Αν ζούσε σήμερα ο Θανάσης Βέγγος, θα έκλεινε τα 96. Γεννήθηκε στις 29 Μαΐου του 1927 σε μια φτωχογειτονιά του Νέου Φαλήρου. Ο Νίκος Κούνδουρος μου είχε εξομολογηθεί πως το θέμα της πρώτης ταινίας του, της «Μαγικής πόλης» (1954), το εμπνεύστηκε ύστερα από μια επίσκεψη στο σπίτι του Βέγγου: «Βλέποντας την απίστευτη φτώχεια του Βέγγου, του σπιτιού του και της γειτονιάς του, εγώ, ένας μεγαλοαστός, είπα πως αυτός ο κόσμος μ’ ενδιαφέρει και γι’ αυτόν θα κάνω κινηματογράφο». Ανατρέχω σε μια παλαιότερη συνομιλία με τη Μαρίζα Κωχ από τον Μάιο του 2011: «Πρέπει να ήταν γύρω στο 1980 όταν ο Βέγγος χτύπησε την πόρτα μου, αφού στον περιφερειακό του Φιλοπάππου γύριζε κάποια ταινία. “Θέλω ν’ ανέβω στα… κεραμίδια σου” μου είπε! “Αποκλείεται” του απάντησα, “αν πέσεις και σκοτωθείς, μετά θα κλαίω για όλη την υπόλοιπη ζωή μου!”. “Ασε με, Μαρίζα, και δεν παθαίνω τίποτα” επέμενε αυτός. Κι όχι μόνο επέμενε, αλλά δεν δεχόταν και καμία βοήθεια. Τον είδα να σκαρφαλώνει στα κεραμίδια του σπιτιού μου, πλάτους δέκα μέτρων, και να τα αλωνίζει απ’ άκρη σ’ άκρη σαν τον πιο έμπειρο και άφοβο σχοινοβάτη! Δεν συγκρατώ τον τίτλο της ταινίας, αλλά όποτε βλέπω το σπίτι της οδού Αγγελικάρα 2 και τον Βέγγο στα κεραμίδια, μου έρχεται στο νου το περιστατικό και γελάω. Η πρώτη μας συνάντηση είχε γίνει εν τη απουσία του στη μεταπολίτευση. Παράδοξο ακούγεται, αλλά εννοώ πως κάποτε τραγούδησα σ’ ένα κινηματοθέατρο απ’ το οποίο προηγουμένως είχε περάσει ο Βέγγος με κάποια δική του παράσταση. Ηταν τέτοια η καθαριότητα και η έλλειψη σκόνης πάνω στο σανίδι, ώστε αμέσως κατάλαβα ότι είχε περάσει ο σίφουνας». Κρατώ και μία ακόμη σπάνια μαρτυρία του συνθέτη Νίκου Κυπουργού, η οποία αφορά τη συμμετοχή του Βέγγου στον δίσκο «Τα μυστικά του κήπου» (2001): «Οταν κάναμε το casting για το άλμπουμ ο στιχουργός Σταμάτης Δαγδελένης είχε την ιδέα της συμμετοχής του Βέγγου. Δεν ήταν θετικός στην αρχή: “Μαέστρο μου, θα σας απογοητεύσω, έχω μεγαλώσει και δεν θα μπορώ να τα πω όπως παλιά”. Εγώ πάλι του έλεγα: “Ας δοκιμάσουμε κι αν δεν σας αρέσει, δεν θα το κρατήσουμε”. Οι φόβοι του παρακάμφθηκαν από τη στιγμή που του είπα να το κάνει για τον εγγονό του. Του έλεγα στο στούντιο: “Καθίστε να πιούμε έναν καφέ” κι απαντούσε: “Δεν κάθομαι ποτέ εγώ, φοβάμαι μη με πιάσουν”. Και πραγματικά, στο αυτοκίνητο μέσα τον θυμάμαι να κάθεται, αφού μόνο εκεί δεν μπορούσε να είναι όρθιος! “Αχ, πολύ σας βασανίζω” μας έλεγε κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης. Οταν του έστειλα το κομμάτι τελειωμένο έδειξε να το έχει ευχαριστηθεί πολύ!».