Οταν ένας πολιτικός αρχηγός ζητάει εκλογές ή κάνει πρόταση µοµφής στη Βουλή ο τρόπος αντίδρασης αυτού που καλείται να απαντήσει έχει µεγαλύτερη σηµασία από την απάντηση. Καµιά κυβέρνηση δεν έπεσε γιατί έγινε πρόταση µοµφής και κανένας πρωθυπουργός δεν οδηγήθηκε σε εκλογές επειδή το ζήτησε ο αρχηγός της αντιπολίτευσης. Οπότε όταν το θέµα µπαίνει από το βήµα της Βουλής αποτελεί ένα τεστ αντανακλαστικών και αυτοπεποίθησης του αντιπάλου και ένα µήνυµα προς το πολιτικό ακροατήριο.
Το αίτηµα που έθεσε ο Αλέξης Τσίπρας προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη να πάµε για εκλογές δεν υπήρχε πιθανότητα να γίνει δεκτό από τον πρωθυπουργό. Αλλωστε δεν το έκανε γι’ αυτό. Εχει σηµασία όµως ο χρόνος και ο τρόπος που απάντησε.
Αν και δεν απαιτούνται ιδιαίτερες πολιτικές κινήσεις για να αιφνιδιαστεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης (µπορεί να αιφνιδιαστεί από την κούκλα στη βιτρίνα έως από µια οµάδα µαθητών στην οποία εύχεται καλό καλοκαίρι µέσα στο φθινόπωρο), ωστόσο το αίτηµα για εκλογές δηµιούργησε εµφανή αναταραχή. Αντί να απαντήσει αµέσως ο Μητσοτάκης, έστω µε την ειρωνεία που επιχείρησε να το κάνει αργότερα, άφησε τον αντ’ αυτού Γεραπετρίτη να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Τελικώς όµως έβγαλε τον χειρότερο εαυτό του, φτάνοντας στο σηµείο να ζητήσει την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από το κόµµα του. Ενας διορισµένος υπουργός χωρίς καµιά λαϊκή νοµιµοποίηση ζήτησε από έναν πρώην πρωθυπουργό και αρχηγό του δεύτερου κόµµατος να παραιτηθεί. Οποία κατάπτωση της πολιτικής και του πολιτικού.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης απέδειξε όµως και τον αιφνιδιασµό συνολικά της κυβέρνησης. Αντί να απαντήσει στο αίτηµα για εκλογές, ο Γεραπετρίτης, προφανώς συντονισµένος µε διαρροές που υπήρχαν το προηγούµενο βράδυ (ή µήπως βραχυκυκλωµένος από τη λάθος πληροφόρηση του παρακράτους), απαντούσε σε άλλα αντ’ άλλων, δηλαδή σε ένα υποτιθέµενο αίτηµα του Τσίπρα για παραίτηση του Μητσοτάκη.
Ο πρωθυπουργός αποτραβήχτηκε στα ενδότερα των φροντιστηριακών δωµατίων της Βουλής για ταχύρρυθµη εκπαίδευση από τους Σκέρτσους και τους Βλαστάρηδες, οι οποίοι έχουν αναλάβει το βάρος των απαντήσεων στον Τσίπρα διά στόµατος (ατέχνως πάντα) του Μητσοτάκη.
Ο πρωθυπουργός εξακόντισε απευθυνόµενος στον Αλέξη Τσίπρα το γνωστό «θα ήθελα να προκηρύξω εκλογές για να δω τον τρόµο στα µάτια σας» αλλά δεν κατάφερε να κρύψει τη δική του αµηχανία και τρόµο. Συνέχισε λέγοντας ότι ο Τσίπρας θέλει εκλογές για να ανακόψει την πορεία του προς την τρίτη θέση. Ολα αυτά µε πρόζα κακού φοιτητικού αµφιθέατρου της δεκαετίας του 1980.
Ποιο είναι το πρόβληµα µε τον Κυριάκο Μητσοτάκη; Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ αποφάσισε να τον βάλει µπροστά στον καθρέφτη για να βλέπει όχι την ωραιοποιηµένη εικόνα που φιλοτεχνούν µέσα ενηµέρωσης και δηµοσιογράφοι αλλά το τέλος του χαριστικού πολιτικού χρόνου. Ο Μητσοτάκης διά της πίεσης για εκλογές αδυνατεί πλέον να κοµπάζει ότι είναι κυρίαρχος και ότι ο Τσίπρας δεν τολµά να ζητήσει εκλογές. Ή πάει για εκλογές (πράγµα που ούτε µπορεί ούτε θέλει) ή καταπίνει την αλαζονεία του και πρέπει να εξοικειωθεί µε την εικόνα τού υπό προθεσµία πρωθυπουργού.
Το αίτηµα για εκλογές διατυπώνεται σε µια περίοδο µε νέα πολιτικά χαρακτηριστικά . Στην ηγεσία τού για λίγο ακόµη (;) ΚΙΝΑΛ υπάρχει ένα νέο πρόσωπο, του οποίου η πορεία είναι ναρκοθετηµένη από πρόσφατη ισχυρή ενδοκοµµατική αντιπαλότητα, ενώ µέρος του κοινού του έχει περισσότερα κοινά µε τη νεοδεξιά παρά µε το κόµµα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Με την έννοια αυτή δεν µπορεί να γίνει το νέο κόµµα της κεντροαριστεράς ή της σοσιαλδηµοκρατίας, αλλά θα αποτελεί έναν δυνάµει κυβερνητικό εταίρο για µια µάλλον δεξιά διακυβέρνηση. Οι προβλέψεις αυτές µπορεί να αδικούν τον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος δεν έχει εκφραστεί πολιτικά, αλλά φρόντισε να το κάνει για τον ίδιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Τον κάλεσε σε συνάντηση για να του «εξηγήσει µερικά πράγµατα», προεκτείνοντας έτσι τη σιωπηλή πατρονία που υπάρχει εδώ και χρόνια από τη Ν∆ προς το ΚΙΝΑΛ.
Αν πιστέψουµε τις δηµοσκοπήσεις (ναι, αυτές που έδειχναν πρώτο τον Λοβέρδο), τότε το ΚΙΝΑΛ µε τις λίγες µέρες Ανδρουλάκη στο τιµόνι έχει αυξήσει σηµαντικά τα ποσοστά του. Τα ποσοστά όµως δεν προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά από τον συγγενικό πλέον χώρο της Ν∆. Το κοµµάτι του παλιού ΠΑΣΟΚ που πριµοδότησε τον ΣΥΡΙΖΑ ως νέο κόµµα της δηµοκρατικής παράταξης ή του δηµοκρατικού χώρου παραµένει στον ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο θεωρεί πια πολιτικό του χώρο. ∆εν είναι επισκέπτης και περιστασιακός ψηφοφόρος αλλά ψηφοφόρος που άντεξε στις αντιΣΥΡΙΖΑ επιθέσεις, διαµορφώνοντας έτσι κοµµατικότητα και ταύτιση που δεν είναι σε θέση να διαµορφώσει ο κοµµατικός µηχανισµός του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι δύσκολο να επαναπατρίσει δυνάµεις από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως, είναι πολύ πιθανό να χάσει δυνάµεις αν επιµείνει στο αντιΣΥΡΙΖΑ µέτωπο πιστεύοντας ότι έτσι δελεάζει τους παλιούς συντρόφους του. Αλλωστε αυτοί που ο Ανδρουλάκης θεωρεί παλιούς συντρόφους έχουν δώσει πολύ περισσότερες µάχες από αυτόν όσο καιρό επικρατεί η λαίλαπα του µητσοτακικού τραµπισµού.
Σε κάθε περίπτωση ο Μητσοτάκης είναι σε δύσκολη θέση. Κάθε µέρα που περνάει του προσθέτει προβλήµατα, πολλαπλασιάζει την κοινωνική εχθρότητα, αφαιρεί τα περιθώρια να κοροϊδέψει τον κόσµο και διαιρεί αυτό που φαίνεται ως ενιαίο κόµµα σε οµάδες συµφερόντων.
Ο Μητσοτάκης γνωρίζει ότι όχι µόνο δεν µπορεί να σχηµατίσει κυβέρνηση, αλλά φοβάται (και δικαίως) ότι µπορεί να είναι δεύτερο κόµµα. Το αίτηµα του ΣΥΡΙΖΑ για εκλογές αποτέλεσε το ποιοτικό εκείνο πολιτικό στοιχείο που αφουγκράζεται ή προκαλεί τις ποσοτικές µεταβολές.
Το χειρότερο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι ότι δεν έχει εφεδρείες και ικανότητα µεταστροφής της πραγµατικότητας. ∆εν µπορεί να παραγάγει κάποιο πολιτικό αφήγηµα, αντιθέτως θα γονατίζει κάτω από το βάρος της πραγµατικότητας που επιµελώς αποκρύπτει. Μοιραία, θα προσπαθήσει να επιβιώσει κυβερνητικά µε τακτικισµούς και πολιτική κλειστών θυρών που (κατά την οικογενειακή παράδοση) επενδύουν σε κρυφές συµφωνίες και αποστασίες. Ποιος άραγε πιστεύει ότι ο Λοβέρδος είναι ΚΙΝΑΛ και όχι εφεδρεία του Μητσοτάκη; Ο πρώτος που δεν το πιστεύει είναι ο Ανδρουλάκης, ο οποίος ή θα αυτονοµηθεί πολιτικά ως κόµµα του κέντρου ή θα τρέξει να κάνει ο ίδιος κεντρική συµφωνία αντί να την αφήσει στους Λοβέρδους.
Υπάρχει πιθανότητα να δηµιουργήσει ένα κόµµα της κεντροαριστεράς ή της ευρωπαϊκής σοσιαλδηµοκρατίας; Ολα είναι πιθανά. Ακόµη και να γίνει βαθιά δηµοκράτης ο Μητσοτάκης. Αλλά πόσο πιθανά;