Πριν από περίπου 55 χρόνια το σκληρό καλοκαίρι του 1965 οι διαδηλωτές που καθημερινά διαμαρτύρονταν για την αποστασία και κατάγγελλαν τους αποστάτες της Ενωσης Κέντρου που έριξαν την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου για να εξυπηρετήσουν τους σχεδιασμούς των Ανακτόρων τραγούδαγαν στο ρυθμό του γιούπι γιάγια μερικά στιχάκια που λοιδωρούσαν τον Ηλία Τσιριμώκο.
Η ιστορία σου αρχίζει απ’ τα βουνά
Έπειτα πάει στο Κέντρο και μετά στη Δεξιά
Τσιριμώκο, Τσιριμώκο μασκαρά.
Αυτές τις μέρες μάλιστα η μικρή αυτή ψηφίδα μιας πολύ μεγαλύτερης, της ενορχηστρωμένης από το Παλάτι και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη Αποστασίας που ανέκοψε τη δημοκρατική εξέλιξη της χώρας μας και άνοιξε τον δρόμο για τη δικτατορία αποκτά επίκαιρες διαστάσεις.
Από τη μια, γιατί τέτοιο καιρό, στις 18 Αυγούστου 1965, ο Κωνσταντίνος Γλίξμπουργκ έδωσε το χρίσμα στον Ηλία Τσιριμώκο για να σχηματίσει την 2η κυβέρνηση των αποστατών, μετά από αυτήν του Γεωργίου Αθανασιάδη – Νόβα. Βέβαια, ούτε η κυβέρνηση Τσιριμώκου μακροημέρευσε: ορκίστηκε στις 20 Αυγούστου και καταψηφίστηκε μόλις τρεις ημέρες αργότερα. Η αποστασία βέβαια συνεχίστηκε και τελικά ευοδώθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1965 με τις γνωστές μας πλέον ολέθριες συνέπειες.
Συντομότατη λοιπόν η… πρωθυπουργία του Τσιριμώκου αλλά αρκετή για να τον καταγράψει η ιστορία σαν «μασκαρά» καθώς η λαϊκή αγανάκτηση στηλίτευσε την πρωταγωνιστική συμμετοχή στο πραξικόπημα του παλατιού ενός ιδρυτικού στελέχους του ΕΑΜ σαν τον Τσιριμώκο.
Η ιστορία αυτή όμως έχει και μια άλλη επίκαιρη διάσταση: το διαχρονικό ρόλο που έχουν διάφοροι πρώην σαν δεκανίκια της Δεξιάς και μάλιστα της πιο ακραίας μερίδας της αυτής που δεν διαστάζει να καταπατάει δημοκρατικούς και συνταγματικούς κανόνες για να βρεθεί και να παραμείνει στην εξουσία.
Διόλου συμπτωματικό λοιπόν ότι σε όλα τα ζητήματα της πρόσφατης επικαιρότητας και σε όλες τις υπόγειες δραστηριότητες του υπαρκτού μητσοτακισμού, των πολιτικών που βιώνουμε δηλαδή επί διακυβέρνησης Μητσοτάκη και όχι αυτών που «επικοινωνούνται» από τα διαπλεκόμενα, πετσωμένα ΜΜΕ, έχει καίριο ρόλο ένας άλλος «πρώην» ο υπουργός… Προστασίας του Πολίτη Τάκης Θεοδωρικάκος.
Ένας πρώην επικεφαλής της ΚΝΕ, πρώην στέλεχος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου και πρώην στέλεχος του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ που αναλαμβάνει τώρα όχι μόνο την υλοποίηση διαφόρων πολιτικών της Μαξίμου ΑΕ αλλά και την στήριξή τους όχι δια επιχειρημάτων αλλά δια των επιθέσεων στην αντιπολίτευση και προσωπικά στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα.
Έτσι λοιπόν ο Τ. Θεοδωρικάκος μιλά για «μικροκομματική τύφλωση» εκ μέρους μιας κυβέρνησης που θέλει να αποδεχτούμε ότι δεν έβλεπε τι γινόταν στην ΕΥΠ.
Κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι «υιοθετεί άκριτα κατηγορίες και καταγγελίες που συκοφαντούν την Ελλάδα» για να μην αναδειχθεί πόσο συκοφαντείται η χώρα από όλες τις πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη, των υποκλοπών και της αντιμετώπισης των προσφύγων συμπεριλαμβανομένων.
Και ζητεί από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ζητήσει συγνώμη «για όσα ανέφερε κατά των Ενόπλων Δυνάμεων και της Ελληνικής Αστυνομίας για να βγάλει από τη συζήτηση ένα απλό γεγονός: ότι ο αρχηγός του Κυριάκος Μητσοτάκης αρνείται να ζητήσει συγνώμη ακόμα κι όταν αυτό είναι το λιγότερο που πρέπει να κάνει όπως καταδεικνύεται και από τους νόμους και από τη λογική.
Ο Θεοδωρικάκος λοιπόν φωνάζει για να μην τους φωνάζουμε. Κουνάει το δάχτυλο για να μην τους το κουνάμε εμείς. Και επιχειρεί να προσωποποιήσει τις επιθέσεις τους για να μπει σε δεύτερο επίπεδο ο καταλογισμός ευθυνών σε ένα έκαστο από δαύτους και βέβαια από τον αρχηγό τους ο οποίος μεταξύ παραλιών και Κατάρ επιμένει να κάνει τον ψόφιο κοριό.
Ο θεοδωρικάκος βέβαια, ως… «πρώην», έχει και ένα πολύ προσωπικό λόγο να φωνάζει μήπως γίνει λεζάντα. Ένας πρώην κομμουνιστής, πρώην αριστερός και πρώην κεντρώος, με μια ολοφάνερα σε όλες του τις μεταπηδήσεις αγωνιώδη προσπάθεια να μείνει κοντά στους μηχανισμούς της εξουσίας και όχι σε κάποια προστάγματα «αρχών» ή «ιδεολογίας», είναι εύλογο να κοπιάζει να αποδείξει ότι είναι «νυν»!
Γιατί δεν είναι εύκολο μετά από τόσα «πρώην» να γίνει «νυν», ακόμα κι όταν η ηγετική ομάδα της σημερινής Νέας Δημοκρατίας έχει έρωτα μεγάλο για την Αποστασία, τόσο ιστορικά όσο και πολιτικά. Γιατί τα κολλητηλίκια με τους ακροκεντρώους νεοσυντηρητικούς είναι αρκετά για να σε συνδέσουν με τον Μητσοτάκη και να σε κάνουν υπουργό αλλά δεν είναι αρκετά για την επόμενη ημέρα, ειδικά όταν προτίθεσαι να εκτεθείς ζητώντας τη λαϊκή ψήφο.
Πρόσω ακροδεξιότερα λοιπόν, γιατί αυτό επιβάλλει η διαχρονική οδός της «αποστασίας». Και συνεχείς προσπάθειες ακόμα και με κόστος την προσωπική γελοιοποίηση για να φανείς έμπιστος των διαχρονικών «ανακτόρων» και του… Μητσοτάκη της αντίστοιχης εποχής!
Εμπρός λοιπόν στον δρόμο που χάραξε ο Τσιριμώκος, που για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους ήταν πολύ σημαντικότερη προσωπικότητα από τον Θεοδωρικάκο και τους ομοίους του.