Ας αφήσουµε την ηθικοπλαστική ανάλυση περί πολιτικής. Προτεραιότητα του πολιτικού είναι η ανάληψη και διαχείριση της εξουσίας. Ο σεβασµός στη δηµοκρατία και στις ηθικές αρχές που ακολουθούνται σε αυτή την πορεία καθορίζει την ποιότητα της πολιτικής και του πολιτικού.
Αυτό που σήµερα ονοµάζουµε «επικοινωνία», καθόλου σπάνια, είναι ένας ευφηµισµός. ∆ηλαδή η επικοινωνία στην πολιτική δεν είναι πάντα οι τρόποι για να κατανοήσει ο πολίτης τα στοιχεία που τον αφορούν, αλλά οι συνταγές εκείνες που θα τον εξαπατήσουν ώστε να κάνει άλλη ανάγνωση από αυτήν της ορατής πραγµατικότητας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την πρώτη στιγµή που ανέλαβε την ηγεσία της Νέας ∆ηµοκρατίας, και πολύ περισσότερο προεκλογικά, ακολούθησε ένα µοτίβο υποκατάστασης της πολιτικής από την επικοινωνία. Η συγκεκριµένη συνταγή δεν θα είχε κανένα νόηµα ή επιτυχία αν δεν διέθετε προς χρήση το σύνολο των µέσων µαζικής ενηµέρωσης της χώρας. Ποιον Ελληνα θα ενδιέφερε πραγµατικά ως στοιχείο πολιτικής αν ο Μητσοτάκης ήταν «γκόµενος», «άριστος», «µάγος και µεσσίας», εάν αυτός ο προβληµατισµός δεν είχε επιβληθεί από τους χορηγούς και καναλάρχες;
Στην καλύτερη περίπτωση ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα ήταν τίποτε άλλο από τον γόνο µιας πολιτικής οικογένειας που προσπαθεί να χρησιµοποιήσει τον λαό ως µάρτυρα στη συµβολαιογραφική πράξη κληρονοµιάς της χώρας. Θα ήταν ένας Μητσοτάκης στην επετηρίδα για την εξαπάτηση και την εξουσία.
∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι τα κατάφερε. Με επικοινωνιακό επιτελείο, µε χορηγούς και διακαναλικούς προαγωγούς, µε όποιον τρόπο, ο Κυρ. Μητσοτάκης είναι σήµερα πρωθυπουργός της χώρας. Οταν επέρχεται η στιγµή της ετυµηγορίας του κόσµου δεν έχει σηµασία κανένα ποιοτικό ή επεξηγηµατικό στοιχείο, παρά µόνον η ποσοτική διάσταση της ψήφου.
Στους µήνες της διακυβέρνησής του ο Μητσοτάκης συνεχίζει να χρησιµοποιεί τη µιντιακή υπεροπλία του για να πολιτεύεται. Προσέξτε όµως, δεν υποκαθιστά απλώς την επικοινωνία µε την πολιτική, ώστε να προσµένει κάποιος ότι η πολιτική θα τον εκδικηθεί και θα τον ξεβράσει στα ρηχά νερά της εικόνας. Ταυτόχρονα ο Μητσοτάκης δηµιουργεί καθεστώς, επιχειρεί να δηµιουργήσει ένα υβρίδιο δηµοκρατίας στο οποίο η καθεστωτική αντίληψη διασταυρώνεται µε τυπικές διαδικασίες κοινοβουλευτισµού.
Πολύ πριν από την πανδηµία του κορονοϊού ο Μητσοτάκης θεσµοθέτησε τον νεοµητσοτακισµό, µε ένα κυβερνητικό σχήµα στο οποίο υπουργοί και εκλεγµένοι αντιπρόσωποι έπαιρναν εντολές από την Αγία Οικογένεια και έναν πυρήνα σηµιτικών νεοδεξιών. Ο πυρήνας αυτός της εξουσίας εµπλουτίστηκε µε στοιχεία ελιτισµού και αλαζονείας, προσωπικής έπαρσης και οικογενειακής επιβολής. Εν ολίγοις οι Ελληνες δεν ψήφισαν τον Μητσοτάκη για πρωθυπουργό, αλλά έδωσαν άδεια να δηµιουργηθεί ένα νέο παλάτι µε σύγχρονες Φρειδερίκες και αυλικούς.
Θεωρητικά, η πανδηµία έπρεπε να γκρεµίσει το οικοδόµηµα του νεοµητσοτακισµού. Η ιστορία και η πολιτική όµως δεν είναι µια γραµµική σχέση του πολίτη µε το πρόβληµα. Η διεθνής συγκυρία και κυρίως ο φόβος δίνουν τη δυνατότητα στον Μητσοτάκη να βαθύνει το καθεστώς του. Φυσικά χρησιµοποιεί και πάλι την επικοινωνία και τα µέσα ενηµέρωσης.
Τον δρόµο δεν τον ανακάλυψε ο Μητσοτάκης. Τον άνοιξε το σαµαροβενιζελικό σύστηµα την περίοδο της κρίσης. Οι άνθρωποι κινδυνεύουν, φτωχοποιούνται, οι κοινωνίες καταστρέφονται αλλά υπάρχουν σωτήρες και Μωυσήδες έτοιµοι να περιγράψουν τον εαυτό τους ως τη µοναδική λύση. Σκοπός είναι να µη φτάσει ποτέ «στη µάζα» η πραγµατικότητα, αλλά να υποκατασταθεί από ένα αφήγηµα.
Η πρακτική αυτή έχει κανόνες, οι οποίοι δεν περιγράφονται ούτε από το σύνταγµα ούτε από τη Βουλή, αλλά από τις άγραφες διαστάσεις της εξαγοράς και της εξαπάτησης.
Αρχικώς πληρώνονται όσοι οφείλουν να µετατρέψουν το αφήγηµα σε πραγµατική ιστορία. Τα µέσα ενηµέρωσης δηλαδή. Αφού πληρωθούν, δηµιουργούνται τα πρόσωπα λατρείας. Στη συγκεκριµένη περίοδο, πέρα από τον Μωυσή-Μητσοτάκη, τέτοια πρόσωπα είναι οι χειριστές της υγειονοµικής κρίσης. Παρουσιάστριες του ντεκαπάζ, δηµοσιογράφοι της πουδραρισµένης αντικειµενικότητας, δηµοσιολόγοι της αρπαχτής, συνοµολογούν όλοι ότι τέτοια πορεία προς την επιτυχία δεν έχουν ξαναδεί. Και άµα αυτό το οµολογεί η Ελένη Μενεγάκη, τύφλα να ’χουν ο Γιάννης Λούλης και οι αναλυτές.
Ταυτόχρονα ενοχοποιούνται όσοι τολµούν να εκφράσουν άποψη ή αµφισβήτηση.
Σκοπός του Μητσοτάκη δεν είναι η παραµονή στην εξουσία µέσα από την εικόνα επιτυχίας ώστε να πάει σε εκλογές προτού ξεσπάσει για τα καλά η οικονοµική πανδηµία που έρχεται. Σκοπός του είναι να βαθύνει το καθεστώς τώρα που ο κόσµος είναι φοβισµένος και ανεκτικός.
Την ώρα που ο αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης δίνει συνέντευξη Τύπου για την αντιµετώπιση της πανδηµίας, τα κανάλια δείχνουν τις τρίχες του Πέτσα. Οι υπουργοί µοιράζουν εκατοµµύρια ευρώ σε ηµετέρους. ∆εν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα είναι η µοναδική χώρα που δεν εφαρµόζει οριζόντια µέτρα ενίσχυσης των κλάδων που θίγονται, αλλά η κυβέρνηση δηµιουργεί νόµους που προβλέπουν µεσάζοντες. Μεσάζοντας για τη διαφήµιση στα ΜΜΕ, µεσάζοντες και οι ιδιοκτήτες ΚΕΚ για το µοίρασµα στους επιστήµονες ενός ευτελούς ποσού µέσω voucher. Ας πάρουµε για παράδειγµα τους δικηγόρους και τους πολιτικούς µηχανικούς της χώρας. Ολοι τους είναι καταγεγραµµένοι σε µητρώα συλλόγων και επιµελητηρίων. Γιατί δεν τους δίνεται οριζόντια ενίσχυση; Σε όλα θεσµοθετούνται διόδια και ενδιάµεσοι των κυβερνητικών (ρουσφετολογικών) επιλογών. Φαντάζοµαι κάποια στιγµή θα ανακαλύψουµε ότι ήταν και εισπράκτορες.
Ο Αδωνης Γεωργιάδης (σιγά µην έλειπε ο Αδωνης) µέσα στην πανδηµία ψηφίζει «αναπτυξιακό νόµο» που δίνει τη δυνατότητα σε εταιρεία να οικοδοµήσει ξενοδοχείο κάτω από την Ακρόπολη, πράγµα το οποίο εν τω µεταξύ έχει απαγορεύσει το ΣτΕ σε συνεδρίαση µε προεδρεύουσα τη νυν πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Η Ελλάδα είναι επίσης η µοναδική χώρα που αντί να επιδοτεί τις επιχειρήσεις για να διατηρούν την εργασία, τις επιδοτεί για να θέσουν εργαζόµενους σε αναστολή εργασίας.
Οι ελληνικές πρωτοτυπίες δεν είναι αστοχίες και λάθος πολιτικής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης καθιερώνει και ενισχύει, επ’ ευκαιρία του ιού, το καθεστώς του υιού του πατρός του.
Ο µητσοτακισµός βάζει σε αναστολή λειτουργίας τη δηµοκρατία και προετοιµάζει την επόµενη µέρα µε όρους ξεκαθαρίσµατος λογαριασµών και φαµίλιας. Θα παρουσιάσει τη χαµηλή νοσηρότητα στον ιό που παρουσιάζεται σε όλα τα κράτη των Βαλκανίων ως προσωπική επιτυχία, δεν θα δώσει καµιά ανάσα στην οικονοµία µε εµπροσθοβαρή µέτρα και θα πάει πιθανόν σε εκλογές (τότε θα έχουµε επιδοτήσεις ) για να ανανεώσει τη θητεία του χωρίς ρίσκο, όπως πιστεύει. Στόχος προφανώς είναι να τελειώνει µε τον Τσίπρα, αλλά ταυτόχρονα και µε κάθε αντίπαλο ή άποψη µέσα στο κόµµα της Ν∆. Λογαριάζει προφανώς χωρίς τον ξενοδόχο. Πόσο µάλλον όταν φέτος δεν είναι καθόλου καλή χρονιά για τον τουρισµό και τους ξενοδόχους.