Ο Θάνος Μικρούτσικος έφυγε και μας άφησε ορφανούς πριν από τρία χρόνια, το Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2019, σε ηλικία 72 ετών. «Στην ιερή μνήμη του Θάνου Μικρούτσικου», όπως λέει συχνά ο Γιάννης Κούτρας. Επιτρέψτε μου να σας μιλήσω για τον δικό μου Θάνο, όπως τον γνώρισα στα τελευταία 12-15 χρόνια της ζωής του.
Πρωτομπήκα στο καμαρίνι του για να υποβάλω τα σέβη μου, να τον ευχαριστήσω για τον «Λόρκα», τη «Δίκοπη Ζωή», τον «Μικρόκοσμο», το «Άννα Μη Κλαις», το «Σιντάρτα», τη «Ζωή των Άλλων», την «Ελένη», και ούτε ξέρω πόσα άλλα. Και τον άκουσα να μιλάει για μπάσκετ.
«Πες μου τη χρυσή πεντάδα του Τρίτωνα», ήταν το συνηθισμένο του τεστ, για να ξεχωρίσει τους παντογνώστες από τα μειράκια. Ευτυχώς, στεκόταν δίπλα μου ο Φίλιππος Συρίγος και βοήθησε τον αδιάβαστο μαθητή. «Εγώ δάσκαλε δεν ήμουν ποτέ εγκυκλοπαίδεια», ψέλλισα γελώντας. «Κοντοβουνήσιος, Χρηστέας, Μουρούζης…», άρχισε να απαγγέλλει δίπλα μου ο Δημήτρης Καρύδας. Τα βρήκαμε αμέσως.
Αυτά συνέβησαν λίγες μέρες μετά τη βραδιά που επανέφερε τον θρυλικό «Σταυρό του Νότου» στο προσκήνιο, ένα «πρώτο ταξίδι» που θα συνεχίζεται για πάντα, όσο υπάρχει τέχνη, θάλασσα, ζωή. Στο Μέγαρο Μουσικής, τον Μάρτιο του 2005, το αθάνατο έργο παίχτηκε στην ολότητά του, με ερμηνευτές τους Γιάννη Κούτρα, Γιάννη Κότσιρα, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Χρήστο Θηβαίο.
Τον επόμενο χειμώνα, ο Μικρούτσικος έστησε μία παράσταση στον «Σταυρό» με υποστηρικτές τον αδελφοποιτό του, Γιάννη Κούτρα, και την πρωτοεμφανιζόμενη Ρίτα Αντωνοπούλου. Τότε ήταν που περάσαμε από το αποδυτήριο για να τον γνωρίσουμε από κοντά. Μου άρεσε τόσο πολύ η βραδιά, ώστε ξαναπήγα άλλες δύο φορές.
«Μαέστρο, θα ήθελα να μπορούσα να σας ηχογραφήσω, για να ακούω τα τραγούδια σας στα ταξίδια μου», του είπα όταν κάναμε ένα διάλειμμα από τα μπασκετικά. Δέκα μέρες αργότερα, με περίμενε στο γραφείο μου στην Ελευθεροτυπία ένα δέμα με τρία CD, δώρο του Θάνου, με ιδιόχειρη αφιέρωση: «Μάταιο ταξίδι δεν υπάρχει».
Τα CD περιείχαν την παράσταση που τόσο μου άρεσε, ηχογραφημένη αποκλειστικά για το χατίρι μου. Η συγκίνησή μου ήταν απερίγραπτη. Τον ίδιο στίχο, του Άλκη Αλκαίου από την «Αργώ», χρησιμοποίησα και εγώ πολλά χρόνια αργότερα, ως αφιέρωση, όταν του χάρισα το βιβλίο μου.
O Θάνος το διάβασε στο Λονδίνο, όπου πηγαινοερχόταν τα τελευταία 2,5 χρόνια για τις θεραπείες της ελπίδας και της απελπισίας. Του άρεσε, μου έγραψε, αυτή η ιδέα του «ταξιδιωτικού αθλητισμού». Τον κάλεσα να μιλήσει σε μία παρουσίαση. «Δυστυχώς δεν μπορώ να προγραμματίσω τίποτε σε ορίζοντα 45 ημερών λόγω υγείας», μου απάντησε. Ο ορίζοντάς του ήταν ήδη γκρίζος και νεφελώδης.
Ψάχνοντας το στρατί
Γίναμε φίλοι και τον αγαπούσα πολύ. Όπως τον λατρεύουν τα πνευματικά τέκνα του: Μεράντζας, Θωμαΐδης, Θηβαίος, Κούτρας, Μίλτος, Βασίλης, Κατσιμιχαίοι, Νταλάρας, Μητσιάς, Χαρούλα, Ρίτα. Τον Απρίλιο του 2007, μου έκανε την τιμή να με καλέσει στην εκπομπή «Στην Υγειά Μας», αφιερωμένη στον ίδιο, όπου στάθηκα δίπλα στα ιερά τέρατα του εντέχνου και ανοιγόκλεινα το στόμα μου όσο εκείνοι τραγουδούσαν τον ύμνο που λέγεται «Θεσσαλονίκη».
Ο Κούτρας ήταν και πάλι εκεί, με εκείνη τη γεμάτη συναίσθημα φωνή που χτυπάει κατ’ ευθείαν στην ψυχή. Οι τρεις τους, με τον Μικρούτσικο και τον Καββαδία, ένωσαν κάποτε νοερά το αίμα τους. Και δίπλα του, Μητσιάς, Τσακνής, Θηβαίος, Πασχαλίδης, Χαρούλης, Νταγάκη, Αντωνοπούλου, ο Συρίγος που ακόμα είχε την υγειά του, η Πατουλίδου, η Πέμη Ζούνη, ο ίδιος ο Μικρούτσικος στο πιάνο του, να καμαρώνει για τα παιδιά που τώρα καλούνται να συνεχίσουν την κληρονομιά του.
Και εγώ, ο παρείσακτος, να αναπολώ συγκινημένος, τη νύχτα που κάποτε χορεύαμε δέκα άνθρωποι αγκαλιασμένοι το ίδιο τραγούδι, στη Θεσσαλονίκη των φοιτητών, μάταια ψάχνοντας το στρατί…
Ο Θάνος ξεκίνησε ετούτο το τρομακτικό ταξίδι του χαμού το καλοκαίρι του 2017, σε ηλικία 70 ετών. Μέχρι τότε, είχε την υγεία του . Ήταν η εποχή που ανέβαινε στα καλοκαιρινά θέατρα η σπουδαία παράσταση για τον Καββαδία, που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μπάντμιντον σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη. Την είχα παρακολουθήσει ήδη, αλλά αποφάσισα να ξαναπάω, στο θεατράκι του Παπάγου, περισσότερο για να δω τον ίδιο τον Θάνο.
Το έργο άρχισε και τελείωσε, αλλά ο Μικρούτσικος δεν εμφανίστηκε ποτέ για να πει τα λόγια του τον ρόλο του και για να ερμηνεύσει τα τραγούδια που του αντιστοιχούσαν. Το φριχτό νέο μου το είπαν, εμπιστευτικά, στα παρασκήνια, ο Κώστας Θωμαΐδης και η Ρίτα Αντωνοπούλου. «Κάτι του βρήκαν, πάθαμε όλοι σοκ, είναι θηρίο όμως και θα το ξεπεράσει».
Ο Θάνος ήταν δυνατός, αλλά έπεσε σε εχθρό ανίκητο. Έμεινε όρθιος για 2,5 χρόνια, στα οποία έδωσε πάμπολλες παραστάσεις χωρίς να πτοείται και χωρίς να ζητάει τον οίκτο κανενός. «Ο καρκίνος έχει ύψος τρία μέτρα, αλλά τον σπρώχνω μακριά κάθε μέρα», έλεγε. Έστελνε μηνύματα δύναμης από το κρεβάτι του πόνου, που συχνά γινόταν βασανιστικός, και αντιμετώπιζε τις υποτροπές με στωικότητα.
«Ο Θάνος Μικρούτσικος και φέτος στο φεστιβάλ της ΚΝΕ», παιάνιζε η αφίσα τον Σεπτέμβρη του 2019. Πήγαινε κάθε χρόνο στην ΚΝΕ ο Θάνος, μολονότι είχε διαγραφεί από το ΚΚΕ. Πίστευε ότι κάθε μετερίζι της Αριστεράς αποτελούσε πυρήνα αντίστασης στη βαρβαρότητα, αυτή που ο ίδιος θεωρούσε χείριστο εχθρό της σημερινής κοινωνίας.
Όταν τον είδα, στο Πάρκο Τρίτση, τρόμαξα λίγο. Φαινόταν αδύναμος και κρύωνε. «Δεν θα αντέξει για πολύ», ψιθύριζαν οι συνεργάτες του. Αλλά μόλις ανέβηκε στη σκηνή, έγινε άλλος άνθρωπος. Έπαιζε, τραγουδούσε, χαμογελούσε και χόρευε επί δύο ώρες, σαν να ήταν η ζωντανή εικόνα της υγείας. Αντιστεκόταν. Εάν μπορούσε να παίζει κάθε μέρα τη μουσική του και να εισπράττει το χειροκρότημα του κοινού, ο Θάνος Μικρούτσικος θα ζούσε για πάντα.
«Δάσκαλε, αυτή η αγάπη θα σου ανανεώσει τα κύτταρα και θα διώξει την αρρώστια», του είπα μετά. «Νίκο μου, νομίζω ότι έχεις δίκιο», απάντησε. Ήταν τα τελευταία λόγια που ανταλλάξαμε ποτέ. Ήταν η τελευταία παράσταση που έδωσε ποτέ. Την Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2019. Με τίτλο: «Η δύναμη βγαίνει από τις γροθιές».
«Δεν θέλω στεφάνια»
Πρέπει να είδα περισσότερες από 30 συναυλίες του. Το δεκαπεντάλεπτο των «Επτά Νάνων στο S/S Kηρύνεια», όπου ο ίδιος εκστασιαζόταν και ένιωθε ότι περνούσε σε κάποια άλλη διάσταση, δεν το χόρτασα ποτέ. «Δεν είναι ο χρόνος με το μέρος κανενός», έλεγε συχνά.
«Ο Θάνος είναι στα τελευταία του», μου εκμυστηρεύτηκε τον Νοέμβριο του 2019 ένας κοινός φίλος. «Τα παιδιά έχουν ενημερωθεί να μην απομακρυνθούν από την Αθήνα». Το γνώριζα ήδη. Ήξερα ότι είχε περάσει στη φάση της άρνησης. Αρνιόταν την τροφή και φερόταν σαν να ήθελε πια να φύγει. «Χθες όλη μέρα έφαγε μια κουταλιά γιαούρτι». Πονούσε. Δεν μπορούσε άλλο.
«Να πείτε ότι δεν θέλω στεφάνια. Όποιος θέλει, ας δώσει χρήματα για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα», ήταν η τελευταία του επιθυμία. Δεν χρειάζεται να είναι υγιής κάποιος, για να παραδώσει μαθήματα ζωής και υγείας.
Ο Θάνος που με τίμησε με τη φιλία και με τους επαίνους του, ο Θάνος που έγραψε τα τραγούδια της ζωής μου, ο Θάνος που κάποτε ήρθε με τη Μαρία σε ένα πάρτυ μου, ο Θάνος που σκάρωσε ολόκληρη ηχογράφηση για να με ευχαριστήσει, ο Θάνος που με μάλωσε όταν τον μάλωσα που πήγε στο λάθος πάρτυ, o Θάνος που έβαλε να παίξουν από τα μεγάφωνα του Βύρωνα τη «Βασίλισσα» για να μου την αφιερώσει, ο Θάνος που κάποτε ήρθε με το πιάνο του στην εκπομπή μας στη Nova, ο Θάνος που αγαπούσε το μπάσκετ, έσβησε στις 28 Δεκεμβρίου 2019. Βράδυ Σαββάτου όπως και ο Συρίγος. Το καραντί τον μπατάρισε.
Εκεί που πήγε θα συναντήσει τη Μαρία Δημητριάδη, τον Άλκη Αλκαίο, τον Μάνο Ελευθερίου, τον Μάριο Τόκα, τον Μάνο Λοϊζο, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Δημήτρη Μητροπάνο, τον Παύλο Σιδηρόπουλο, τον Νίκο Παπάζογλου, τον Διονύση Θεοδόση, τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, όλους εκείνους που μοιράστηκαν μαζί του τη σκηνή, τη μουσική, τη ζωή. Η «Εσμεράλδα» δεν μένει πια εδώ. Σας πήρε μακριά το Κούρο Σίβο, ρε Θάνο…
Όποτε ο Μικρούτσικος έπαιζε τη «Γυναίκα», του Καββαδία, μαζί με τον -και γαμπρό του- Χρήστο Θηβαίο, τη μετέτρεπε σε ένα συναρπαστικό ντουέτο, με παλίρροια και άμπωτη, με εκρήξεις και σιωπές, με συναίσθημα και πάγο, με φωνή και με πιάνο. «Νίκο», μου φώναξε μία φορά από τη σκηνή στη μέση του τραγουδιού. «Άκουσέ το, αυτό. Είναι πικ εντ ρολ».
Θέλει σιωπή η ψυχή
Λίγες εβδομάδες μετά τον θάνατο του Μικρούτσικου, μίλησα με τον Γιάννη Κούτρα, για μία εκπληκτική συνέντευξη (ίσως την καλύτερη της ταπεινής καριέρας μου), που δημοσιεύτηκε στο Documento και στο Κουτί της Πανδώρας το Γενάρη του 2020. «Όταν πέθανε ο Θάνος, έχασα τον μισό μου εαυτό», μου είπε ο εμβληματικός ερμηνευτής του «Σταυρού του Νότου», που πέρασε τη δική του οδυνηρή περιπέτεια υγείας, ωστόσο άντεξε.
«Κατέρρευσα. Δυσκολεύομαι πολύ να διαχειριστώ τη βαρύτατη απώλεια και το κενό στην ψυχή μου. Πήγα νωρίς στην κηδεία, αγκαλιαστήκαμε με τα παιδιά του, με την υπέροχη γυναίκα του Μαρία και με τον αδελφό του τον Ανδρέα, κλάψαμε όλοι μαζί. Έσκυψα, τον φίλησα και τον αποχαιρέτισα. Ήταν πανέμορφος. Σαν να είχε πέσει για ύπνο. Έτσι όπως τον είδατε στο ξύλινο κουτί, έτσι κοιμόταν τα βράδια όσο ζούσε. Ήσυχος, ήρεμος, με μαλακό πρόσωπο, με τα γενάκια του… “Παιδιά, να τον αφήσουμε να γαληνέψει”, είπα στα κανάλια που με περίμεναν έξω από το σπίτι. Θέλει σιωπή η ψυχή για να πετάξει.
Δεν μου άρεσε, που επέλεξε την καύση αντί για ταφή. Ήθελα να έχω ένα σημείο αναφοράς. Να πηγαίνω κάπου μόνος να του μιλάω, να ακουμπάω το χέρι μου, να του ανάβω ένα κεράκι. Τώρα, πού θα πάω; Σε ένα βάζο με στάχτη; Θα του έλεγα τα ίδια που του λέω και τώρα, κάθε βράδυ, τις νύχτες που μένω μόνος εδώ στο καμαράκι μου. Θυμόμαστε τα νιάτα μας, που με έβαζε να στέλνω λουλούδια, σε μία πενηντάρα κυρία που είχε ερωτευτεί μετά το πρώτο του διαζύγιο. Μου έδινε λεφτά για να πάω στο ανθοπωλείο και εγώ έγραφα «σ’ αγαπώ» με τα δικά μου γράμματα. “Μου έφερες τα ρέστα;”
Οι καντάδες, οι αλητείες, οι μπίρες και τα σουβλάκια στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Όλα αυτά, ξέρεις, δεν τα θυμόμουν καλά πριν τον θάνατό του. Ήταν θολούρα στη μνήμη μου. Τώρα μου ήρθαν όλα μαζεμένα στο μυαλό, φωναχτές εικόνες, τεχνικολόρ, σαν να έγιναν χθες. Οι αναμνήσεις θα μείνουν ζωντανές, ώσπου να τον ξανασυναντήσω. Του χρωστάω τα πάντα. Την καριέρα, το όνομα, τα ταξίδια, τις χίλιες πεντακόσιες συναυλίες μου, όλα.
Σαράντα χρόνια περπατήσαμε μαζί, από το 1975 που με πήρε να τραγουδήσω στα “80 Χρόνια Μπρεχτ” στο θέατρο Μπρόντγουεϊ, ενώ μέχρι τότε τραγουδούσα Μπιτλς, Νταλάρα και ούτε ξέρω τι άλλο. Ο Θάνος με πήγε στη Μελίνα και στον Κατράκη. Γνώρισα τον Κουν, τον Χατζιδάκι, τον Ελύτη, τον Γκάτσο, τον Λοΐζο. Τραγούδησα στο Ηρώδειο, στην Επίδαυρο, στο Μέγαρο Μουσικής, παντού.
Χάρη στην ευλογία του Θάνου, δεν ταλαιπωρήθηκα ποτέ στα σκυλάδικα. Από τη Βήτα Εθνική πέρασα απ’ ευθείας στο Τσάμπιονς Ληγκ. Με πήρε από το μηδέν, ένα ανώνυμο παιδί 20 χρονών με τα λάθη μου, και με γέννησε. Έπλασε έναν καινούριο άνθρωπο. Ακόμα και όταν αρρωστήσαμε, αρρωστήσαμε ταυτόχρονα, όπως οι δίδυμοι. Δεν είναι τυχαίο».
Ο θεός της δικαιοσύνης
Πριν από δύο εβδομάδες, τρία από τα σημαντικότερα έργα του Θάνου Μικρούτσικου παρουσιάστηκαν στο Christmas Theater, σε ενορχήστρωση του Θύμιου Παπαδόπουλου, με τραγουδιστές τους Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Χρήστο Θηβαίο, Μίλτο Πασχαλίδη: τα «Τροπάριο για Φονιάδες», το «Εμπάργκο» και η «Θάλασσα στη Σκάλα».
Οφείλω να τους ευχαριστήσω δημόσια για τη σπάνια εκτέλεση της «Βασίλισσας», με τους στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου, αλλά και να μεταφέρω την ευαρέσκεια της εξαίρετης Μαρίας Παπαγιάννη, χήρας του Θάνου και μητέρας των δύο μικρότερων από τα τέσσερα παιδιά του. Ήταν ένας υπέροχος φόρος τιμής, αντάξιος του ανδρός.
Κλείνοντας αυτό το πένθιμο σημείωμα, μεταφέρω το ευχετήριο μήνυμα που έστειλε στους δικούς του ανθρώπους ο αδελφικός φίλος του Θάνου, και ερμηνευτής της «Δίκοπης Ζωής», Γιώργος Μεράντζας. Ο ακριβοθώρητος Γιώργος, που έχει αποσυρθεί στα Τζουμέρκα αλλά κατεβαίνει τις Κυριακές στην Αθήνα για να τραγουδήσει στην ιστορική μπουάτ «Απανεμιά», έγραψε σε μερικές αράδες όλα όσα πάσχιζα αδέξια χθες να σας πω, σχετικά με το μήνυμα των Χριστουγέννων:
«Κάτι τέτοιες μέρες, για ένα λόγο παραπάνω, αναρωτιέμαι που να βρίσκεται ο δικός μας θεός, ο θεός της αγάπης, της δικαιοσύνης, των φτωχών, των αδυνάτων, των ηττημένων τις περισσότερες φορές, αλλά ανυπότακτων εν τέλει.
Πόσα εκατομμύρια τόνους κεριά ξοδεύουν οι «άλλοι» για να τον λιβανίζουν και τι τάματα καταθέτουν νυχθημερόν στο ιερό του τέμπλο, για να έχουν το δικό τους θεό πάντα δίπλα τους, υπάκουο και χωρίς καμία αναστολή να εκτελέσει τις απάνθρωπες παραγγελίες τους.
Έχω την αίσθηση για να μην μπω την βεβαιότητα, ότι δεν πρέπει να περιμένουμε άλλο την μεταξύ τους σύγκρουση μπας και κερδίσει ο δικός μας για να δούμε καλύτερες μέρες. Ας πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας έστω κι αν δυσκολευτούμε λίγο, έτσι κι αλλιώς χαμένοι είμαστε από χέρι.
Μόνο όσοι αγαπάνε αληθινά και γνωρίζουν βαθιά ότι ο κόσμος αυτός αξίζει μόνο όταν τον μοιράζεσαι, είναι έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Όπως λέει και ο Λειβαδίτης: “και εκεί καθώς θα μιλάμε, θα ‘ρθεί συντροφιά και ο Χριστός”. Καλύτερη χρονιά να έχουμε, καλύτερες μέρες να δούνε τα παιδιά μας, σωματική και ψυχική υγεία για όλους μας».