Τα φώτα έσβησαν, οι πανάκριβες τουαλέτες τακτοποιήθηκαν προσεκτικά στις ντουλάπες, αλλά αυτό που έμεινε από τα φετινά βραβεία Οσκαρ ήταν ένα αίσθημα δικαιοσύνης. Κέρδισαν οι καλύτεροι, με αποκορύφωμα την ιστορική ανατροπή της βράβευσης των «Παρασίτων», της πρώτης μη αγγλόφωνης ταινίας που σπάει ταμπού και ταμεία.
Σε μια περίοδο που η Αμερική είναι βαθιά διχασμένη και η πολιτική του Τραμπ βυθίζεται όλο και περισσότερο σε μια συντηρητική εσωστρέφεια, το Χόλιγουντ άνοιξε τον δρόμο προς την εξωστρέφεια. Τα μέλη της Ακαδημίας του Κινηματογράφου δεν είδαν στον Νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη την εξωτική γοητεία της Aπω Ανατολής, επειδή η εποχή και η μόδα απαιτούν υποταγή στην πολυπολιτισμικό τη τα. Είδαν πώς η παγκοσμιοποιημένη οικονομία οξύνει την ταξική ανισότητα και την κάνει αγεφύρωτη, αφού οι πλούσιοι διαφέρουν από τους φτωχούς ακόμη και στη μυρωδιά που αναδίδουν. Με όπλο του το σαρκαστικό χιούμορ και ακροβατώντας ανάμεσα στη μαύρη κωμωδία και το θρίλερ, ο Μπονγκ Τζουνχο έκανε τελικά μια πολιτική ταινία με ξεκάθαρο μήνυμα.
Τα «Παράσιτα» απέδειξαν ότι μια οποιαδήποτε δυτική καπιταλιστική κοινωνία δεν χρειάζεται κακούς σαν τον Τζόκερ, το άλλο υποψήφιο φαβορί, για να σε τρομάξει, αφού είναι ήδη τρομακτική, σκληρή και άδικη από μόνη της. Οι πρωταγωνιστές είναι άνθρωποι που μπορείς να συναντήσεις σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου και όχι καρτούν. Η απόγνωση πάντα δυναμώνει το ένστικτο επιβίωσης και όλοι οι τρόποι που μηχανεύεται η φτωχή τετραμελής οικογένεια για να εισβάλει στη βίλα των εύπορων Παρκ φαίνονται απολύτως δικαιολογημένοι.
Οι Παρκ δεν συναναστρέφονται με την πραγματικότητα, παρά μόνο με το ψέμα που χαϊδεύει τα αυτιά και επιβεβαιώνει την κοινωνική τους ανωτερότητα. Οι Κιμ ζουν στο έπακρο την ψευδαίσθηση ότι έπιασαν την καλή και ξέφυγαν από τη μιζέρια και την εξαθλίωση.
Ο σκηνοθέτης ωστόσο αποφεύγει μανιχαϊστικές απλουστεύσεις – οι καλοί φτωχοί και οι κακοί πλούσιοι ή το αντίστροφο. Κρατά τους σωστούς χρόνους ανάμεσα στις ραφές των σκηνών και ξέρει πότε η ξεχασμένη ανθρωπιά εγκαλεί τη συνείδηση.
Κάποια στιγμή βέβαια τα χαμόγελα μετατρέπονται σε γκριμάτσες καθώς ο αληθινός κόσμος γίνεται κομμάτια πάνω στο καλοκουρεμένο γκαζόν. Oλοι ήρωες της ίδιας τραγωδίας, δέσμιοι μιας ειμαρμένης από την οποία δεν μπορούν να λυτρωθούν. Σημασία έχει τελικά η στάση του ανθρώπου απέναντι στα πράγματα και αυτή είναι μια από τις πιο εύστοχες αναγνώσεις του μαρξισμού, πέρα από τη σχηματοποιημένη ταξικότητα.
Για τα κοινωνικά παράσιτα όμως μίλησε και ο δικαίως βραβευμένος Χοακίν Φίνιξ: «Πιστεύω ότι είτε μιλάμε για ισότητα των φύλων είτε για ανισότητα και ρατσισμό είτε για τα δικαιώματα των ατόμων με διαφορετική σεξουαλικότητα είτε για τα δικαιώματα των γηγενών ή των ζώων κάνουμε λόγο για αγώνα ενάντια στην αδικία».
Η φετινή τελετή είχε και άλλες ενδιαφέρουσες στιγμές ήθους και αξιοπρέπειας, όπως ο σεβασμός του Μπονγκ Τζουν-χο προς τον Σκορσέζε και ο αυτοσαρκασμός του δεύτερου, που έφυγε κι αυτός και ο «Ιρλανδός» του με άδεια χέρια. Eστω και στα 92 του χρόνια, ο θεσμός ενηλικιώθηκε, επιλέγοντας όχι τη χρυσόσκονη της εύκολης συνταγής αλλά ταινίες για σκεπτόμενους θεατές, δικαιώνοντας έτσι και τον ορισμό της τέχνης.
H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης