Ο «θάνατος» του παραδοσιακού τραπεζοϋπαλλήλου

Ο «θάνατος» του παραδοσιακού τραπεζοϋπαλλήλου

Οι διοικήσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων οδηγούν τον κλάδο σε συρρίκνωση, με την κυριαρχία λίγων golden boys από πάνω και πλήθος επισφαλώς εργαζομένων από κάτω

Αποσαθρώνεται και μάλιστα βίαια ο κλάδος των τραπεζοϋπαλλήλων… Ενας δυναμικός κλάδος που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έφερε πρώτος το σαραντάωρο ως εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας. Οι συνέπειες στην αγορά εργασίας είναι τεράστιες. Η… αποσάθρωση ξεκίνησε από το 2010, όταν και αριθμούσε περί τους 70.000 ανθρώπους. Πλέον με το κλείσιμο του 2020 θα απομείνουν περί τους 32.000.

Οι άνθρωποι όμως δεν είναι αριθμοί. Η καλύτερα αμειβόμενη κατηγορία μισθωτών στην ελληνική αγορά εργασίας έχει εισέλθει στη βάσανο της κιμαδομηχανής. Οταν λοιπόν εκεί που ακόμη λειτουργεί έστω και στοιχειωδώς ο συνδικαλισμός καταγράφονται τέτοια φαινόμενα όπως αυτά που αποκαλύπτουν οι πρωταγωνιστές, τότε είναι πολύ κοντά η καταστροφή του μισθωτού. Του στυλοβάτη δηλαδή της κατανάλωσης.

Εθελούσιες δίχως τέλος

Για μία ακόμη φορά φέτος, όπως κάνουν κάθε χρόνο από το 2014, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανακοίνωσαν προγράμματα εθελούσιας εξόδου, με στόχο τη μείωση του προσωπικού και τη συρρίκνωση των λειτουργικών δαπανών.

Τον χορό άνοιξε τον Σεπτέμβριο η Eurobank, προσφέροντας εθελούσια με ισχυρά οικονομικά κίνητρα, η οποία είχε υψηλή αποδοχή. Αντί του στόχου της διοίκησης να αποχωρήσουν 500 εργαζόμενοι, αποχώρησαν 780. Στα τέλη του 2019 το προσωπικό της Eurobank ήταν 8.556 άτομα, αλλά στις αρχές του 2020 περί τους 500 εργαζόμενους μετακινήθηκαν στην εταιρεία διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αρα έως το τέλος του 2020 το προσωπικό της τράπεζας θα έχει περιοριστεί κατά 15% και θα ανέρχεται σε 6.700 εργαζόμενους. Συν τοις άλλοις, από την αρχή της χρονιάς η Eurobank έχει κλείσει 28 καταστήματα επί συνόλου 322 που είχαν απομείνει και αναμένεται να συνεχίσει να κλείνει καταστήματα έως το τέλος του έτους.

Τη σκυτάλη πήρε η Alpha Bank, με τη μεταφορά 600 ατόμων από το προσωπικό της στη Cepal, παράλληλα με τη μεταβίβαση της διαχείρισης των προβληματικών της δανείων. Μετά τη διαπραγμάτευση του συλλόγου των υπαλλήλων της Alpha με τη διοίκηση η μεταφορά συνοδεύτηκε με πλήρη διασφάλιση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των μεταφερόμενων υπαλλήλων και χρηματική παροχή-μπόνους. Η συμμετοχή των εργαζομένων στο πρόγραμμα έφτασε το 90%, ενώ στους λίγους που δεν θέλησαν να μετακινηθούν προτάθηκε αποχώρηση με όρους εθελουσίας.

Ακολούθησαν μέσα στον Νοέμβριο η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς. Η Εθνική ανακοίνωσε εθελούσια με στόχο την αποχώρηση 800-1.000 εργαζομένων και η Πειραιώς με στόχο την αποχώρηση 500-1.000 εργαζομένων. Σχεδόν ταυτόχρονα οι δυο τράπεζες ανακοίνωσαν κλείσιμο καταστημάτων, με την Εθνική να κλείνει 41 καταστήματα σε Αθήνα και ηπειρωτική Ελλάδα και την Πειραιώς να κλείνει 45 καταστήματα, κυρίως στην επαρχία, ορισμένα μάλιστα στη νησιωτική Ελλάδα και σε ευαίσθητες ακριτικές περιοχές. Η χρονική σύμπτωση του κλεισίματος καταστημάτων με την εθελούσια αποτέλεσε νέα πρακτική για το τραπεζικό σύστημα, καθώς για πρώτη φορά το κλείσιμο συγκεκριμένων καταστημάτων συνδέθηκε ευθέως με τις αποχωρήσεις υπαλλήλων, με αποτέλεσμα την άσκηση πρόσθετης πίεσης για αποχώρηση στους υπαλλήλους των καταστημάτων που κλείνουν.

Οι τελευταίες εθελούσιες της Eurobank και της Alpha Bank υπήρξαν λίγο έως πολύ «βελούδινες», δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις εθελούσιες της Εθνικής και κυρίως της Πειραιώς. Ομως το πρωτοφανές κύμα εξόδου τραπεζοϋπαλλήλων σε συνδυασμό με τα λουκέτα στην επαρχία που έχουν ξεσηκώσει τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών οδήγησαν στην παρέμβαση της ΟΤΟΕ.

Πρωτοφανής συρρίκνωση

Σύμφωνα με τον Σταύρο Κούκο, πρόεδρο της ΟΤΟΕ, «βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτοφανή λογική συρρίκνωσης των δικτύων και μείωσης της απασχόλησης εκ μέρους των τραπεζικών διοικήσεων, την οποία δικαιολογούν επικαλούμενες την υποτιθέμενη αλματώδη πρόοδο στην ψηφιοποίηση και τη δραστική αλλαγή στις συναλλακτικές συνήθειες της πελατείας που έφεραν η πανδημία και τα lockdowns». Κατά τον πρόεδρο της

ΟΤΟΕ είναι σαφές ότι «οι διοικήσεις των τραπεζών θέλουν να περικόψουν το δίκτυο και εκμεταλλευόμενες το θέμα της πανδημίας φέρνουν πιο κοντά σχεδιασμούς που είχαν κάνει σε μακροπρόθεσμο επίπεδο για να μειώσουν το κόστος. Οπότε μειώνουν θέσεις εργασίας, δημιουργώντας εκ των πραγμάτων σοβαρά προβλήματα στους εργαζόμενους και ιδιαίτερα στις περιοχές όπου δεν υπάρχουν άλλα καταστήματα και πρέπει οι άνθρωποι αυτοί να πάνε να δουλέψουν σε άλλες πόλεις, κοντινότερες ή πιο μακρινές, με συνέπεια να τους οδηγούν στην εθελούσια».

Συν τοις άλλοις, κατά τον πρόεδρο της ΟΤΟΕ «μπαίνουν και θέματα εξυπηρέτησης της πελατείας, ιδιαίτερα των ανθρώπων μεγάλης ηλικίας που δεν έχουν ψηφιακές δεξιότητες, μπαίνουν ακόμη και σοβαροί εθνικοί λόγοι όταν κλείνουν καταστήματα στις ακριτικές περιοχές». Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΟΤΟΕ, το δίκτυο καταστημάτων είχε ήδη δραματικά συρρικνωθεί πριν από την πανδημία, με μείωση πάνω από 50% το 2019 έναντι του 2010. Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, είχε μειωθεί κατά 34,3% στο διάστημα 2011-19, έναντι 14,6% μείωσης το ίδιο διάστημα στην ευρωζώνη.

Το ταμείο υγείας της Εθνικής

Σε ό,τι αφορά την εθελούσια της Εθνικής, σύμφωνα με τον Γιώργο Μότσιο, πρόεδρο του Συλλόγου Εργαζομένων της Εθνικής Τράπεζας (ΣΥΕΤΕ), το παρόν πρόγραμμα, έβδομο κατά σειρά από το 2014, επιβαρύνει δραματικά τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων, ειδικά του Ταμείου Υγείας Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας (ΤΥΠΕΤ), στο οποίο ασφαλίζονται εργαζόμενοι και συνταξιούχοι της Εθνικής καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους. Ο ΣΥΕΤΕ βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με τη διοίκηση ώστε να βρεθεί μια λύση ικανή να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του ΤΥΠΕΤ. Παρά ταύτα, στην Εθνική δεν έχει αναφερθεί άσκηση πίεσης σε εργαζόμενους να δεχτούν την εθελούσια, διότι λόγω της ειδικής κουλτούρας της τράπεζας ο σύλλογος είναι σε θέση να διασφαλίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων. Συν τοις άλλοις έχει αποδοθεί η δέουσα σημασία ώστε κανένα από τα 41 καταστήματα που κλείνει η Εθνική να μη βρίσκεται σε ευαίσθητη περιοχή – νησιωτική ή ακριτική.

«Η επισφάλεια μολύνει»

Με την ολοκλήρωση και της παρούσας εθελουσίας τι θα έχει απομείνει από τον άλλοτε ισχυρό σε αριθμούς και μισθολογικές απολαβές κλάδο των τραπεζοϋπαλλήλων; Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΟΤΟΕ το 2010, πριν από την έναρξη της κρίσης οι τραπεζοϋπάλληλοι στην Ελλάδα ήταν 69.000. Φέτος είχαν απομείνει 35.500 και με δεδομένο ότι ο στόχος μείωσης προσωπικού και των τεσσάρων εθελουσίων αυτού του φθινοπώρου είναι η αποχώρηση 3.500 εργαζομένων, στα τέλη του χρόνου ο συνολικός αριθμός των παραδοσιακών τραπεζοϋπαλλήλων θα έχει περιοριστεί σε 32.000 άτομα, δηλαδή θα έχει μειωθεί κατά 54% μέσα σε μια δεκαετία.

Και στο μέλλον τι; Το μυαλό μου πάει σε μια φράση της Βασιλικής Χριστοπούλου, προέδρου του Σωματείου Δανειζόμενου Προσωπικού Τραπεζικού Τομέα, που στην Εθνική αποτελεί το 10% των εργαζομένων. «Η επισφάλεια μολύνει» είχε πει πριν από καιρό. «Η συρρίκνωση των εργαζομένων με σταθερές σχέσεις εργασίας οδηγεί αργά και σταδιακά σε μια κατάσταση όπου στις τράπεζες θα έχουν από πάνω λίγα golden boys και από κάτω ένα πλήθος επισφαλώς εργαζομένων».

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter