Ο κορυφαίος συγγραφέας του crime fiction, Τζέιμς Ελρόι, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου μυθιστορήματός του, μιλάει για το Λος Αντζελες, την Αμερική περασμένων δεκαετιών και την απέχθειά του για τη Μέριλιν Μονρόε, ενώ αποφεύγει κάθε πολιτική συζήτηση.
Ο Τζέιμς Ελρόι ζει χωρίς κινητό τηλέφωνο, χωρίς τηλεόραση και υπολογιστή. Σαν με αυτό τον τρόπο να προσπαθεί να διατηρηθεί αεροστεγώς κλεισμένος σε μια άλλη εποχή. Επίσης, δεν διαβάζει τα βιβλία των σύγχρονων ομότεχνών του. Oπως έχει πει κατά καιρούς, το αποφεύγει για να μην επηρεαστεί. Ισως γι’ αυτό, στις λιγοστές συνεντεύξεις που δίνει, δεν απαντά σε ερωτήσεις που έχουν να κάνουν με την επικαιρότητα, ειδικά σε ό,τι αφορά την πολιτική κατάσταση στη σημερινή Αμερική. Στην πραγματικότητα, όταν δεν του αρέσει η ερώτηση, όχι απλώς δεν απαντά. Θυμώνει. Και κλείνει το τηλέφωνο. Ετσι απλά. Δεκάδες είναι οι μαρτυρίες από δημοσιογράφους από όλο τον κόσμο που βρέθηκαν να μιλούν ξαφνικά στο κενό. Δεν είναι και λίγο εκεί που έχεις φανταστεί μια δυνατή συζήτηση με τον ούτως ή άλλως λακωνικό κέρβερο των αμερικανικών γραμμάτων να μένεις εντέλει παρέα με μια νεκρή γραμμή.
Η αφορμή της τηλεφωνικής μας συνομιλίας, η οποία έγινε πριν από τη μεγάλη πυρκαγιά στην Καλιφόρνια –εξού και δεν συζητήσαμε γι’ αυτό– ήταν η κυκλοφορία του μυθιστορήματος «Οι γητευτές», του τρίτου της «Πενταλογίας του Λος Αντζελες». Η ιστορία εκτυλίσσεται στην Πόλη των Αγγέλων το 1962 με φόντο τον θάνατο της Μέριλιν Μονρόε από υπερβολική δόση βαρβιτουρικών και την απαγωγή μιας στάρλετ. Ο αρχηγός της αστυνομίας του Λος Αντζελες στρατολογεί τον Φρέντι Οτας για να ξεδιαλύνει τον γρίφο. Οπως συμβαίνει με όλα τα βιβλία του Ελρόι, έτσι κι εδώ η πραγματικότητα και η μυθοπλασία γίνονται ένα. Ο Οτας, τον οποίο συναντήσαμε ξανά στο μυθιστόρημα «Πανικός», ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Από αυτά που τα βλέπεις και λερώνεσαι. Πρώην αστυνομικός, μπλεγμένος σε κυκλώματα διαφθοράς, βαποράκι, εκβιαστής και παπαράτσι που πωλούσε φωτογραφίες με προσωπικές στιγμές των σταρ σε κίτρινα έντυπα της εποχής.
Οσο η υπόθεση βαθαίνει τόσο πιο πολύ ο αναγνώστης νιώθει ότι τον έχει ρουφήξει κι εκείνον ο υπόκοσμος του Λος Αντζελες. «Διαβάζοντάς το, ένιωσα την ανάγκη να κάνω μπάνιο» γράφουν οι αναγνώστες στις βιβλιοφιλικές πλατφόρμες. Που σημαίνει πως ο Ελρόι εξακολουθεί να παραμένει κορυφαίος συγγραφέας της hardboiled λογοτεχνίας, παρότι όπως δηλώνει σιχαίνεται τον Ρέιμοντ Τσάντλερ. Οσο περνούν τα χρόνια όχι μόνο δεν πέφτει η συγγραφική απόδοσή του, αλλά γίνεται ακόμη πιο ωμός στις περιγραφές του. Ο «Αμερικανός Ντοστογέφσκι», όπως τον έχει χαρακτηρίσει η Τζόις Κάρολ Οουτς, στους «Γητευτές» πατάει γκάζια και ανασυνθέτει ένα εφιαλτικό Λος Αντζελες, μια πόλη στην οποία κυριαρχούν η διαπλοκή, η διαφθορά και η προδοσία. Μεταξύ των χαρακτήρων που παρελαύνουν από τις σελίδες του βιβλίου είναι ο Τζον Κένεντι και ο αδερφός του, Ρόμπερτ, ο Τζίμι Χόφα, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ και δεκάδες άλλες προσωπικότητες της εποχής.
Ο Ελρόι κι εδώ γράφει κινηματογραφικά, χρησιμοποιώντας την πένα του σαν κάμερα. Ακόμη κι αν η πραγματική κάμερα δεν καταφέρνει κατά τη γνώμη του να αποδώσει στον κινηματογράφο τα βιβλία του όπως τα έχει εκείνος στο μυαλό του. Στα μυθιστορήματά του χρησιμοποιεί όλες τις αισθήσεις. Οι λέξεις του κόβουν σαν ξυράφι, ενώ από τις σελίδες του νιώθεις να αναδίδονται οσμές: η δυσωδία ενός συστήματος σε παρακμή κόντρα στο άρωμα που φορά η Μέριλιν στις ιδιωτικές στιγμές της. Ο συγγραφέας της «Τετραλογίας του Λος Αντζελες» («Η Μαύρη Ντάλια», «Το μεγάλο πουθενά», «Λος Αντζελες εμπιστευτικό», «Λευκή τζαζ») και της «Τριλογίας τού αμερικανικού υποκόσμου» («Αμερικανικό ταμπλόιντ», «Αμερικανικό ταξίδι θανάτου», «Το αίμα δεν σταματάει ποτέ»), ο οποίος ασχολήθηκε με τη συγγραφή για να λύσει το μυστήριο της άγριας δολοφονίας της μητέρας του που συνέβη το 1958 –ο ίδιος ήταν 10 ετών–, ζει εδώ και χρόνια στο Ντένβερ του Κολοράντο. Από εκεί απάντησε στο τηλεφώνημα.
Ενα από τα πιο γοητευτικά στοιχεία στα βιβλία σας είναι ότι εκτός από εικόνες μεταφέρετε και μυρωδιές του Λος Αντζελες. Μεγαλώσατε εκεί. Ποια ήταν η κυρίαρχη οσμή της πόλης τη δεκαετία του 1960;
Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορώ να πω. Εζησα εκεί, ήμουν μέσα στην πόλη και πλέον είμαι στη φάση που την αναπλάθω στο μυαλό μου. Το Λος Αντζελες είναι ολοκληρωτικά πλέον ένα μέρος στη φαντασία μου.
Θυμάστε τις γειτονιές της πόλης από την εποχή που ήσασταν παιδί;
Ναι, όχι όμως πολύ έντονα. Θυμάμαι το φυσικό τοπίο αλλά και διάφορα σημεία που ακόμη δεν είχαν κατοικηθεί, ήταν έρημα σε σύγκριση με σήμερα. Και υπάρχουν μέσα μου με έναν πολύ βαθύ τρόπο. Δεν εξετάζω τον τρόπο αυτό. Πάντως αποστολή της ζωής μου είναι να αναπλάσω το Λος Αντζελες του παρελθόντος. Κι αυτό επειδή είμαι από εκεί.
Τα βιβλία σας εκτυλίσσονται σε περασμένες δεκαετίες. Νιώθετε καλύτερα όταν αναφέρεστε στο παρελθόν;
Αυτό έχει να κάνει με την περιέργειά μου. Είναι η εποχή που με ενδιαφέρει. Θέλω να μάθω για τη ζωή και για το φαίνεσθαι των πραγμάτων. Αγαπώ πολύ την ιστορία και μου αρέσει να εξετάζω τους μικρού βεληνεκούς χαρακτήρες που όμως έπαιξαν ρόλο στην κουλτούρα της εποχής. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 υπήρχε στο Λος Αντζελες μια τραγουδίστρια της φολκ, ονόματι Τζίμπι Ενσκι, η οποία έχει κερδίσει το ερωτικό ενδιαφέρον του Φρέντι Οτας στο νέο βιβλίο μου. Εχω μεγάλη περιέργεια να μάθω γι’ αυτήν τη γυναίκα.
Συνηθίζετε να χρησιμοποιείτε πολλά στοιχεία από την πρόσφατη ιστορία. Ωστόσο, τα εντάσσετε στη μυθοπλασία με τρόπο τέτοιο ώστε ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε τι είναι αλήθεια και τι όχι.
Ολα όσα γράφω στο βιβλίο εκτυλίσσονται μυθοπλαστικά στο Λος Αντζελες του 1962 κι επειδή είμαι καλός σε αυτό που κάνω θα με πιστέψετε, παρόλο που όσα αναφέρω δεν είναι ιστορικά ακριβή.
Το βιβλίο σας αφορά το Λος Αντζελες, αλλά ταυτόχρονα είναι ένα μυθιστόρημα πάνω στην ιστορία της Μέριλιν Μονρόε.
Ναι, την αφορά δευτερευόντως.
Ο Φρέντι Οτας την παρακολουθεί στενά, γνωρίζει τα πάντα για εκείνη, ωστόσο δεν τη συμπαθεί. Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από το βιβλίο. Εσείς τι γνώμη έχετε για εκείνη;
Νομίζω πως ήταν χαμηλής ποιότητας και ατάλαντη. Επίσης, ήταν ηλίθια και ρηχή. Και χάλια ηθοποιός.
Εκφράζετε πάντα την αλήθεια σας με παρρησία, χωρίς την ελάχιστη προσπάθεια να αρέσουν όσα λέτε στους άλλους;
Πιστεύω ότι είναι αλήθεια. Ετσι ένιωθα πάντα για εκείνη.
Στην εποχή της πολιτικής ορθότητας πόσο εύκολο είναι να εκφράζεται κανείς ανοιχτά;
Δεν μιλάω για πολιτική.
Μιλάτε όμως ανοιχτά για θέματα που άλλοι αποφεύγουν να θίξουν.
Πάντως δεν θέλω να μιλάω για πολιτική. Δεν μιλάω για την Αμερική του σήμερα. Αυτή είναι η πολιτική μου.
Να μιλήσουμε τότε για τον Φρέντι Οτας. Είναι ένας άνθρωπος που σιχαίνεται το σύστημα. Ταυτόχρονα όμως το υπηρετεί άψογα. Τι βρίσκετε γοητευτικό στον χαρακτήρα του, δεδομένου ότι μιλάμε για ένα πραγματικό πρόσωπο;
Οτι είναι αφοσιωμένος στο αστυνομικό τμήμα του Λος Αντζελες, όπως κι εγώ. Επίσης, ότι είναι αφοσιωμένος στον Ουίλιαμ Χ. Πάρκερ (σ.σ.: αρχηγός του αστυνομικού τμήματος του Λος Αντζελες από το 1950 έως το 1966) που κι εγώ εξακολουθώ να τιμώ τη μνήμη του. Οτι ήταν σχεδόν οικογένεια με τον υπαστυνόμο Ντάριλ Γκέιτς που τελικά έγινε αρχηγός του τμήματος. Και το ότι κι εγώ γνώριζα εκ των έσω το αστυνομικό τμήμα του Λος Αντζελες και συνδέθηκα βαθιά με αυτό. Αυτά είναι όσα κοινά έχουμε με τον Φρέντι Οτας, αλλά εκείνος ήταν εγκληματίας ενώ εγώ σαφώς όχι.
Δεν θέλετε να μιλήσετε για πολιτική, ωστόσο το βιβλίο σας έχει πολιτικές αναφορές. Γράφετε για τον Κένεντι. Εχετε σαφή θέση για την πολιτική του αλλά και τη συμπεριφορά του στην ιδιωτική ζωή του.
Λοιπόν, συμπαθώ τον Ρόμπερτ Κένεντι αλλά απεχθάνομαι τον Τζον Κένεντι.
Γιατί;
Επειδή ήταν φριχτός με τις γυναίκες και ήταν και ρηχός. Κι επειδή ο θάνατός του τον έκανε κάτι που δεν ήταν.
Και στα βιβλία σας πάντως υπάρχουν άνδρες που είναι φριχτοί με τις γυναίκες.
Οπως;
Οπως ο Φρέντι Οτας. Αρκούν όσα λέει για τη Μέριλιν Μονρόε και τις φίλες της.
Σχετικά με εκείνη ναι. Θεωρεί τις γυναίκες κατώτερες.
Πιστεύετε ότι οι σημερινοί άνδρες είναι καλύτεροι με τις γυναίκες απ’ ό,τι παλιότερα;
Δεν μιλάω για πολιτική. Το είπα και πριν. Μη μου κάνετε γενικές ερωτήσεις. Θέλω να μιλήσω για το βιβλίο μου. Δεν θέλω να μιλήσω για τον κόσμο σήμερα.
Αναφέρεστε στο Χόλιγουντ των δεκαετιών του 1950 και 1960, μιας περιόδου δηλαδή που για τους περισσότερους σήμερα ακόμη διατηρεί τον μύθο της. Ωστόσο, μέσα από τα παρασκήνια και τα μυστικά για τις ζωές των σταρ παρουσιάζετε μια εντελώς διαφορετική εικόνα από την επιθυμητή.
Ενα μεγάλο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στο φιάσκο της ταινίας «Κλεοπάτρα». Ηθελα να μιλήσω για αυτή την ταινία που πραγματικά δεν βλεπόταν, ένα φιλμ τόσο ηλίθιο, τόσο επιτηδευμένο και τυχαίνει η ιστορία του να είναι παράλληλη με όσα συνέβησαν το καλοκαίρι του 1962.
Οταν γράφετε έχετε στον νου σας τους αναγνώστες; Σας απασχολεί η σκέψη ότι μπορεί να περιμένουν να διαβάσουν κάτι συγκεκριμένο από σας;
Σκέφτομαι τους αναγνώστες και πώς θα τους δώσω μια πολύ καλή ιστορία. Μια υπέροχη ιστορία, με πολλή και βίαιη ίντριγκα και σκέφτομαι πώς θα ανακατασκευάσω μυθοπλαστικά τον χρόνο και τον τόπο. Θέλω το αποτέλεσμα να τους συγκινήσει, να τους τζαζάρει και να τους ραγίσει την καρδιά.
Κάποιοι σας αποκαλούν «κέρβερο των αμερικανικών γραμμάτων».
Ναι!
Αποδέχεστε τον χαρακτηρισμό;
Αγαπώ τα σκυλιά και χαίρομαι να είμαι ο κέρβερος.
Είναι γνωστό πως, όταν δεν σας αρέσουν οι ερωτήσεις που σας κάνει ένας δημοσιογράφος, του κλείνετε το τηλέφωνο.
Ναι, το κάνω.
Γιατί;
Κάποιοι άνθρωποι επιμένουν να μου κάνουν ερωτήσεις σχετικά με την Αμερική σήμερα προσπαθώντας να εκμαιεύσουν συγκεκριμένες απαντήσεις ή συγκεκριμένη κριτική εκ μέρους μου. Οταν συμβαίνει αυτό, τους ζητάω να μην το κάνουν. Αν το ξανακάνουν, τους το ξαναζητάω. Αν συνεχίσουν να ρωτούν, δεν υπάρχει άλλη λύση παρά να τους κλείσω το τηλέφωνο.
Οση ώρα μιλάμε είχα κι εγώ το άγχος ότι μπορεί να το κλείνατε.
Δεν θα το έκανα.
Προτού ολοκληρώσουμε τη συνομιλία θα ήθελα να σας πω ότι χάρηκα τους «Γητευτές» γιατί αναφέρεστε τόσο ωμά στην ανθρώπινη φύση όσο λίγοι συγγραφείς στις μέρες μας.
Χαίρομαι πολύ. Ηθελα να πω ότι, πέρα από όλα τα άλλα, το βιβλίο αυτό βγάζει πολύ γέλιο. Στην πραγματικότητα είναι μια ερωτική ιστορία για το Λος Αντζελες του 1962.
INFO
Το μυθιστόρημα «Οι γητευτές» του Τζέιμς Ελρόι κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος σε μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη