Ο Χάρης Τζωρτζάκης για την υπόθεση Λιγνάδη: Μήπως τον είδαμε να βιάζει; Ε όχι δα!

Ο Χάρης Τζωρτζάκης για την υπόθεση Λιγνάδη: Μήπως τον είδαμε να βιάζει;  Ε όχι δα!

Γνώρισα τον ∆ηµήτρη Λιγνάδη το 2015 στις πρόβες της παράστασης «Κρίµα που είναι πόρνη» του Τζον Φορντ στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία δική του. Μα δεν ήξερα; Ηξερα. Θα γνώριζα έναν εκκεντρικό καλλιτέχνη που τον ακολουθούσε µια έντονη φήµη ότι αρέσκεται να απολαµβάνει τη συντροφιά νέων αγοριών. Αν τον καταδίκασα; Τι άνθρωπος θα ήµουν αν καταδίκαζα βάσει φηµών;

Και συνεργαστήκαµε άψογα. Ανατρεπτικός, ελεύθερο πνεύµα, προβοκάτορας, ρήτορας δεινός. Γίναµε φίλοι, τολµώ να πω. Μετά τις πρόβες βγαίναµε για ποτό, συζητούσαµε περί τέχνης, περί ζωής, περί έρωτος, περί θανάτου. «Το πιο σηµαντικό σε µια παράσταση δεν είναι πόσες ιδέες θα γεννήσεις, αλλά πόσες θα σκοτώσεις για να κρατήσεις µία. Και πώς να σκοτώσεις τις ιδέες σου, που είναι όλες σαν παιδιά σου; Αυτό είναι το βάσανο».

Και οι φήµες; Ανεπιβεβαίωτες.

Ωσπου ένα βράδυ στο θέατρο Χώρα στην Κυψέλη ήρθε µε µια παρέα νέων αγοριών –καταφανώς ανήλικα–, σχολιαρόπαιδων, για να παρακολουθήσουν την παράσταση. Το ένα από τα παιδιά ήταν αφρικανικής καταγωγής. Μας τους σύστησε ως µαθητές του. Κάθισαν στον εξώστη του θεάτρου που ήταν κλειστός για το κοινό µιας και το έργο πήγαινε άπατο εισπρακτικά και κάποια στιγµή προτού ολοκληρωθεί η παράσταση σηκώθηκαν και έφυγαν.

Οπα. Οι φήµες; Οντως τον είδα παρέα µε νέα αγόρια. Τον είδα να τα παρενοχλεί; Οχι. Μήπως να τα βιάζει; Ε όχι δα. Και τι έκανα; Τίποτε. ∆εν έκανα τίποτε. Και τι να έκανα; «Είναι µαθητές µου». Βολεύτηκα σε αυτό και πήγα παρακάτω.

Ωσπου κάποια άλλη στιγµή σε ένα µπαρ στο κέντρο της Αθήνας, όπως ήµασταν παρέα µαζί µε άλλους ηθοποιούς, τον πλησίασε ένας πάλι νέος, καταφανώς σχολιαρόπαιδο, καταφανώς πολύ µεθυσµένο και πολύ ευάλωτο αγόρι, µε το οποίο καταφανώς γνωρίζονταν, αντάλλαξαν δυο σύντοµες κουβέντες και ο ∆ηµήτρης καταφανώς ταραγµένος τον έβαλε σε ένα ταξί και µε συνοπτικές διαδικασίες, καταφανώς, τον ξεφορτώθηκε. Μα ποιος ήταν αυτός; «Ενας φίλος, µωρέ». Υστερα από λίγο έφυγε κι αυτός.

Οπα. Οι φήµες. Μα τι έκανε; Μήπως τον είδα να παρενοχλεί; Οχι. Μήπως τον είδα να κακοποιεί; Οχι. Μήπως τον είδα να βιάζει; Ε όχι δα. «Ενας φίλος, µωρέ». Βολεύτηκα σε αυτό και πήγα παρακάτω.

Ωσπου ήρθε η συνέντευξη του Νίκου Σ. στη Ναταλί Χατζηαντωνίου.

«Ο σκηνοθέτης µου ζήτησε να κατεβάσω ξανά το παντελόνι µου, µ’ έσπρωξε µε βία στο κρεβάτι, µε ακινητοποίησε µε τα χέρια του στην πλάτη µου και µε µια µεταλλική ράβδο, σαν µπάρα από σπιτικό µονόζυγο, επιχείρησε να διεισδύσει στο σώµα µου. Το άλλο παιδί καθόταν στο κρεβάτι και κοιτούσε. Ενιωσα τρόµο και παρέλυσα παρά το δυνατό πόνο που ένιωθα. Τελικά εκείνος κατάφερε να παραβιάσει µε το µεταλλικό αντικείµενο το σώµα µου. Εγώ του έλεγα “πονάω, σταµάτα” κι εκείνος µου έλεγε επιτακτικά: “Χαλάρωσε, ηρέµησε”. Μου ανέβηκαν δάκρυα στα µάτια, ήθελα να πεθάνω. Ενιωσα να λιποθυµάω, αλλά ευτυχώς έγινε ένα “ατύχηµα” [λερώθηκαν τα σεντόνια] που τον εκνεύρισε πάρα πολύ κι έτσι διακόπηκε αυτό το µαρτύριο».

Οπα. Κι άλλες φήµες. Ε και;  Μήπως τον είδα να παρενοχλεί; Οχι. Μήπως τον είδα να βιάζει; Ε όχι δα. Βολεύτηκα σε αυτό και πήγα παρακάτω.

Κι ύστερα κι άλλη συνέντευξη. Ο δεκαπεντάχρονος Σ. στην Κύπρο.

«Θυµάµαι χαρακτηριστικά κατά τη διάρκεια της πράξης µέχρι να ολοκληρώσει µες στο σώµα µου ότι έτρεµα από φόβο, αλλά µου έλεγε συνεχώς ότι έτσι µου δείχνει την αγάπη και το ενδιαφέρον του. Επειδή µε πόνεσε πάρα πολύ, µου έλεγε να ηρεµήσω µε επιτακτικό τρόπο και να χαλαρώσω αυταρχικά. Με φίλαγε συνεχώς στον λαιµό και πίσω στον σβέρκο και µου έλεγε συνεχώς ότι µε αγαπάει και ότι θέλει να µε πάρει µαζί του στην Αθήνα, να µένουµε µαζί…».

Οπα. Κι άλλη φήµη.

Κι εσύ τι έκανες; Τίποτε. ∆εν έκανανα τίποτε. Μήπως τον είδα να παρενοχλεί; Οχι. Μήπως τον είδα να βιάζει; Ε όχι δα. Βολεύτηκα σε αυτό και πήγα παρακάτω.

Κι ύστερα κι άλλη κι άλλη κι άλλη κι άλλη φήµη. Και µετά η σύλληψη, η προφυλάκιση κι ακόµη πιο µετά η καταδίκη. Ενοχος για δύο βιασµούς ανηλίκων. Κι ύστερα;

Υστερα η απελευθέρωση.

Κι εσύ τι έκανες; Τίποτε. ∆εν έκανα τίποτε. Και τι να έκανα; Μα είναι δυνατόν να ενοχοποιούν έναν άνθρωπο επειδή µαζεύτηκαν πολλές φήµες; Ο ∆ηµήτρης είναι ελεύθερος γιατί αυτό είναι το δίκαιο και αυτό ορίζει ο νόµος κι εγώ δεν έχω δει τίποτε και δεν ξέρω τίποτε. Και µέχρι ο ∆ηµήτρης να βιάσει τα δικά µου παιδιά, εγώ θα βολεύοµαι στις φήµες.

Εσείς;

Documento Newsletter