Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος στο Documento: «Το κωμικό στοιχείο απογείωσε το έργο του Καζαντζάκη»

© Σπύρος Κατωπόδης

Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος μιλάει για τον μεγάλο Κρητικό με την ευκαιρία της κυκλοφορίας της «Ανέγγιχτης».

Tον ∆εκέµβριο του 1957 η Γαλάτεια Καζαντζάκη µε το «Ανθρωποι και υπεράνθρωποι», τη µυθιστορηµατική αποτύπωση της σχέσης της µε τον Νίκο Καζαντζάκη, προκάλεσε αναταράξεις στους λογοτεχνικούς κύκλους. Στο βιβλίο στην ουσία αποκαθήλωνε τον συγγραφέα παρουσιάζοντας πτυχές της προσωπικότητάς του, οι οποίες απείχαν πολύ από τη δηµόσια εικόνα που ο ίδιος φρόντιζε να καλλιεργεί.

Εξήντα πέντε χρόνια µετά ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος δηµοσιεύει την «Ανέγγιχτη», ένα ιστορικό µυθιστόρηµα εµπνευσµένο από τη ζωή και το έργο του Καζαντζάκη. Για τη συγγραφή του βασίζεται στο βιβλίο της Γαλάτειας Καζαντζάκη, στο ίδιο το έργο του συγγραφέα, σε κρίσεις για το έργο του και επιστολές. Ο λευκός γάµος του ζευγαριού είναι η αφορµή για τον Βαγγ. Ραπτόπουλο να µιλήσει για όσα τον γοητεύουν στην προσωπικότητα και στο έργο του µεγάλου Κρητικού. Αποφασίζει να το κάνει µέσα από την οδό της µυθοπλασίας, εξού και αλλάζει τα ονόµατα και τους τίτλους των έργων.

Η ιστορία της «Ανέγγιχτης» αφορά την περίοδο 1883-1966. Η Μελίνα (Γαλάτεια Καζαντζάκη) εννέα χρόνια µετά τον θάνατο του Αλέξανδρου Καστρινάκη (Καζαντζάκης) εκδίδει ένα βιβλίο στο οποίο αφηγείται την ιστορία της κοινής τους πορείας µε έµφαση στον λευκό γάµο τους που κράτησε δεκαπέντε χρόνια. Στην καταγραφή αυτή αποτυπώνει τον θαυµασµό της αλλά και την πικρία που νιώθει για τον άνθρωπο που επέλεξε να την αφήσει ερωτικά ανέγγιχτη προκειµένου να αφοσιωθεί στις πνευµατικές και θρησκευτικές αναζητήσεις του.

Ένα έργο βασισµένο σε ντοκουµέντα

Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του βιβλίου συζητάµε µε τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο. «Ο Καζαντζάκης µου έδωσε µια αποφασιστική ώθηση να γράψω. Πρωτοδιάβασα το έργο του στην εφηβεία. Σε εκείνη την ηλικία µου έκανε τροµερή εντύπωση η “Ασκητική”. Εκείνος µιλούσε για ασκητισµό κι εγώ µόλις ανακάλυπτα το σεξ. Από την άλλη, πάντα µου φαινόταν πολύ ερωτικό το γράψιµό του».

Ο συγγραφέας άρχισε να γράφει ένα βιβλίο για τον Καζαντζάκη. Η έρευνά του τον έστρεψε στην ερωτική του ζωή. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία απέκτησε πρόσβαση σε πιο προσωπικές και εσωτερικές πληροφορίες. Κάπως έτσι οδηγήθηκε στη Γαλάτεια και αποφάσισε ότι το θέµα του θα ήταν εκείνη. Το βιβλίο ανήκει στο είδος της τεκµηριωτικής λογοτεχνίας, τα πάντα είναι ντοκουµενταρισµένα. «∆εν έχω επινοήσει παρά ελάχιστα. Κι αυτά έχουν κυρίως σχέση µε το αν ήταν ενεργός σεξουαλικά ή όχι. Και φυσικά µε το πόσο µετανοηµένη απέναντί του εµφανίζεται εκείνη. Σχεδόν ό,τι άλλο λέγεται είναι αληθινό. Η βασική µου µέριµνα ήταν να ενοποιήσω το υλικό που είχα ώστε να υπάρχει ενιαία αφηγηµατική φωνή».

Όπως λέει ο συγγραφέας, δεν πρόκειται για ένα γαργαλιστικό βιβλίο µε θέµα το σεξ. «Αυτό είναι το πρόσχηµα για να οδηγηθεί ο αναγνώστης σε προβληµατισµό γύρω από την πνευµατική διαδροµή του Καζαντζάκη». Υπήρξαν και ντοκουµέντα που παρέλειψε, όπως οι αναφορές της Γαλάτειας σχετικά µε τη συµπάθεια του Καζαντζάκη στον φασισµό. «∆εν ήταν αλήθεια. Στην πράξη τον Καζαντζάκη τον κυνήγησαν ως αριστερό γιατί έφερνε ανταποκρίσεις από τη Ρωσία. Εφερνε τον Παναΐτ Ιστράτι και έκαναν οµιλίες σε θέατρα, έγραψε βιβλία για την κατάσταση στη Ρωσία – οι δεξιοί τον αποκαλούσαν “κόκκινο φίδι”. Η Γαλάτεια τον κατηγορούσε επειδή πήρε συνέντευξη από τον Μουσολίνι, εκεί όµως τον είχαν στείλει οι εφηµερίδες µε τις οποίες συνεργαζόταν. Και ας ξεκαθαρίσουµε κάτι. Μια πικρή αλήθεια είναι ότι ένα µεγάλο µέρος της κοινωνίας είχε ανάµεικτα αισθήµατα αρχικά απέναντι στον εθνικοσοσιαλισµό και τον φασισµό γιατί θεωρούσαν ότι είχε φιλολαϊκό χαρακτήρα. Στην αρχή –προτού αποκαλυφθεί το πραγµατικό προφίλ– ασκούσε έλξη στους διανοούµενους».

Η γλώσσα και η αντιφατική φύση

Ένα άλλο θέµα που ο συγγραφέας επέλεξε να απαλείψει ήταν εκείνο της καζαντζακικής γλώσσας· το βιβλίο είναι γραµµένο µε τον τρόπο που µιλάµε σήµερα. «Η γλώσσα είναι µεγάλο κεφάλαιο για τον Καζαντζάκη. Η λογοτεχνική πιάτσα δεν τον πολυσυµπαθεί. Από τότε που ζούσε δεν τον δέχονταν ως λογοτέχνη, πίστευαν ότι είναι φιλόσοφος. Η δεσποτεία των φιλοσοφικών ιδεών είναι πολύ µεγάλη πάνω του ενώ συνήθως οι Ελληνες λογοτέχνες δεν έχουν µεγάλη σχέση µε τον δοκιµιακό λόγο. Πάντως η τεράστια διεθνής επιτυχία του συχνά είναι πηγή φθόνου και θλίψης για έναν ντόπιο συγγραφέα που δεν έχει την αντίστοιχη αναγνώριση, ώστε πολύ συχνά είναι εύκολο για κάποιους να ξεµπερδεύουν λέγοντας απλώς ότι δεν τους αρέσει. Εχει ακουστεί κατά καιρούς ότι ο Καζαντζάκης έχει διεθνή επιτυχία γιατί µέσω των µεταφράσεων βελτιώνεται η γλώσσα του. Είναι πολύ µεγάλη αδικία να µην µπορεί κάποιος να αναγνωρίσει ότι επινόησε αυτήν τη γλώσσα για να εκφράσει όλα όσα ήθελε να πει – το επίπεδο της δηµοτικής εκείνο τον καιρό δεν ήταν ικανό για να εκφράσει τις σκέψεις του. Εφτιαξε λοιπόν µια γλώσσα που ανταποκρινόταν στο µπαρόκ όραµά του».

Για τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο ο Καζαντζάκης είναι µια τεράστια αντίφαση. «Επειτα από τόσα χρόνια έχω καταλάβει ότι οι άνθρωποι που καταφεύγουν στη λογοτεχνία –αναγνώστες και δηµιουργοί– αντιλαµβάνονται τον άνθρωπο ως αντίφαση. Κι αυτό είναι κάτι που εκφράζει µε αυθεντικότητα και σπαρακτικό τρόπο ο Καζαντζάκης. Για ένα διάστηµα γίνεται βουδιστής, µετά πάει στο άλλο άκρο. Το “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται” είναι ταξικό και µαρξιστικό βιβλίο. Ανατέµνει την κοινωνία µε τέτοια λεπτοµέρεια που είναι να καγχάζεις που η Γαλάτεια τον θεωρούσε δεξιό. Αυτή η αντιφατικότητα είναι που τον κάνει βαθύ, σπουδαίο και διαχρονικό».

Συζητάµε σχετικά µε τη διεθνή απήχηση του έργου του Καζαντζάκη. «Βρέθηκα κάποια στιγµή σε µια µικρή πόλη στις µεσοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ. Μπαίνοντας σε ένα βιβλιοπωλείο, στο τµήµα µε τα ταξιδιωτικά βιβλία εντόπισα την “Αγγλία” του. Εντυπωσιάστηκα. Μου εξήγησαν οι άνθρωποι του βιβλιοπωλείου ότι το θεωρούν ένα από τα σηµαντικότερα και από τα πιο διαχρονικά ταξιδιωτικά βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ».

Λέει ότι πριν από λίγα χρόνια είχε διαβάσει ένα άρθρο στα αγγλικά στο οποίο αναλυόταν η επίδραση του «Τελευταίου πειρασµού» στην παγκόσµια λογοτεχνία. «Αυτό το βιβλίο ήταν η αρχή για µια σειρά µυθιστορηµάτων µε θέµα τη ζωή του Χριστού από συγγραφείς όπως ο Νόρµαν Μέιλερ και ο Ζοζέ Σαραµάγκου».

Τα πρώτα χρόνια της συγγραφικής πορείας του Καζαντζάκη δεν ήταν εύκολα. Αντιθέτως, δυσκολεύτηκε πολύ να εκδώσει βιβλία που σήµερα θεωρούµε µέρος της συλλογικής µας ταυτότητας. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η διεθνής πορεία του Καζαντζάκη ξεκινάει τη στιγµή που στο έργο του εµφανίζεται το κωµικό στοιχείο, το στοιχείο εκείνο που συνδέει δηλαδή τους ήρωές του µε τη θνητότητα. «Σηµείο τοµής είναι ο “Ζορµπάς”. Εκεί εµφανίζεται για πρώτη φορά το κωµικό στοιχείο. Ο Μπαχτίν λέει ότι είναι τρεις οι ρίζες του µυθιστορήµατος: η δράση (δηλαδή το δράµα), οι ιδέες και το κωµικό στοιχείο – αυτό που ο ίδιος αποκαλεί καρναβαλική ρίζα. Μόνο όταν ενέταξε αυτό το στοιχείο στα έργα του έκανε επιτυχία. Αυτό ήταν που ολοκλήρωσε το µείγµα και το έκανε να ακτινοβολεί παγκόσµια. Ο Μπαχτίν λέει ότι βγαίνουµε στη ζωή µε το κεφάλι γεµάτο χρυσάφι από ιδέες, στη συνέχεια πέφτουµε στο δράµα της ζωής, ενώ στο τέλος κανείς μας δεν γλιτώνει από τη γελοιοποίηση».

Info:

Το ιστορικό μυθιστόρημα «Ανέγγιχτη» του Βαγγέλη Ραπτόπουλου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.