο κακόπιστος πλέον μπορεί εύκολα να αντιληφθεί τα όρια του υπάρχοντος σαθρού συστήματος. Μέχρι τότε μένουμε σπίτι μεν, χωρίς όμως να εφησυχάζουμε ούτε στο ελάχιστο για το τώρα και το αύριο δε.
Ο Μιχάλης Κριθαρίδης είναι εκπρόσωπος Τύπου του ΜέΡΑ25